Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς μόλις έχασε τη ψήφο εμπιστοσύνης, προκαλώντας ουσιαστικά πρόωρες εκλογές στη Γερμανία, επτά μήνες νωρίτερα. Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης υποφέρει από οικονομική ύφεση και πολιτική κατάρρευση, καθώς η εθνική ανταγωνιστική θέση της χώρας υποχωρεί ατάκτως στον διαρκώς αυξανόμενο ανταγωνισμό, με την αδυναμία των πολιτικών να δώσουν απαντήσεις να προοιωνίζει μία δύσκολη εκλογική αναμέτρηση.

Το πολιτικό θρίλερ που εξελίχθηκε το περασμένο καλοκαίρι στη Γαλλία είναι πολύ πιθανόν να επαναληφθεί και στην Γερμανία, καθώς οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι όχι μόνο δεν υπάρχει καθαρός νικητής, αλλά είναι πιθανόν ακόμα και δύο κόμματα να ενώσουν τις δυνάμεις τους να μην καταφέρουν να αποκτήσουν την κυβερνητική πλειοψηφία.

1

Πολιτικό αδιέξοδο

Με τις εκλογές να ορίζονται στις 23 Φεβρουαρίου, η πολιτική αβεβαιότητα κυριαρχεί στην Γερμανία. «Χρειαζόμαστε περισσότερη ανάπτυξη και αυτό είναι εφικτό μόνο με περισσότερες επενδύσεις στις υποδομές μας», δήλωσε ο Σολτς στη Bundestag τη Δευτέρα. «Αυτό είναι το καθήκον της γενιάς μας τώρα – οι μελλοντικές γενιές θα μας μετρήσουν με βάση αυτή την πρόκληση».

Σε ένα γερμανικό κοινοβούλιο, στο οποίο επικράτησαν οι αλληλοκατηγορίες για  την οικονομία της χώρας, 349 βουλευτές καταψήφισαν τον Όλαφ Σολτς, 207 τον υποστήριξαν και 116 απείχαν.

Οι δημοσκοπήσεις πάντως για την επόμενη ημέρα δεν είναι πολύ αισιόδοξες: Η συντηρητική συμμαχία CDU/CSU υπό τον Φρίντριχ Μερτς προηγείται με υποστήριξη περίπου 31%, η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία – ή AfD – είναι δεύτερη με 19,8% και το SPD τρίτο με 17%, σύμφωνα με τον τελευταίο μέσο όρο δημοσκοπήσεων του Bloomberg. Οι Πράσινοι είναι τέταρτοι με 11,2% και το BSW – ένα νέο ακροαριστερό κόμμα που ιδρύθηκε τον Ιανουάριο – πέμπτο με 7,5%. Το FDP του Λίντνερ εξακολουθεί να κινδυνεύει να χάσει το όριο του 5% για την είσοδο στο κοινοβούλιο με 4,9%.

«Το σημερινό οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας, στο οποίο η παροχή φθηνών ορυκτών καυσίμων και η παραγωγή αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης παίζουν κεντρικό ρόλο, φαίνεται ξεπερασμένο – αλλά οι πολιτικοί σπάνια τολμούν να το πουν αυτό ανοιχτά», δήλωσε ο Κάι Αρζχάιμερ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς. «Είμαι τουλάχιστον επιφυλακτικός ως προς το ότι θα υπάρξει μια διαφορετική προσέγγιση στο εγγύς μέλλον».

Κακό timing για την Ευρώπη

Το δίδυμο Βερολίνο-Παρίσι, άλλοτε οι δύο ισχυρές δυνάμεις της Ευρώπης, οι οποίες σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Ζακ Σιράκ, όταν αυτές προοδεύουν, προοδεύει όλη η Ευρώπη, δείχνουν καταδικασμένες στη δίνη μιας πολιτικής και οικονομικής κρίσης, χωρίς εύκολο δρόμο διαφυγής.

Ο άξονας που μέχρι πρότινος διαμόρφωνε τα περιγράμματα της ατζέντας ολόκληρου του ευρωπαϊκού μπλοκ δείχνει να μην μπορεί να βάλει σε μία τάξη την δική της πολιτική, με πολλούς να αναρωτιούνται πόσο εύκολα το σύνολο των κρατών μελών θα επηρεαστούν από αυτές τις συνθήκες.

Ορισμένοι αναλυτές πιστεύουν ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες του μπλοκ -που αντιπροσωπεύουν το 41% του συνολικού ΑΕΠ της 27μελούς ΕΕ- θα συρρικνωθούν περαιτέρω οικονομικά το 2025.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε μία περίοδο που στον Λευκό Οίκο αναλαμβάνει ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει ήδη απειλήσει με δασμούς την Ευρώπη. Η επέκταση της Κίνας στην Ευρώπη είναι ένα ακόμα ζήτημα που οι μεγαλύτερες βιομηχανίες του μπλοκ αδυνατούν να διαχειριστούν καθώς οι οικονομίες τους βουλιάζουν, ενώ πεδίο διχασμού αποτελεί και η στάση τους προς την Ουκρανία, εν μέσω πολέμου με τη Ρωσία.

Υπάρχει και το μέτωπο των αγορών, με τη Γαλλία να έχει ήδη δεχθεί ένα ισχυρό πλήγμα, ενώ στη Γερμανία, παρά το γεγονός ότι ο Dax είχε μία πολύ καλή πορεία φέτος, πολλές εταιρείες –κυρίως οι αυτοκινητοβιομηχανίες- είναι επιρρεπείς σε ξαφνικά και εξαντλητικά sell offs.

Αναζητώντας συμμάχους

Στο γαλλικό μέτωπο το έλλειμμα του δημόσιου τομέα είναι έτοιμο για να ξεπεράσει το 6,1% του ΑΕΠ φέτος, υπερδιπλάσιο του ορίου της ευρωζώνης- το δημόσιο χρέος είναι 110% του ΑΕΠ και αυξάνεται- και οι αγορές ομολόγων αξιολόγησαν αυτό το μήνα τη Γαλλία ως οριακά λιγότερο αξιόχρεη από την Ελλάδα. Στη συνέχεια η Moody’s υποβάθμισε τη Γαλλία

Και τα κακά νέα δεν σταματούν εδώ: Η Τράπεζα της Γαλλίας αναθεώρησε πτωτικά τις προοπτικές της για την εγχώρια ανάπτυξη λίγες ημέρες αφότου ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν διόρισε τον τέταρτο πρωθυπουργό της χώρας μέσα σε ένα χρόνο

Αναμένει πλέον μόνο 0,9% ανάπτυξη το 2025 αντί για 1,2% που προέβλεπε τον Σεπτέμβριο. Οι αξιωματούχοι της τράπεζας αναθεώρησαν πτωτικά επίσης την πρόβλεψή της για το 2026 κατά 0,2 μονάδες στο 1,3%.

Ο Μακρόν διόρισε τον κεντρώο Φρανσουά Μπαϊρού ως πρωθυπουργό την περασμένη Παρασκευή σε μία προσπάθεια να περάσει ένα σχέδιο προϋπολογισμού για το  2025.

Ο νέος πρωθυπουργός συναντήθηκε με τα κόμματα της αντιπολίτευσης τη Δευτέρα, συμπεριλαμβανομένων των αριστερών και της ακροδεξιάς ηγέτιδας Μαρίν Λεπέν, οι οποίοι ψήφισαν μαζί για να ρίξουν τον προηγούμενο πρωθυπουργό, Μισέλ Μπαρνιέ. Το καλό κλίμα στις συναντήσεις δεν είναι αρκετό για τον Μπαϊρού, ο οποίος δεν έχει την πλειοψηφία με το μέρος του.

«Εάν η χώρα μας παραμείνει σε άρνηση για τον προϋπολογισμό λόγω της πολιτικής διχόνοιας, κινδυνεύει με σταδιακή οικονομική και ευρωπαϊκή κατάρρευση», ανέφερε σε συνέντευξή του στη Le Figaro αργά τη Δευτέρα, ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας Φρανσουά Βιλερουά Ντε Γκαλό.

Διαβάστε επίσης:

Γερμανία: Έπεσε η κυβέρνηση Σολτς, έχασε την ψήφο εμπιστοσύνης – Ολοταχώς σε πρόωρες εκλογές

Γαλλία: Διαδοχικές συναντήσεις του Μπαϊρού με τους επικεφαλής των κομμάτων για προϋπολογισμό και σχηματισμό κυβέρνησης

Ρόμπερτ Χάμπεκ: “Σε βαθιά διαρθρωτική κρίση” η Γερμανία – Φέρουν ευθύνες οι προηγούμενες κυβερνήσεις