• Οικονομία

    Scope Ratings για Ελλάδα: Το χρέος «οδηγός» για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας

    • NewsRoom
    Dennis Y. Shen macroeconomist, currently a Senior Director at the European rating agency – Scope Ratings

    Dennis Y. Shen macroeconomist, currently a Senior Director at the European rating agency – Scope Ratings


    «Οι θετικές προοπτικές για την αξιολόγηση BBB- της Ελλάδας στηρίζονται στη μείωση του δημόσιου χρέους, στο γεγονός ότι το τραπεζικό σύστημα έχει γίνει πιο ανθεκτικό και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση των τρωτών σημείων της οικονομίας» αναφέρει σε νέα έκθεσή της, που υπογράφεται από τον Dennis Shen, η Scope Ratings, τονίζοντας πως η βασική εκτίμηση του οίκου είναι ότι τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα θα διατηρηθούν τα επόμενα χρόνια.

    «Προβλέπουμε ότι ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας θα μειωθεί στο 150,5% του ΑΕΠ έως το τέλος του τρέχοντος έτους και στο 132,8% έως το 2029 (Γράφημα 1), από το υψηλό του 207% όπου βρέθηκε το 2020. Εάν επιτευχθεί αυτό, το ποσοστό του 2029 θα αντιπροσωπεύει το χαμηλότερο ποσοστό χρέους προς το ΑΕΠ της Ελλάδας από την αρχή της ελληνικής κρίσης το 2009 και θα είναι χαμηλότερο από το ποσοστό χρέους της Ιταλίας (με υψηλότερη αξιολόγηση BBB+) έως το 2027. Οι προβλέψεις μας λαμβάνουν υπόψη την αναμενόμενη πρόωρη αποπληρωμή φέτος των δόσεων του ελληνικού δανείου ύψους 7,9 δισ. ευρώ που λήγουν το 2026, το 2027 και το 2028», αναφέρει η έκθεση.

    «Οι προβολές μας για το χρέος αναγνωρίζουν την πρόσφατη δημοσιονομική υπεραπόδοση. Αναμένουμε ότι η κυβέρνηση θα επιτύχει ή ακόμη και θα υπερβεί ελαφρώς τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2024 για 2,1% του ΑΕΠ. Επικαιροποιήσαμε την παραδοχή μας για το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα κατά μέσο όρο 2,5% του ΑΕΠ την περίοδο 2025-27, το υπόλοιπο της θητείας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη».

    «Οι παραδοχές μας λαμβάνουν υπόψη το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικού Προγράμματος της Ελλάδας που υποβλήθηκε πρόσφατα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ο προϋπολογισμός προτείνει καθαρά 2,9 δισ. ευρώ μόνιμων επεκτατικών μέτρων διακριτικής ευχέρειας (ή 1,2% του ΑΕΠ) για το επόμενο έτος μετά από εκτιμώμενα 1,8 δισ. ευρώ (0,8% του ΑΕΠ) για το 2024», αναφέρει.

    «Οι δημοσιονομικές προσαρμογές αφορούν κυρίως την πλευρά των δαπανών, με έμφαση στη μεταρρύθμιση των μισθών του δημόσιου τομέα και στις αυξήσεις των συντάξεων. Περιλαμβάνουν όμως και μειώσεις των εισφορών ασφάλισης κατά 1 ποσοστιαία μονάδα από τον Ιανουάριο του 2025. Η δημοσιονομική προσαρμογή χρησιμοποιεί κυρίως τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο μετά την πρόσφατη θετική εξέλιξη των εσόδων από την ευνοϊκή ανάπτυξη και τη βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης», προσθέτει ο Dennis Shen.

    «Η συνεχής προτεραιότητα στα αυξημένα πρωτογενή πλεονάσματα ακόμη και μετά την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία διάσωσης αποτέλεσε έκπληξη και ενίσχυσε την εμπιστοσύνη μας στην κυβέρνηση για την επίτευξη δημοσιονομικών ελλειμμάτων 0,5% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2024-26, πριν από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές», αναφέρει.

    Η εύρωστη οικονομική ανάπτυξη ξεπερνά τους μέσους όρους της ζώνης του ευρώ

    «Οι προβλέψεις μας για τα επίπεδα του δημόσιου χρέους προϋποθέτουν αύξηση της παραγωγής κατά 2,4% για το τρέχον έτος και 1,9% για το 2025, ελαφρώς αναθεωρημένη προς τα πάνω από τις εκτιμήσεις μας του Ιουλίου. Εάν υλοποιηθεί, η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα ξεπεράσει εκείνη της ζώνης του ευρώ, την οποία εκτιμούμε σε περίπου 1,0% για φέτος και 1,5% το 2025», αναφέρει η έκθεση.

    «Η πρόσφατη ανάπτυξη πάνω από την τάση για την Ελλάδα τροφοδοτήθηκε από τα ισχυρά έσοδα από τον τουρισμό, την εύρωστη ιδιωτική κατανάλωση (αξιοποιώντας τις εναπομείνασες αποταμιεύσεις από την πανδημική κρίση) και τις καλύτερες επενδύσεις λόγω της ενισχυμένης εμπιστοσύνης των επενδυτών. Η μέση εκτίμησή μας για ανάπτυξη 1,4% από το 2026 έως το 2029 υποθέτει αισιόδοξα ότι δεν θα υπάρξει ουσιαστική κρίση έως το 2029 και ότι δεν θα υπάρξει ετήσια ύφεση σε αυτόν τον ορίζοντα».

    «Η Ελλάδα διατήρησε την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις του προγράμματος «Ελλάδα 2.0», του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) και της Πολιτικής Συνοχής της ΕΕ. Στις 16 Οκτωβρίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκταμίευσε την τέταρτη πληρωμή ύψους 998,6 εκατ. ευρώ σε επιχορηγήσεις από το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας ύψους 35,9 δισ. ευρώ. Μέχρι σήμερα έχει καταβληθεί συνολικά το 51% της συνολικής χρηματοδότησης του ΣΑΑ. Ενώ οι επενδύσεις σήμερα είναι υψηλότερες από ό,τι πριν από την πανδημία, παραμένουν χαμηλές, μόλις στο 14% της παραγωγής του έτους έως το δεύτερο τρίμηνο του 2024. Αυτό είναι κάτω από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ που είναι 21%», αναφέρει.

    «Η ενίσχυση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας παραμένει προτεραιότητα. Η ανεργία είχε μειωθεί στο 9,5% του ενεργού εργατικού δυναμικού μέχρι τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους, από τις μέγιστες τιμές του Ιουνίου του 2020 που ήταν 20,4%. Παρόλο που η ανεργία βρίσκεται κοντά στο χαμηλότερο επίπεδό της από το 2009, παραμένει σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο της ΕΕ (5,9%). Βλέπουμε την ελληνική ανεργία να διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 10,0% φέτος και στο 9,6% το 2025.», προσθέτει

    Βελτίωση της ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος, μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των κρατικών συμμετοχών

    «Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει περαιτέρω πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs). Τα ενοποιημένα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε επίπεδο συστήματος είχαν μειωθεί στο 6,9% τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους από 49,1% τον Ιούνιο του 2017, αν και ο δείκτης παραμένει πάνω από το 1,9% του μέσου όρου της ΕΕ. Αναμένουμε ότι τα ελληνικά μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα συνεχίσουν να μειώνονται, καθώς οι τράπεζες παραμένουν προσηλωμένες στην περαιτέρω εξυγίανση των ισολογισμών τους», αναφέρει η Scope.

    «Η σημαντική κατοχή από τις τράπεζες εγχώριων κρατικών ομολόγων και οι κρατικές εγγυήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος Ηρακλής ενισχύουν τη σχέση κράτους-τραπεζών. Αυτό εξακολουθεί να αποτελεί πιστωτικό πρόβλημα, αν και οι διασυνδέσεις έχουν μειωθεί καθώς η κυβέρνηση αποχωρεί από τις συμμετοχές της στις τράπεζες.

    Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ολοκλήρωσε πρόσφατα την πώληση 10 ποσοστιαίων μονάδων του 18,4% της συμμετοχής του στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος μέσω δημόσιας προσφοράς μετοχών. Το ΤΧΣ αναμένει να μεταβιβάσει το τελικό 8,4% στο κρατικό επενδυτικό ταμείο. Το ΤΧΣ πούλησε το τελικό 8,9781% της συμμετοχής του στην Alpha Services and Holdings στην UniCredit τον Νοέμβριο του περασμένου έτους και πούλησε το τελικό 27% της συμμετοχής του στην Τράπεζα Πειραιώς τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους. Η εναπομένουσα συμμετοχή του είναι το 72,5% της μικρότερης Attica Bank», αναφέρει.

    Προκλήσεις για την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας

    Η έκθεση της Scope αναφέρει πως «επιβεβαιώσαμε τον Ιούλιο την αξιολόγηση της Ελλάδας σε επενδυτική βαθμίδα BBB- και αλλάξαμε τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές για να λάβουμε υπόψη τις ευνοϊκές εξελίξεις. Παρ’ όλα αυτά, η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις λόγω του αυξημένου δείκτη δημόσιου χρέους της, ο οποίος είναι ο δεύτερος υψηλότερος από τα 40 κράτη με δημόσια αξιολόγηση του Scope μετά την Ιαπωνία».

    «Καθώς η Ελλάδα χρηματοδοτείται από τις αγορές και αποπληρώνει νωρίτερα τα δάνεια διάσωσης και καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίζει την ποσοτική σύσφιξη, η δομή του χρέους της αποδυναμώνεται σταδιακά. Οι καθαρές πληρωμές τόκων αυξάνονται καθώς το κράτος αναχρηματοδοτείται μέσω ακριβότερων εκδόσεων στην αγορά, από 6,3% των εσόδων φέτος σε προβλεπόμενο 7,9% έως το 2029. Η μακρά σταθμισμένη μέση διάρκεια του χρέους των 19,2 ετών επίσης μειώνεται σταδιακά. Η επόμενη προγραμματισμένη δημοσίευσή μας σχετικά με την αξιολόγηση του ελληνικού δημοσίου αναμένεται στις 6 Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους», καταλήγει η έκθεση.



    ΣΧΟΛΙΑ