Ακολουθεί το κείμενο των αρχαιολόγων του Αρχαιολογικού Μουσείου Πειραιά Ανδρομάχης Καπετανοπούλου και Αλεξάνδρας Συρογιάννη
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, κοντά στο λιμάνι της Ζέας. Υπάγεται στην αρμοδιότητα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων. Αποτελεί μία ευχάριστη έκπληξη για τον επισκέπτη, καθώς ίσως δεν περιμένει να αντικρύσει τόσο σημαντικά και εντυπωσιακά εκθέματα σε ένα περιφερειακό μουσείο απομακρυσμένο από το κέντρο της Αθήνας. Η περιήγηση στις συλλογές του δίνει την ευκαιρία στο κοινό να ανακαλύψει πτυχές από τη δημόσια και ιδιωτική ζωή των κατοίκων του αρχαίου Πειραιά και να αντιληφθεί τη σημασία του ως εμπορικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου, καθώς και τη συμβολή του στο θαύμα της κλασικής Αθήνας. Επιπλέον ο μητροπολιτικός χαρακτήρας του αντικατοπτρίζεται σε αρχαία έργα, που προέρχονται από διαφορετικές περιοχές της Αττικής καθώς και από τα νησιά του Αργοσαρωνικού.
Ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να θαυμάσει αφιερώματα από το Μινωικό ιερό κορυφής των Κυθήρων, πολυάριθμα ειδώλια από το Μυκηναϊκό ιερό των Μεθάνων, τον γεωμετρικό αμφορέα με το λυγισμένο ξίφος του νεκρού πολεμιστή από τη Σαλαμίνα και άλλα αντικείμενα από την ευρύτερη επικράτεια της Αττικής που καλύπτουν έναν ευρύ χρονικό ορίζοντα από τους Προϊστορικούς έως και τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Προστιθέμενη αξία αποτελεί το γεγονός, ότι στα εκθέματά του συμπεριλαμβάνεται ένα ολόκληρο μνημείο με εμβληματική για την πόλη αξία. Είναι το αρχαίο Θέατρο της Ζέας στην αυλή του μουσείου, που υποδέχεται τον επισκέπτη που έχει ολοκληρώσει την περιήγησή του στον εσωτερικό χώρο.
Το νέο κτίριο του μουσείου κατασκευάσθηκε τη δεκαετία του 1960 με αφορμή τα σπουδαία ευρήματα που έκρυβε η Πειραϊκή γη μέχρι το καλοκαίρι του 1959, τότε που οι «Χάλκινοι Θεοί του Πειραιά» μαζί με άλλα σημαντικά αντικείμενα αποκαλύφθηκαν στην καρδιά της πόλης. Άμεσα τέθηκε το ζήτημα της ανεπάρκειας του μικρού Μουσείου που λειτουργούσε από την δεκαετία του 1930 στην οδό Φιλελλήνων. Το Παλαιό Μουσείο, που βρίσκεται σε επαφή με το νέο μουσείο και λειτουργεί σήμερα ως εργαστήριο συντήρησης και χώρος φύλαξης των λίθινων γλυπτών, αποτελεί ένα ιστορικό μνημείο ως ενδιαφέρον δείγμα αρχιτεκτονικής, αλλά και ως χαρακτηριστικό δείγμα των μουσείων που κατασκευάζονταν στις αρχές του 20ου αιώνα. Σε αυτό μεταφέρθηκαν αρχικά οι αρχαιότητες του Πειραιά που είχαν περισυλλεγεί και παραδοθεί από ιδιώτες, καθώς και οι αρχαιότητες που είχε περισυλλέξει, ανασκάψει και καταγράψει με σπουδή ο εκπαιδευτικός και αρχαιολόγος Ιάκωβος Δραγάτσης και φυλάσσονταν μέχρι τότε στο Γυμνάσιο της πόλης.
Η μεγάλη ανακάλυψη των χάλκινων αγαλμάτων έδωσε την αφορμή για την κατασκευή του νέου μουσείου, το οποίο θεμελιώθηκε το 1966 και έγινε επισκέψιμο για το κοινό, το 1981. Την αρχική εκθεσιακή συλλογή επιμελήθηκαν οι αρχαιολόγοι: ο αείμνηστος Ευθύμιος Μαστροκώστας, η Όλγα Τζάχου-Αλεξανδρή και ο Βασίλειος Πετράκος. Ακολούθησαν μικρές επανεκθέσεις με σημαντικότερη εκείνη της αναστήλωσης σε φυσικές διαστάσεις του Ταφικού Μνημείου της Καλλιθέας από τον αείμνηστο γλύπτη Στέλιο Τριάντη. Το μνημείο δεσπόζει μέσα στον εκθεσιακό χώρο και μαγνητίζει μεμιάς το ενδιαφέρον του επισκέπτη. Μια σημαντική επανέκθεση με νέες θεματικές ενότητες το 1998, καθώς και η υπαίθρια έκθεση γλυπτών το 2004 υλοποιήθηκαν από τον επίτιμο Έφορο, αλλά και βαθύ γνώστη του αρχαίου Πειραιά Γεώργιο Σταϊνχάουερ.
Το μουσείο του Πειραιά είναι ένα μουσείο με δυναμική και ιδιαίτερα συγκριτικά πλεονεκτήματα που χρήζουν περαιτέρω αξιοποίησης. Στο έργο του εκτός από τη συγκέντρωση, συντήρηση, τεκμηρίωση και ανάδειξη των αρχαιοτήτων που έρχονται στο φως από την αρχαιολογική σκαπάνη, συμπεριλαμβάνονται δράσεις που στοχεύουν στην επικοινωνία του με την κοινό, καθώς και στην προσέλκυση νέων ομάδων κοινού.
Για την επίτευξη αυτών των στόχων, από το έτος 2013 η Εφορεία Αρχαιοτήτων με διευθύντρια την Στέλλα Χρυσουλάκη (2012-2022) έθεσε σε προτεραιότητα την υλοποίηση περιοδικών εκθέσεων, συστηματικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δράσεων ποικίλου πολιτιστικού ενδιαφέροντος. Τα εκπαιδευτικά προγράμματα που πραγματοποιούνται την τελευταία δεκαετία συστηματικά καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, έφεραν στο μουσείο χιλιάδες νέους από την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στο ίδιο πλαίσιο ολοκληρώθηκε η απτική περιήγηση για άτομα με αδυναμία όρασης, τοποθετήθηκε ψηφιακή σήμανση σε επιλεγμένα εκθέματα για περισσότερη πληροφόρηση, εμπλουτίστηκε το έκθεμα των μουσικών οργάνων του «Ποιητή της Δάφνης» με ψηφιακή εφαρμογή αναπαραγωγής ήχων των αρχαίων μουσικών οργάνων.
Δράσεις που στοχεύουν στην εξωστρέφεια του μουσείου αποτέλεσαν και συνεχίζουν να αποτελούν προτεραιότητα των Διευθυντών που ανέλαβαν εν συνεχεία την Εφορεία, δηλ. της Αγγελικής Σίμωσι (2023) και του Ανδρέα Ντάρλα (2024). Εκείνο που μας χαροποιεί ιδιαίτερα, εκτός φυσικά από την αυξητική τάση που σημειώνει τελευταία η επισκεψιμότητα, είναι το γεγονός ότι το μουσείο έχει αποκτήσει και τους «επισκέπτες που επιστρέφουν», οι οποίοι παρακολουθούν κάθε εκδήλωση και αναμένουν με ενδιαφέρον την επόμενη. Προσπαθούμε να αφουγκραστούμε τις προσδοκίες της τοπικής και όχι μόνο, κοινωνίας και αντιλαμβανόμαστε, ότι είναι κοινός στόχος το μουσείο να αποτελεί σίγουρα έναν δημοφιλή προορισμό μέσα από τον οποίο αναδεικνύεται η πλούσια ιστορία της πόλης, αλλά παράλληλα να μεταβάλλεται σε ένα πολιτιστικό τοπόσημο, γόνιμο πεδίο δράσεων πολιτισμού και συμμετοχικότητας.
Τα σημαντικότερα εκθέματα
Η Μικρή και η Μεγάλη Άρτεμη
Ο κρυμμένος Θησαυρός των Χάλκινων Θεών
Στις 18 Ιουλίου 1959 στο κέντρο της πόλης του Πειραιά ήταν το χάλκινο χέρι του θεού Απόλλωνα, που διέκοψε τις εκσκαφικές εργασίες του δικτύου ύδρευσης και φανερώθηκε το κρυμμένο για πολλούς αιώνες μυστικό: Ο κούρος Απόλλωνας, η Αθηνά, η μεγάλη Άρτεμη, η μικρή Άρτεμη, ένα τραγικό προσωπείο, μία ασπίδα, δύο μαρμάρινες Ερμαϊκές στήλες και η μαρμάρινη Άρτεμη, έργα που χρονολογούνται από τον 6ο έως και τον 1ο αιώνα π.Χ. Είχαν τοποθετηθεί σχεδόν αγκαλιασμένα, μέσα σε όρυγμα στο δάπεδο ενός κτιρίου που βρισκόταν πολύ κοντά στο θρησκευτικό και εμπορικό κέντρο του αρχαίου λιμένα.
Τα ανασκαφικά και ιστορικά τεκμήρια οδηγούν στην υπόθεση της απόκρυψης των σημαντικών γλυπτών, που πιθανώς κοσμούσαν χώρους λατρείας του Πειραιά ή της Αθήνας ή ακόμη και της ευρύτερης Αττικής, με σκοπό να διασωθούν από την επικείμενη επίθεση του Σύλλα εναντίον των Αθηναίων, το 86 π.Χ. Την επίθεση των Ρωμαίων ακολούθησε η αδυσώπητη λεηλασία της Αθήνας και η ολοκληρωτική καταστροφή με φωτιά του Πειραιά. Πρόκειται για ένα σπουδαίο, πολύτιμο σύνολο εκθεμάτων, όχι μόνον λόγω της γοητείας που αποπνέει η ιστορία της απόκρυψης και ανεύρεσης τους, αλλά και λόγω της υψηλής ιστορικής, καλλιτεχνικής και επιστημονικής τους αξίας.
Το Ταφικό Μνημείο της Καλλιθέας
Πρόκειται για ένα μνημειακών διαστάσεων έκθεμα του 335 π.Χ. αναστηλωμένο στο φυσικό του μέγεθος. Στον ναΐσκο βλέπουμε τα αγάλματα του μετοίκου Νικήρατου από την Ίστρο, του γιου του Πολυξένου και του δούλου, που φέρει το ιμάτιο του Πολυξένου. Το μέγεθος του μνημείου και η σύγκριση με τα υπόλοιπα ταφικά γλυπτά της αίθουσας, βοηθούν τον επισκέπτη να αντιληφθεί τον σπουδαίο ρόλο της κοινότητας των μετοίκων στην Αθηναϊκή κοινωνία.
Επίσης το ίδιο το μνημείο φανερώνει το μέγεθος της ανθρώπινης ματαιοδοξίας, που υποδηλώνεται στην προσπάθεια του πλούσιου εμπόρου να καταστήσει αλησμόνητη τη φήμη της οικογένειάς του και τον ρόλο της σε μια κοινωνία που όμως του αρνήθηκε το δικαίωμα «της ισοπολιτείας», δηλαδή το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, το οποίο απολάμβαναν αυστηρά μόνον οι Αθηναίοι πολίτες.
Η στήλη του Παγχάρους
Το επιτύμβιο αυτό γλυπτό συνδέεται με τη μάχη της Χαιρώνειας, το 338 π.Χ. ανάμεσα στους Μακεδόνες του Φιλίππου Β΄ και τις ελληνικές συμμαχικές πόλεις του νότου. Η παράστασή του μας αφηγείται την ιστορία ενός γενναίου πολεμιστή, που άφησε την τελευταία του πνοή στη μάχη. Ο Παγχάρης, γιος του Λεωχάρους, ήταν ένας από τους Αθηναίους που πολέμησαν με αυτοθυσία στο πλευρό των Θηβαίων και των υπόλοιπων συμμάχων.
Στο επιτύμβιο ο οπλίτης στα αριστερά, μάλλον ο Παγχάρης μάχεται με αυτοθυσία υπερασπιζόμενος τον πεσμένο, ίσως ήδη τραυματισμένο συμπολεμιστή του, ενάντια στον έφιππο Μακεδόνα. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου και η πλούσια νεανική κόμη του ιππέα παραπέμπουν σε προσωπογραφίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Η λουτροφόρος, κατεξοχήν γαμήλιο αγγείο, που εδώ την βλέπουμε κάτω από την σκηνή της μάχης υποδηλώνει, ότι ο νεκρός ήταν νέος, σε ηλικία γάμου.
Χάλκινο έμβολο τριήρους
Μοναδικό και σπάνιο εύρημα του 4ου π.Χ. αιώνα παραδόθηκε στο μουσείο από τον Βασίλειο Κάλιο. Το έμβολο βρισκόταν στην κατάληξη της τρόπιδος του πλοίου ως όπλο για τον εμβολισμό των εχθρικών καραβιών. Το σφηνοειδές σχήμα του, για το οποίο θα μπορούσαμε να πούμε, ότι παραπέμπει και σε μία μοντέρνα από αισθητικής άποψης καλλιτεχνική φόρμα εξυπηρετούσε λόγους εύκολου εμβολισμού και εξίσου εύκολης αποκόλλησης από το εχθρικό καράβι. Η μεγάλη ρωγμή στην επιφάνειά του όμως, μας αφηγείται το πιθανώς ολέθριο χτύπημα, που στάθηκε μοιραίο για το πλοίο και τους ναύτες του.
Το έμβολο είναι ένα πολύ σημαντικό έκθεμα στη θεματική ενότητα του Πειραιά ως σημαντικού πολεμικού ναυστάθμου. Γίνεται κατανοητή έτσι, η σημασία της ίδρυσης του αρχαίου λιμανιού σύμφωνα με το μεγαλόπνοο και αποτελεσματικό σχέδιο του Θεμιστοκλή, που έστρεψε τους συμπολίτες του προς την θάλασσα, διότι όπως αναφέρει ο Πλούταρχος στον βίο του διάσημου Αθηναίου πολιτικού, «τήν μέν κατά θάλατταν ἀρχήν , γένεσιν εἶναι δημοκρατίας».
Μετρητής όγκου υγρών (σήκωμα)
Το λιμάνι του αρχαίου Πειραιά λειτουργούσε όχι μόνο ως κέντρο άμυνας και ναυτική βάση της Aθήνας αλλά και ως κέντρο ανεφοδιασμού, καθώς και εμπορικής και βιοτεχνικής δραστηριότητας. Μάλιστα, η αθηναϊκή πολιτεία δείχνοντας έμπρακτα μεγάλο ενδιαφέρον για το επίνειό της φρόντιζε για την απρόσκοπτη λειτουργία του εμπορίου με τον διορισμό αξιωματούχων.
Στο πλαίσιο λοιπόν, του αγορανομικού ελέγχου για όλα τα αγαθά που διακινούνταν μέσω του λιμανιού, γινόταν χρήση και των λεγόμενων «σηκωμάτων». Πρόκειται για μια πλάκα του 4ου αιώνα π.Χ. με σειρά κοιλωμάτων, που προορίζονταν για τον έλεγχο των πωλούμενων υγρών. Το κάθε κοίλωμα αντιστοιχούσε ογκομετρικά στα διάφορα προς χρήση μέτρα (δηλαδή αγγεία ανάλογου περιεχομένου) και στο κάτω μέρος είχε μια οπή. Κατά αυτόν τον τρόπο, μετά τον έλεγχο, το υγρό κυλούσε στο φιαλίδιο που κρατούσε ο πελάτης.
Μετρολογικό ανάγλυφο
Είναι ένα επίσης σπάνιο εύρημα, το οποίο βρέθηκε εντοιχισμένο σε εκκλησάκι της Σαλαμίνας. Αποτελούσε και αυτό, όπως τα «σηκώματα», εργαλείο ελέγχου της τήρησης των επίσημων μέτρων της πολιτείας από τους εμπόρους.
Στο ανάγλυφο του 4ου αιώνα π.Χ. απεικονίζονται οι εξής μονάδες μέτρησης μήκους: Μισή οργιά (η ολόκληρη οργιά ισοδυναμεί με το άνοιγμα των δυο χεριών), πήχυς, σπιθαμή (παλάμη) και πους (πόδι). Η επιλογή της αποτύπωσής τους σε κοίλο ανάγλυφο υπαγορεύθηκε από λόγους διευκόλυνσης του ελέγχου των μετρητικών εργαλείων μήκους, πιθανώς ενός σχοινιού (μεζούρας), το οποίο τοποθετούσαν επάνω στην κοιλότητα της αντίστοιχης μονάδας μέτρησης.
Σε μία δεύτερη ανάγνωση το αντικείμενο μας βοηθά να αντιληφθούμε την ανάγκη του ανθρώπου να χρησιμοποιήσει το ίδιο του το σώμα για να συντάξει τα πρώτα μετρητικά συστήματα.
Το ανάγλυφο του Ασκληπιού
Από το Ιερό του Ασκληπιού στον Πειραιά του οποίου η ίδρυση προηγήθηκε χρονικά σε σχέση με το αθηναϊκό Ασκληπιείο, προέρχεται το ανάγλυφο του μυθολογικού πατέρα της Ιατρικής, του θεού Ασκληπιού (5ος αιώνας π.Χ.). Το ανάγλυφο παρουσιάζει τον θεό να ακουμπά τα χέρια του σε μια ασθενή ξαπλωμένη σε κλίνη με σκοπό να τη θεραπεύσει ενώ απεικονίζονται επίσης η Υγεία (κατά άλλους γυναίκα του, κατά άλλους αδελφή του), καθώς και οι συγγενείς της ασθενούς.
Τα ασκληπιεία, ιδιότυπης μορφής ιερά που λειτουργούσαν σε πολλά μέρη της αρχαίου ελληνικού κόσμου, τείνουν πολλές φορές να θεωρούνται ως οι πρόδρομες μορφές των σύγχρονων ιατρικών μονάδων. Ωστόσο, το πιθανότερο είναι ότι επρόκειτο για ιερά στα οποία επιδιωκόταν η ίαση μέσω της ισχυρής αυθυποβολής και της πίστης στον θεό.
Υδρία με παράσταση αρπαγής της Νύμφης Αίγινας από τον Δία
Η υδρία του 430 π.Χ. αποδίδεται στον Πολύγνωτο, δημοφιλή ζωγράφο στην Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. Η παράσταση διακρίνεται για την καλλιτεχνική ποιότητα στο σχέδιο, τη σύνθεση, την απόδοση των μορφών αλλά και των λεπτομερειών. Γίνεται φανερή η πρόθεση του καλλιτέχνη να αποδώσει τα έντονα συναισθήματα που εκφράζονται από τους πρωταγωνιστές της σκηνής. Ο Δίας κρατώντας τον κεραυνό έχει ήδη αρπάξει την όμορφη νύμφη Αίγινα, η οποία προσπαθεί να αποφύγει τον διώκτη της, μπροστά στα μάτια των τριών αδελφών της.
Το θέμα της αρπαγής κόρης από το Δία συναντάται συχνά σε μύθους, που σκοπεύουν να προβάλλουν τον πανελλήνιο Δία ως εθνικό θεό των Ελλήνων, αλλά και ως εγγυητή της νομιμότητας της πατροπαράδοτης βασιλικής εξουσίας του κάθε τόπου. Το αγγείο προέρχεται από την Συλλογή Α. Νομίδου.
Λευκή λήκυθος με σκηνή προθέσεως
Στη μεγάλη λήκυθο με το λευκό βάθος, που εκτίθεται στο Μουσείο Πειραιά απεικονίζεται σκηνή Πρόθεσης νεκρής γυναίκας. Κατά τη διάρκεια της Πρόθεσης (σε χρονική περίοδο μιας ημέρας) ο νεκρός κείται στην κλίνη ενώ λαμβάνει χώραν η εκδήλωση του εθιμοτυπικού θρήνου από την οικογένεια και τους φίλους. Ακριβώς αυτή η στιγμή απεικονίζεται και στην δική μας περίπτωση, καθώς διακρίνεται μπροστά από τη νεαρή νεκρή, η μοιρολογίστρα με λυμένα μαλλιά ενώ πίσω από την εκλιπούσα στέκουν οι γονείς της με έκφραση οδύνης στα πρόσωπά τους.
Το αγγείο προέρχεται από τη Σαλαμίνα, χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 5ου αιώνα π.Χ και από την έρευνα έχει χαρακτηριστεί ως έργο στο οποίο αναγνωρίζεται η τεχνοτροπία καλλιτέχνη που ανήκε στον κύκλο του «Γραφέως των Καλάμων».
Αρχαίο Θέατρο Ζέας
Το μνημείο ανασκάφηκε το 1881 από τον Δ. Φίλιο. Διέθετε κοίλο, ορχήστρα και σκηνικό οικοδόμημα και είχε θεμελιωθεί επάνω στον πειραϊκό μαργαϊκό ασβεστόλιθο, πέτρωμα ιδιαίτερα εύθρυπτο, με συνέπεια να έχει υποστεί εκτεταμένες φθορές (ιδιαίτερα στο τμήμα του κοίλου). Το σκηνικό οικοδόμημα σώζεται σε επίπεδο θεμελίωσης και το σχήμα του γίνεται αντιληπτό από το λαξευμένο ίχνος επάνω στο βραχώδες φυσικό υπόβαθρο. Το προσκήνιο διακρίνεται καλύτερα, καθώς διατηρείται ο θεμέλιος δόμος του από κατεργασμένους ασβεστόλιθους. Πρότυπό του ήταν το μεγάλο Διονυσιακό θέατρο της Αθήνας.
Το θέατρο οικοδομήθηκε τον 2ο αιώνα π.Χ. αλλά δεν είναι σαφές εάν λειτούργησε παράλληλα με το προϋπάρχον του 5ου αιώνα που βρισκόταν στις υπώρειες του λόφου του Προφήτη Ηλία ή εάν κατασκευάστηκε για να αντικαταστήσει το προηγούμενο, το οποίο πιθανώς να είχε καταστραφεί. Το μνημείο, πλαισιωμένο από το παλαιό και το νέο μουσείο, τυπικά αρχιτεκτονικά δείγματα των αρχών και των μέσων του 20ου αιώνα αντίστοιχα, ενσωματώνεται στο αστικό τοπίο της περιοχής και μοιάζει να γεφυρώνει το χθες με το σήμερα. Το σημαντικό αυτό ιστορικό έμβλημα για την πόλη του Πειραιά αποτελεί ευτύχημα για το μουσείο και τους επισκέπτες του.
Η επιτύμβια λουτροφόρος του Λύσιδος
Το μικρών διαστάσεων γλυπτό με μορφή λουτροφόρου σήμαινε τον τάφο του Λύσιδος, όπως μας πληροφορεί η επιγραφή στο βάθρο του. Ο καθισμένος γέροντας Λύσις, γιος του Δημοκράτους, μας είναι γνωστός από τον ομώνυμο Πλατωνικό διάλογο. Σύμφωνα με το κείμενο του Πλάτωνα ανήκε σε παλαιά, αριστοκρατική και εύπορη οικογένεια της αρχαίας Αθήνας και ήταν μαθητής του Σωκράτη με καταγωγή από τον δήμο Αιξωνής (σήμερα η περιοχή της Γλυφάδας).
Το λιτό ταφικό μνημείο (β’ μισό του 4ου αιώνα π.X.) συνιστά τον αντίποδα στο πολυτελές και επιδεικτικό ταφικό μνημείο του εύπορου μετοίκου Νικήρατου από την Ίστρο, που βρέθηκε στην Καλλιθέα. Η παράλληλη έκθεσή τους στην ίδια αίθουσα δημιουργεί ερεθίσματα για πολλαπλές ερμηνευτικές προσεγγίσεις και βοηθά τον επισκέπτη να κατανοήσει τα στερεότυπα, που υπαγόρευσαν τις επιλογές των δύο οικογενειών από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Σηματοδοτώντας τους τάφους των προσφιλών συγγενών τους είτε με ένα λιτό και απέριττο γλυπτό η αριστοκρατική αθηναϊκή οικογένεια, είτε με ένα πολυτελές μαυσωλείο η οικογένεια του εύπορου μετανάστη από την Ίστρο επιδιώκουν να διατηρήσουν άσβεστη τη μνήμη των εκλιπόντων και παράλληλα διεκδικούν τον δημόσιο έπαινο για τους ίδιους και τις οικογένειές τους. Μάλιστα η υπερβολή κατά την κατασκευή πολυτελών ταφικών μνημείων οδήγησε τους Αθηναίους στη διά νόμου απαγόρευσή τους στο τέλος του 4ου αιώνα. Η απόφαση αυτή σήμαινε το τέλος της υψηλής αττικής επιτάφιας τέχνης.
Οι επιλογές των δύο αρχαιολόγων
Επιγραφή με τιμοκατάλογο κρεάτων
Η ενεπίγραφη στήλη του 1ου αιώνα π.Χ. με τον τιμοκατάλογο κρεάτων μας διαφωτίζει σχετικά με τις γαστριμαργικές δημιουργίες, που απολάμβαναν οι θαμώνες στις ταβέρνες του λιμανιού. Από την κατάταξη σε τρεις ποιοτικές κατηγορίες φαίνεται πως στην πρώτη θέση βρίσκονταν τα χοιρινά, ακολουθούσαν τα αιγοπρόβεια και τελευταία τα βοδινά. Ενδεικτικό των εδεσματολογικών προτιμήσεων της εποχής είναι το γεγονός, ότι ο κατάλογος αναφέρεται σε ποδαράκια, κεφαλές και εντόσθια των παραπάνω κατηγοριών κρέατος!
Επιτύμβια στήλη λεχωίδας από την οδό Πειραιώς
Ανάμεσα στα γλυπτά που βρίσκονται στην αίθουσα του Μνημείου της Καλλιθέας, αξίζει την προσοχή του επισκέπτη η επιτύμβια στήλη, που προέρχεται από την οδό Πειραιώς και χρονολογείται στον 4ο αιώνα π.Χ. Απεικονίζει μια νεκρή λεχωίδα (που είναι η καθιστή μορφή), καθώς την αποχαιρετούν η μητέρα της, ο άνδρας της (του οποίου δεν σώζεται το κεφάλι) και μια δούλη που κρατάει το νεογνό, το οποίο επέζησε από τη δύσκολη γέννα. Αξιοσημείωτη είναι η εξαιρετικά θλιμμένη έκφραση της μητέρας καθώς ατενίζει την κόρη της που έχασε τη ζωή της μετά τον εργώδη τοκετό. Ωστόσο, πίσω από τη στήλη αυτή κρύβεται μια δυσάρεστη πτυχή της αρχαιότητας: Εφόσον οι γυναίκες θεωρούνταν βάσει των φιλοσοφικών και κοινωνικών αντιλήψεων της εποχής κατώτερες από τους άνδρες υφίσταντο περιορισμούς ως προς την ποσότητα και την ποιότητα της τροφής που ελάμβαναν από τη βρεφική ακόμα ηλικία.
Καθώς το γεγονός αυτό συνεπαγόταν τη χρόνια έλλειψη πολύτιμων συστατικών, που ήταν απαραίτητα για την εύρυθμη λειτουργία του οργανισμού τους, οι γυναίκες ήταν επιρρεπείς σε ασθένειες (όπως τη μεγαλοβλαστική αναιμία) και δυσκολεύονταν να ανταποκριθούν στην ιδιαίτερα απαιτητική για το σώμα τους, διάρκεια της εγκυμοσύνης. Οι ευάλωτοι οργανισμοί τους υπέκυπταν πολύ εύκολα σε κάθε λογής λοιμώξεις και ο τοκετός αποδεικνυόταν τελικά ένα πολύ δύσκολο στοίχημα επιβίωσης τόσο για τις ίδιες τις μητέρες όσο και για τα βρέφη, από την ενδομήτρια ακόμη περίοδο.
Ο τάφος του ποιητή από τη Δάφνη
Το 1981, κατά τη διάρκεια σωστικής ανασκαφής στην περιοχή της Δάφνης, αποκαλύφθηκαν δυο τάφοι του 5ου αιώνα π.Χ.. Από αυτούς ο δεύτερος είχε και τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα, καθώς μαζί με τον σκελετό νεαρού άνδρα ανευρέθηκαν τέσσερα μουσικά όργανα: Δύο ξύλινοι αυλοί, θραύσματα ενός αντηχείου λύρας (χέλυς) από καύκαλο χελώνας και μία ξύλινη τριγωνική άρπα, που αποτελεί μοναδικό εύρημα για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Επιπλέον, μαζί με τα μουσικά όργανα βρέθηκαν τέσσερις ξύλινες πλάκες (και θραύσματα μίας πέμπτης) με επικάλυψη κεριού -τμήματα δηλαδή, δύο πολυπτύχων, που ήταν τα τετράδια της εποχής-, ένας πάπυρος με ποιητικά κείμενα, καθώς κι ένα ξύλινο κουτί εντός του οποίου ήταν αποθηκευμένη γραφική ύλη: Μία μπρούτζινη γραφίδα, ένα μελανοδοχείο και μία ξύστρα. Το σύνολο συμπλήρωναν ένα μικρό πριόνι ως εργαλείο για την επισκευή των οργάνων αλλά και εννιά αστράγαλοι (επτά οστέινοι και δύο μπρούτζινοι), ένα είδος παιχνιδιού της εποχής.
Σε συνεργασία με το Εργαστήριο Φωνής και Προσβασιμότητας του Πανεπιστημίου Αθηνών, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής και την Εταιρεία Διάδραση, η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιά συμμετείχε με τα δύο έγχορδα μουσικά όργανα (τη λύρα και την άρπα) σε πιλοτικό πρόγραμμα ΕΣΠΑ για την αναπαραγωγή του ψηφιακού ήχου των μουσικών οργάνων, με την ονομασία ΜΝΗΣΙΑΣ. Έτσι σήμερα, μέσω του infokiosk που είναι εγκατεστημένο στον χώρο, ο επισκέπτης του Μουσείου μπορεί να ακούσει τον αυθεντικό ήχο των μουσικών οργάνων του Πειραιά αλλά και του Μουσείου των Μεγάρων, όπως ακούγονταν στην αρχαιότητα, καθώς επίσης και να έχει πρόσβαση στις ανασκαφικές πληροφορίες των ευρημάτων, σε σχετικά βίντεο κλπ..
Διακοσμητικό ανάγλυφο με παράσταση νυμφών σε χορό
Όταν ο επισκέπτης σταθεί μπροστά από αυτό το ανάγλυφο του 2ου αιώνα π.Χ. θα εντυπωσιασθεί από την αισθητική απόδοση των νεαρών γυναικών, που χορεύουν πιασμένες από τις άκρες των ιματίων τους, μπροστά από ένα δέντρο και έναν βωμό. Με δεξιοτεχνία, που θα ζήλευε κάθε σύγχρονος εικαστικός, ο καλλιτέχνης του αττικού εργαστηρίου επιμελήθηκε τον πίνακα, παρ΄όλο που φαίνεται να ήταν ένας από τους πολλούς που είχαν παραγγελθεί για να διακοσμήσουν δημόσια και ιδιωτικά κτίρια πιθανώς στη Ρώμη.
Το έργο εντάσσεται σε μία μεγάλη ομάδα ανάγλυφων πινάκων με παραστάσεις από δημοφιλή μυθολογικά θέματα, τα οποία ανασύρθηκαν από τη θάλασσα κατά τις εργασίες εκβάθυνσης του σύγχρονου λιμένα του Πειραιά. Ενδεχομένως το πλοίο που ξεκινούσε από τον Πειραιά για τη Ρώμη με την μεγάλη και «βαριά» παραγγελία έργων που φιλοτεχνήθηκαν από τους έμπειρους καλλιτέχνες της Αττικής, να βυθίστηκε στο ξεκίνημα του ταξιδιού του.
Βιογραφικά
Η Ανδρομάχη Καπετανοπούλου αποφοίτησε από το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας με ειδίκευση στην Αρχαιολογία του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είναι κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου σπουδών (M.Α.) στον τομέα της Πολιτιστικής Πολιτικής και Ανάπτυξης.
Από το 1995 έως το 2006 εργάσθηκε ως συμβασιούχος αρχαιολόγος σε σωστικές ανασκαφές στην πόλη της Ελευσίνας και στο κέντρο της Αθήνας. Από το 2006 υπηρετεί ως μόνιμη αρχαιολόγος, αρχικά στην Γ΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και από το 2008 έως σήμερα στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων. Κατά το διάστημα αυτό διενήργησε σωστικές ανασκαφές στη νήσο Σαλαμίνα και ορίσθηκε επιβλέπουσα αρχαιολόγος του αναστηλωτικού έργου του Κυκλοτερούς Ταφικού Μνημείου στις Κολώνες Σαλαμίνας. Από το 2015 έως και σήμερα ασκεί καθήκοντα υπεύθυνης αρχαιολόγου στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά. Παράλληλα από το 2023 έχει ορισθεί υπεύθυνη αρχαιολόγος και στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνας.
Έχει συμμετάσχει στον σχεδιασμό, οργάνωση και υλοποίηση περιοδικών εκθέσεων και ποικίλων μουσειακών πολιτιστικών δράσεων, καθώς και σε αποστολή συνοδείας αρχαίων έργων σε περιοδική έκθεση του εξωτερικού. Έχει πάρει μέρος σε αρχαιολογικά συνέδρια και έχει δημοσιεύσει άρθρα σε αρχαιολογικά περιοδικά, και συλλογικούς τόμους.
Η Αλεξάνδρα Θ. Συρογιάννη είναι κλασική αρχαιολόγος (Μaster κλασικής αρχαιολογίας) και υπηρετεί στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων από το 2005. Είναι κάτοχος διδακτορικού τίτλου σπουδών από το Πανεπιστήμιο Αθηνών και έχει εκπονήσει μεταδιδακτορική έρευνα στο ίδιο Πανεπιστήμιο, σχετικά με τη μελέτη και την ερμηνεία των ανθρώπινων σκελετικών καταλοίπων, αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Τα επιστημονικά της ενδιαφέροντα εστιάζουν στην Παλαιοπαθολογία, στην Ταφονομία, στη μελέτη του ταφικού περιβάλλοντος μέσω της Αρχαιοθανατολογίας και στη Δικαστική Ανθρωπολογία. Ασχολείται ενεργά με το αντικείμενο ενδιαφέροντός της, συμμετέχοντας σε ελληνικά και διεθνή επιστημονικά συνέδρια, συγγράφοντας άρθρα και μελετώντας σκελετικά κατάλοιπα, που έχουν προκύψει από διάφορες ανασκαφικές θέσεις της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, εντός και εκτός Αττικής.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πειραιά (μεταξύ άλλων) συμμετέχει στον σχεδιασμό, την οργάνωση και την υλοποίηση περιοδικών εκθέσεων και ποικίλων μουσειακών πολιτιστικών δράσεων ενώ διενεργεί θεματικές ξεναγήσεις για το κοινό, με θέματα κυρίως γύρω από τις γυναίκες και τα παιδιά στην αρχαιότητα, τις ασθένειες του παρελθόντος, τις ιατρικές μεθόδους, τα ταφικά έθιμα αλλά και την ερμηνεία και αξιοποίηση των οστών, στο περιβάλλον του Μουσείου.
Ανακαλύψτε το «Αφιέρωμα – Μουσεία»
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Τι να δω στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας – Γράφει η αρχαιολόγος δρ Ερωφίλη-Ίρις Κόλλια
Τι να δω στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο – Γράφει η αρχαιολόγος δρ Κατερίνα Δελλαπόρτα
Τι να δω στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας – Γράφει η αρχαιολόγος δρ Σταυρούλα Σδρόλια
Τι να δω στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης – Γράφει ο αρχαιολόγος δρ Παύλος Τριανταφυλλίδης
- Τρώγεται η τέχνη; Σοκολάτες, δημητριακά, λαρδί και μπανάνες προς βρώση και έκθεση
- ΔΕΣΦΑ: Αύξηση μεταφορικής ικανότητας και νέες πηγές προμήθειας αερίου με τον κάθετο διάδρομο προς ΝΑ Ευρώπη
- ΣΥΡΙΖΑ: Στις κάλπες σήμερα για την ανάδειξη νέου προέδρου – Ποιοι έχουν δικαίωμα ψήφου
- Καιρός: Αισθητή πτώση της θερμοκρασίας σε όλη τη χώρα – Παγετός κατά τόπους