Η κατάσταση αυτή δεν είναι πολιτικά υγιής ούτε για τα ίδια ούτε για την χώρα και το πολίτευμα της.
Βέβαια, η περίοδος μπορεί να θεωρηθεί μεταβατική – καθώς το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκονται σε μακρόχρονες διαδικασίες για την ανάδειξη νέων ηγεσιών. Ως ένα βαθμό η εσωστρέφεια τους έτσι δικαιολογείται. Ως ένα βαθμό μόνο, διότι στην πράξη αναδεικνύει την τεράστια φτώχεια σε ιδέες και προγράμματα που χαρακτηρίζει και τα δύο. Διαφαίνεται ξεκάθαρα πλέον ότι το θέμα δεν είναι οι ιδέες και τα προγράμματα αλλά ο αρχηγός και η δημοφιλία του.
Έχουμε φτάσει, έτσι στον άκρον άωρο των πρωσοποπαγών κομμάτων . Είναι μία πολιτική εκτροπή που πάντα χαρακτήριζε την Ελλάδα αλλά στις ημέρες μας έχει πλησιάσει σε απαράδεκτα επίπεδα.
Ως πολιτικό σύστημα η δημοκρατία λειτουργεί μέσα από την συστημική, τεκμηριωμένη, κατανοητή στους πολίτες παρουσίαση των κομματικών προγραμμάτων και, ταυτόχρονα, την διενέργεια εποικοδομητικού και ποιοτικού διαλόγου. ΟΙ αντιπαραθέσεις αποφεύγουν τις προσωπικές επιθέσεις (ιδιαίτερα τις οικογενειακές αναφορές), αυτοπεριορίζονται σε θεσμικό επίπεδο με «ψαγμένα», δηλαδή ρεαλιστικά, επιχειρήματα.
Ψιλά γράμματα θα πείτε, αλλά σκεφτείτε επίσης: ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει σε νέα διάσπαση όποιος και να επιλεχθεί, από όποια βάση, ως αρχηγός. Όταν τα μέλη δεν μπορούν καν να συνεννοηθούν μεταξύ τους, τι αντιπολίτευση θα κάνουν; Και μάλιστα με θετικό περιεχόμενο και κοινωνικό απόηχο;
Η ευγένεια του ντιμπέιτ στο ΠΑΣΟΚ ας μην μας παρασύρει να αγνοήσουμε τις βαθιές διαφωνίες και των έξη υποψηφίων μεταξύ τους. Από την εκλογή, δεν θα προκύψει ουσιαστικά ενωμένο ΠΑΣΟΚ, παρά μόνο μία επιφανειακή συμπόρευση με μόνο συγκολλητικό παράγοντα την αντιπαλότητα με τον Μητσοτάκη. Είναι αυτό αρκετό για να προβληθεί πρόγραμμα θέσεων και προτάσεων πολιτικής που να εδράζεται στις πραγματικές κοινωνικό πολιτικές και οικονομικές συνθήκες τις χώρας και τις γεωπολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει;
Η εξουσία κρατά τη Ν.Δ. στις επάλξεις της κυβερνησιμότητας. Η έλλειψη αντίλογου, όμως, όπως έχει ορθά επισημανθεί, κάνει αυτούς που λαμβάνουν αποφάσεις νωθρούς και, αντίθετα, αυτούς που αισθάνονται ότι δεν ανήκουν στον κύκλο της επιρροής επιθετικούς.
Θα μπορούσε να λεχθεί, με κάποια περιορισμένη δόση υπερβολής, ότι το σύστημα δεν λειτουργεί. Διότι, πάντως, δεν λειτουργεί όπως απαιτεί η πραγματική δημοκρατία. Γεγονός που μας φέρνει σ’ ένα δεύτερο θέμα, ακόμη πιο σοβαρό. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία βάζει τους εκλεγμένους από τον λαό αντιπροσώπους του ως διαμεσολαβητές ανάμεσα στον πολίτη και τον κυβερνήτη. Μπορεί αυτό το Αγγλικής επινοής σύστημα να λειτούργησε μέχρι πρόσφατα, όχι όμως στις τελευταίες δεκαετίες και πάντως όχι στον 21ο αιώνα.
Είναι ευρύτατα διαδεδομένη η πεποίθηση στο κοινωνικό σύνολο ότι το μεν πρωθυπουργικό κέντρο έχει αφαιρέσει ισχύ από τους βουλευτές, οι δε βουλευτές έχουν χάσει την επαφή τους με την κοινωνία—ίσως να διατηρούν ακόμη ζωντανές σχέσεις μόνο με συγκριμένα και πολιτικά δεδομένα κομματικά ακροατήρια. Για τον λόγο αυτόν, ακριβώς, στην Ευρώπη εξαπλώνεται σταδιακά και με ικανοποιητικούς ρυθμούς, η ανάπτυξη και χρήση «εργαλείων» που επιχειρούν να καταστήσουν πιο άμεση, ρεαλιστική, ακομμάτιστη, και αποτελεσματική την σχέση του βουλευτή—ως αντιπροσώπου του λαού—με τους ίδιους τους πολίτες.
Δεν έχει τελικά σημασία ποιος θα βγει αρχηγός στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΡΙΖΑ. Και τα δύο κόμματα έκαναν το μεγάλο λάθος να μην ξεκινήσουν με συνέδριο προσδιορισμού θέσεων και μετά την υιοθέτηση τους να επιλεγεί εκείνος που θα κριθεί ως ο πλέον κατάλληλος για την αποτελεσματική προώθηση τους και προβολή τους και, στην συνέχεια, αν το κόμμα έρθει στην εξουσία για την εφαρμογή τους. Εκλέγουν πρόσωπο και όχι θέσεις. Το μάθημα-πάθημα Κασσελάκη και η ανέλιξη Τσίπρα πέρασαν απαρατήρητα στο ΠΑΣΟΚ.
Μεγάλο λάθος. Θα έχει κόστος.
Στη Ν.Δ. κάτι έχουν μάθει. Γι αυτό και ένας είναι ο δρόμος μπροστά της.
Αφενός, αυτοί που λαμβάνουν αποφάσεις να συνειδητοποιήσουν ότι η νωθρότητα, η αυθαιρεσία, η υπεροψία, πάντα, μα πάντα, κοστίζουν πολιτικά. Αργά ή γρήγορα, δεν έχει σημασία. Κοστίζουν. Ότι και να συμβεί.
Αφετέρου, οι βουλευτές να ασκήσουν την κρητική τους με τρόπο που να μην δίνει την εντύπωση εσωκομματικών χαρακωμάτων και προώθησης προσωπικών φιλοδοξιών. Γιατί, π.χ. όταν καταθέτουν επερώτηση τι έγινε με το άλφα ή βήτα δεν πρωτοτυπούν κοινοβουλευτικά και η επερώτηση να παρουσιάζει μεν το πρόβλημα ρωτώντας τον αρμόδιο υπουργό γιατί συμβαίνει αυτό και, στην συνέχεια, να προτείνουν οι ίδιοι τουλάχιστον περίγραμμα λύσης; Αν ο υπουργός δεν απαντήσει ή και απορρίψει την πρόταση να επιμείνουν στην αιτιολόγηση της απόρριψης.
Να ένας τρόπος οι βουλευτές να φανούν πιο χρήσιμοι και αντικειμενικοί, οι υπουργοί πιο αποτελεσματικοί, η κυβέρνηση πιο κοντά στον λαό.
Διαβάστε επίσης
Είναι τόσο χαμηλά ο πήχης που επικροτούμε το αυτονόητο
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Αριστείδης Πίττας: Η EuroDry ενισχύει τον στόλο της με δύο σύγχρονα ultramax
- Θεοδωρικάκος, ενόψει Black Friday: Ελέγχονται πάνω από 100 μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων – Αφορούν πάνω από 10.000 κωδικούς»
- Ερώτηση στη Βουλή για την αύξηση 10% στα δημοτικά τέλη στο Δήμο Αθηναίων
- ΕΛΤΟΝ: Φορολογικό πιστοποιητικό με συμπέρασμα «χωρίς επιφύλαξη» για τη χρήση 2023