Με την μετάβαση της προοπτικής (outlook) της αξιολόγησης του ελληνικού δημοσίου σε θετική από σταθερή από την DBRS, η Ελλάδα επιταχύνει το βηματισμό προς την σταδιακή αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στο επόμενο σκαλοπάτι μετά την επενδυτική βαθμίδα. Μετά την S&P και τη Scope Ratings που έχουν δώσει στη χώρα την επενδυτική βαθμίδα αλλά και θετικά outlook, την υποσχετική δηλαδή για νέα αναβάθμιση του rating εντός 12 – 18 μηνών, η DBRS γίνεται ο τρίτος οίκος που θέτει την Ελλάδα σε αυτόν τον προθάλαμο, δίνοντας σήμα στις αγορές πως η χώρα βρίσκεται σε τροχιά περαιτέρω βελτίωσης της πιστοληπτικής της αξιολόγησης.

Όπως εκτιμούν παράγοντες στην αγορά αυτή η διαδικασία είναι σημαντική για το ελληνικό «αφήγημα» καθώς εδραιώνει την αίσθηση πως η χώρα βελτιώνεται με σταθερό βηματισμό και αυτό αναγνωρίζεται από πολλούς μεγάλους οίκους. Επόμενος σταθμός για τη χώρα είναι το κρίσιμο ραντεβού στις 13 Σεπτεμβρίου με τη Moody’s, τον μοναδικό από τους τέσσερις μεγάλους διεθνείς οίκους που διστάζει να δώσει στη χώρα την επενδυτική βαθμίδα. Το στοίχημα είναι μεγάλο αλλά επί του παρόντος οι προσδοκίες περιορισμένες καθώς ο οίκος ήδη έδωσε στη χώρα πέρσι μια διπλή αναβάθμιση του rating – έχοντας καθυστερήσει αισθητά σε σχέση με τους υπόλοιπους οίκους. Θα ήταν όμως σίγουρα ένα θετικό σενάριο, και μια θετική έκπληξη με τα σημερινά δεδομένα, εάν και η Moody’s σε λίγες ημέρες αποφάσιζε να δώσει έστω τη θετική προοπτική στην αξιολόγηση της, κλείνοντας το μάτι στις αγορές για αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα μέσα στους επόμενους μήνες.

1

Η κατάσταση άλλωστε στην οικονομία μπορεί να δικαιολογήσει ένα τέτοιας εμβέλειας βήμα, κάτι που αποτυπώνεται και στην έκθεση που συνόδευσε την αναβάθμιση του outlook από τη DBRS. Ο οίκος αναγνωρίζει την πρόοδο στον τραπεζικό κλάδο, η ενδυνάμωση του οποίου αποτέλεσε βασικό οδηγό για την αναβάθμιση του outlook. Ταυτόχρονα όμως ο οίκος δηλώνει ικανοποιημένος από την παραμονή του χρέους σε σταθερά πτωτική τροχιά αλλά και από τις διαχειριστικές επιλογές που έχουν γίνει με τη βελτίωση της δομής και του προφίλ του που το καθιστά λιγότερο επιρρεπές στην αστάθεια και τις διακυμάνσεις στις αγορές.

To χρέος

Την ίδια στιγμή χαιρετίζει τη συνέχιση του προγράμματος προαγορών χρέους, που δίνουν σήμα στην αγορά ότι η Ελλάδα αποπληρώνει και μάλιστα προκαταβολικά τα χρέη της ελαφρύνοντας τους προϋπολογισμούς των επόμενων ετών, ενώ σημειώνει και τις επιδόσεις της χώρας στην απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης που, παρά τις αρρυθμίες, παραμένει υψηλά συγκριτικά με τους εταίρους στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα προεξοφλεί πως το νέο τετραετές μεσοπρόθεσμο θα δώσει σήμα συνέχισης της δημοσιονομικής πειθαρχίας στις αγορές, αναμένει δημοσιονομικό έλλειμμα στο 0,9% του ΑΕΠ τον επόμενο χρόνο και ανάπτυξη άνω του 2% την προσεχή διετία. Σημειώνει όμως πως αναμένει μεν η κυβέρνηση να δεσμευτεί στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 2% του ΑΕΠ για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, κάτι που σίγουρα όμως αποτελεί πρόκληση ωστόσο θεωρεί πως οι ελληνικές αρχές έχουν ένα ισχυρό track record στο να «επουλώνουν» ταχύτατα τυχόν δημοσιονομικές αρρυθμίες κόντρα στα διαδοχικά σοκ των τελευταίων ετών.

Η επίτευξη άλλωστε των σταθερά υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων σε συνδυασμό με σταθερά υψηλούς ονομαστικούς ρυθμούς ανάπτυξης, μακροπρόθεσμα, είναι ο βασικός παράγοντας που μπορεί να στηρίξει τη βιωσιμότητα του χρέους, ειδικά καθώς θα επιταχύνεται η αντικατάσταση του χρέους που αυτή τη στιγμή έχει στην κατοχή του ο επίσημος τομέας (ευρωζώνη) με χρέος από την αγορά, γεγονός που θα εκθέσει την ελληνική οικονομία σε αυξημένη ρευστότητα.

Για τον οίκο οποιαδήποτε παρέκκλιση από την δημοσιονομική πειθαρχία που θα θέσει σε κίνδυνο τη σταθερή μείωση του καθαρού χρέους και του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ θα ήταν λόγος επιδείνωσης των αξιολογήσεων. Οι κίνδυνοι ως προς τη δημοσιονομική προοπτική σχετίζονται με το ενδεχόμενο χαμηλότερης ανάπτυξης που θα επέφερε λιγότερα έσοδα, το ρίσκο μιας νέας κρίσης στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων που θα μπορούσαν να απαιτήσουν πρόσθετα μέτρα στήριξης, ακραία κλιματικά φαινόμενα. Στον αντίποδα  τα μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής θα μπορούσαν να υπεραποδώσουν φέρνοντας τελικά περισσότερα έσοδα με τον οίκο να σημειώνει πως σύμφωνα με το ΔΝΤ το ποσοστό της ανεπίσημης οικονομίας έχει υποχωρήσει αισθητά  στο 16% το 2021 από 13% το 2013, και υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω πρόοδο.

Διαβάστε επίσης:

Σκυλακάκης: Γιατί είναι ευθύνη της Κομισιόν οι υψηλές τιμές στη Ν.Α Ευρώπη- Κοινή δράση με Βουλγαρία- Ρουμανία
Ο ασεβής Μανουσάκης «βραχυκύκλωσε» το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου, ο Σκυλακάκης σπεύδει να αποτρέψει το ναυάγιο
Γιατί ο Μπρουμίδης της Vodafone μένει πίσω στην οπτική ίνα