Το Συμβούλιο της Επικρατείας,  στις 7 Φεβρουαρίου πρόκειται να εξετάσει το ζήτημα κοστολόγησης του νερού, για δεύτερη φορά στην ιστορία του, μετά τις αιτήσεις ακύρωσης έξι ομοσπονδιών και σωματείων (μεταξύ αυτών και εργαζομένων στην ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΑΘ), καθώς και 20 πολίτες, κατά της σχετικής Κοινής υπουργικής απόφασης του Σεπτεμβρίου.

Αυτό σημαίνει ότι μέχρι να βγει η απόφαση από το ΣτΕ, η εν λόγω υπουργική απόφαση και ο ρόλος της ΡΑΑΕΥ στη ρύθμιση του νερού είναι στον αέρα. Πληροφορίες από την πλευρά της ΡΑΕΕΥ, αναφέρουν ότι “θα συνεχίσει κανονικά το ρόλο της  και εφόσον λάβει τις προτάσεις των εταιρειών ύδρευσης για τις αναπροσαρμογές στα τιμολόγια θα τις αξιολογήσει με βάση τη μεθοδολογία που προβλέπεται, εφόσον προς το παρόν δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η απόφαση του ΣτΕ”. Ωστόσο, αν τελικά η υπουργική απόφαση καταπέσει στο ΣτΕ  η όλη διαδικασία δε θα είναι σε ισχύ.

1

Η εν λόγω ΚΥΑ μεταξύ άλλων προβλέπει ότι οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος μπορούν να εφαρμόζουν μεγαλύτερες αυξήσεις επί των τιμολογίων των υπηρεσι­ών ύδατος που παρέχουν, μετά από έγκριση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ κατόπιν ειδικά αιτιολογημένου αιτήματος σύμφωνα με τη διαδικασία «Έκτακτης Αναθεώρησης Χρηματοοικο­νομικού Κόστους». Επίσης, προβλέπει ότι η  Ρ.Α.Α.Ε.Υ. εποπτεύει την εφαρμογή της ισχύουσας μεθό­δου κοστολόγησης και τιμολόγησης και αν διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή των κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης, προβαίνει στις ενέργειες που προβλέπονται στη νομοθεσία.

Τι ζητούν οι αιτήσεις ακύρωσης

Οι αιτήσεις ακύρωσης ζητούν να κριθεί ως αντισυνταγματική και αντίθετη στην ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία η από 26.9.2024 ΚΥΑ για τον “καθορισμό των γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος” αλλά και οι αρμοδιότητες της ΡΑΑΕΥ στη ρύθμιση των υδάτων.  Στις αιτήσεις ακύρωσης υποστηρίζουν ότι με την προσβαλλόμενη ΚΥΑ επαναλαμβάνονται όσα είχε ακυρώσει το ΣτΕ με απόφασή του το 2022 για το ίδιο θέμα, με μόνη διαφορά την αφαίρεση κάποιων άρθρων της παλαιότερης ΚΥΑ του 2017.

Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι η ανάθεση του νερού στον εποπτικό έλεγχο της ΡΑΕ θα ενισχύσει τη διαφάνεια και ορθολογικότητα της υδατικής πολιτικής, θα αναβαθμίσει τη θέση των καταναλωτών, μέσω της θέσπισης λογοδοσίας των φορέων παροχής υπηρεσιών ύδατος και διαχείρισης αποβλήτων, καθώς και μέσω του ελέγχου των αναπτυξιακών-επενδυτικών και τιμολογιακών πολιτικών.

Ωστόσο, οι προσφεύγοντες κάνουν λόγο για παραβίαση συνταγματικών διατάξεων και σημειώνουν πως αποδυναμώνεται ο συνταγματικά επιβεβλημένος δημόσιος και δημοτικός έλεγχος τιμολόγησης της δημόσιας, ζωτικής σημασίας, υπηρεσίας, με συνέπεια «να προκαλείται αβεβαιότητα ως προς τη συνέχιση της παροχής υπό όρους δημόσιας υπηρεσίας, δηλαδή με ασφάλεια, καθολικότητα, υψηλή ποιότητα και προσιτή τιμή».

Όπως υποστηρίζουν, με την επίμαχη ΚΥΑ, «υιοθετείται μια αμιγώς λογιστικού χαρακτήρα τιμολογιακή πολιτική, που αφορά αδιακρίτως όλη τη χώρα, ανεξαρτήτως των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της κάθε λεκάνης απορροής ποταμού».

Υπενθυμίζεται ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας, με απόφαση που εξέδωσε το Δ’ Τμήμα του (2519/2022), είχε ακυρώσει την ΚΥΑ του 2017 για την τιμολόγηση του νερού, ως αντίθετη στην ευρωπαϊκή οδηγία 2000/60, καθώς και στην εθνική νομοθεσία.

Οι σύμβουλοι Επικράτειας υπογράμμιζαν στην απόφασή τους πως «το ύδωρ δεν είναι εμπορικό προϊόν», αλλά και πως «από τις διατάξεις της οδηγίας και τον σκοπό της, συνιστάμενο στη διασφάλιση της ποιότητας του ύδατος και στη διαχείριση αυτού όχι ως εμπορικού προϊόντος, αλλά ως κοινωφελούς αγαθού, προκύπτει ότι η εθνική πολιτική παροχής υπηρεσιών ύδρευσης, συμπεριλαμβανομένης και της τιμολόγησης αυτών, σχεδιάζεται από τα κράτη-μέλη ως πολιτική παροχής υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, με κριτήριο την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της εν λόγω οδηγίας, ανά λεκάνης απορροής υδάτων, για την προστασία των εσωτερικών, επιφανειακών και υπόγειων υδάτων συνεκτιμώντας κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις».

Τι προβλέπει η ΚΥΑ

Η ΚΥΑ με τίτλο: «Καθορισμός γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος, μέτρα βελτίω­σης αυτών. Διαδικασίες και μέθοδος ανάκτησης κόστους των υπηρεσιών ύδατος στις διάφορες χρήσεις του», υπογράφεται από τους υπουργούς Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και έχει πεδίο εφαρμογής  στα τιμολόγια νερού των οργανισμών και εταιριών ύδρευσης και άρδευσης όλης της χώρας, που εγκρίνονται από την ΡΑΑΕΥ.

Νέο σύστημα κοστολόγησης και τιμολόγησης νερού

Η ΚΥΑ εισάγει νέο σύστημα κοστολόγησης του νερού, τους όρους και τη μεθοδολογία υπολογισμού τους. Οι ορισμοί:

«Χρηματοοικονομικό κόστος παρόχου υπηρεσιών ύδατος» ή «Χρηματοοικονομικό κόστος»: είναι το κόστος που προκύπτει για κάθε πάροχο υπηρεσιών ύδατος αποκλειστικά από την δραστηριότητα παροχής των υπηρεσιών αυτών. Αντανακλά την χρηματοοικονομική αποτίμηση του κόστους για όλα τα έργα, τις υποδομές και τις διαδικασίες, τα οποία είναι απαραίτητα για την παροχή των υπηρεσιών ύδατος.Στο χρηματοοικονομικό κόστος περιλαμβάνονται οι δαπάνες που είναι αναγκαίες για την παροχή των υπηρεσιών ύδατος, τη λειτουργία και τη συντήρηση του παρόχου των υπηρεσιών αυτών (κεφαλαιουχικές, λειτουργικές, συντήρησης και διοίκησης). «Ανάκτηση χρηματοοικονομικού κόστους παρόχου υπηρεσιών ύδατος»: το ποσοστό των εσόδων του παρόχου υπηρεσιών ύδατος από την δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ύδατος επί του χρηματοοικονομικού κόστους για την παροχή των υπηρεσιών αυτών.

«Ανάκτηση περιβαλλοντικού κόστους και κόστους πόρου για κάθε χρήση»: Το ποσοστό του εισπρακτέου περιβαλλοντικού τέλους, το οποίο χρεώνεται στους τελικούς χρήστες των υπηρεσιών ύδατος διά των λογαριασμών που αποστέλλουν σε αυτούς οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος, επί του περιβαλλοντικού τέλους που έχει προσδιοριστεί για κάθε χρήση ύδατος.

Βασικές προβλέψεις για την κοστολόγηση και τιμολόγηση του νερού

Για τον προσδιορισμό των τιμολογίων των παρεχόμενων υπηρεσιών ύδατος οι πάροχοι λαμβάνουν υπόψη τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές, γεωγραφικές, κλιματολογικές και υδρογεωλογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή αρμοδιότητάς τους.

Ειδικότερα:

  • Για τελικούς χρήστες, όπως πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες, ή που εντάσσονται, γενικότερα, στις κατηγορίες των οικονομικά αδύναμων προσώπων και των ευάλωτων νοικοκυριών ή πελατών, οι πάροχοι δύνανται να καθορίζουν, κατόπιν οικονομοτεχνικής έκθεσης για την επίδρασή τους στις άλλες κατηγορίες χρηστών, ευνοϊκότερες τιμές, χωρίς να ανατρέπεται η λειτουργία της τιμής ως μέσου αποτροπής της σπατάλης νερού.
  • Για λόγους επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του αρμόδιου για την έγκριση των τιμολογίων του παρόχου οργάνου, η οποία κοινοποιείται στη Διεύθυνση Υδάτων της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης και στην Ρ.Α.Α.Ε.Υ., οι πάροχοι δύνανται να καθορίζουν, κατόπιν οικονομοτεχνικής έκθεσης για την επίδρασή τους στις άλλες κατηγορίες χρηστών, ειδικό τιμολόγιο για συγκεκριμένους χρήστες υπηρεσιών ύδατος όπως, ενδεικτικά, στρατιωτικές εγκαταστάσεις, δομές προσωρινής υποδοχής/φιλοξενίας πολιτών τρίτων χωρών, πυροσβεστική, όταν αυτές οι υπηρεσίες ύδατος αφορούν στην εκτέλεση των κύριων δημόσιων καθηκόντων τους.
  • Για τη λειτουργία των δημόσιων κοινωνικών υποδομών δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο.
  • Σε ειδικές περιπτώσεις βιομηχανικών και επαγγελματικών μονάδων, των οποίων οι ποσότητες απόληψης λυμάτων είναι μεγαλύτερες της χρήσης ύδατος, η τιμολόγηση πραγματοποιείται βάσει ειδικού παροχόμετρου που τοποθετείται για την καταγραφή της ποσότητας λυμάτων που εισρέει στο δίκτυο.
  • Κατόπιν σύμφωνης γνώμης της Ρ.Α.Α.Ε.Υ. που εκδίδεται μετά από αιτιολογημένο αίτημα, οι πάροχοι δύνανται να εφαρμόζουν σύστημα εποχικής τιμολόγησης, για τους χρήστες που παρουσιάζουν έντονη εποχική μεταβλητότητα στις ποσότητες ύδατος που καταναλώνουν. Κατά το σύστημα αυτό εφαρμόζονται αυξημένες χρεώσεις την χρονική περίοδο του έτους με ιδιαίτερα αυξημένη κατανάλωση ύδατος συγκριτικά με τις υπόλοιπες περιόδους του έτους. Κριτήριο για την εφαρμογή του συστήματος συνιστά, ιδίως, η διαθεσιμότητα ύδατος κατά την χρονική περίοδο των ιδιαίτερα αυξημένων καταναλώσεων.
  • Δύναται να καθορίζεται ειδικό τιμολόγιο ύδρευσης ή αποχέτευσης για τους χρήστες, οι οποίοι εξυπηρετούνται με δίκτυο ανεξάρτητο από το κύριο δίκτυο του παρόχου, καθώς και για περιοχές όπου το χρηματοοικονομικό κόστος διαφοροποιείται σημαντικά.
  • Η ποσοστιαία μεσοσταθμική αύξηση των τιμολογίων των χρηστών δεν μπορεί να υπερβαίνει αυτήν της μέσης ετήσιας μεταβολής του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΕνΔΤΚ) που καταρτίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ για το προηγούμενο ημε­ρολογιακό έτος.
  • Οι πάροχοι υπηρεσιών ύδατος δύνανται να εφαρμόζουν μεγαλύτερες αυξήσεις επί των τιμολογίων των υπηρεσι­ών ύδατος που παρέχουν, μετά από έγκριση της Ρ.Α.Α.Ε.Υ κατόπιν ειδικά αιτιολογημένου αιτήματος σύμφωνα με τη διαδικασία «Έκτακτης Αναθεώρησης Χρηματοοικο­νομικού Κόστους».
  • Δύνανται να εξαιρού­νται από ή να βαρύνονται μερικώς με τα περιβαλλοντικά τέλη χρήστες οι οποίοι, με την εφαρμογή πρακτικών ορ­θολογικής διαχείρισης υδάτων, συμπεριλαμβανομένης της επαναχρησιμοποίησης επεξεργασμένων λυμάτων, συμβάλλουν στη διατήρηση ή/και βελτίωση της καλής κατάστασης των υδάτων. Η μείωση του περιβαλλοντικού τέλους πρέπει να είναι ανάλογη της παρέμβασης. Απαιτείται απόφαση του Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία εκδίδεται κατόπιν τεκμηριωμένης εισήγησης της οικείας Διεύθυνσης Υδάτων που περιλαμβάνει μελέτη κόστους – οφέλους.
  • Τα τιμολόγια καθορίζουν και τη χρέωση με την οποία τιμολογείται η κατανάλωση σε περίπτωση αφανούς διαρ­ροής καθώς και τους όρους και τις προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η σχετική έκπτωση επί της χρέωσης.
  • Η Ρ.Α.Α.Ε.Υ. εποπτεύει την εφαρμογή της ισχύουσας μεθό­δου κοστολόγησης και τιμολόγησης και αν διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή των κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης, προβαίνει στις ενέργειες που προβλέπονται στη νομοθεσία.