Το mononews κάλεσε διευθυντές και προϊσταμένους Μουσείων και Εφορειών Αρχαιοτήτων της χώρας να γνωρίσουν στο κοινό τα σπουδαιότερα εκθέματα που περιλαμβάνονται στις συλλογές τους, ζητώντας παράλληλα την κατάθεση μιας «προσωπικής» νότας με την επιλογή αντικειμένων, που προκύπτουν μέσα από την ιδιαίτερη ενασχόλησή τους. Σκοπός του αφιερώματος είναι να διευρυνθεί η γνώση του κοινού και να καταστήσει τα μουσεία πιο προσιτά, συμβάλλοντας και με αυτόν τον τρόπο στην ανάδειξη, την κατανόηση και την προσωπική σχέση καθενός μας με την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας.
Το Μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου
Ακολουθεί το κείμενο του διευθυντή του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου, δρος Νίκου Παπαδημητρίου
Το Μουσείο Κανελλοπούλου βρίσκεται στην Πλάκα, στη βόρεια πλαγιά της Ακρόπολης και στεγάζεται σε δύο κτήρια, την νεοκλασική Οικία Μιχαλέα, κτίσμα του τέλους του 19ου αιώνα, και τη Νέα Πτέρυγα που χτίστηκε τη δεκαετία του 2000 από τον αρχιτέκτονα Παύλο Καλλιγά.
Η γειτονιά του μουσείου είναι ένα παλίμψηστο ιστορίας, καθώς από αυτό αντικρίζει κανείς το κλασικό τείχος της Ακρόπολης με τα ενσωματωμένα μέλη των ναών που καταστράφηκαν από τους Πέρσες το 480 π.Χ. αλλά και τμήματα των μεσαιωνικών και οθωμανικών οχυρώσεων ενώ απέναντί τους βρίσκεται το βυζαντινό εκκλησάκι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος του 11ου ή 12ου αιώνα. Στο υπόγειο του μουσείου, εξάλλου, σώζεται τμήμα από τη μεσαιωνική οχύρωση της Αθήνας, το λεγόμενο Ριζόκαστρο (μέσα του 13ου αιώνα) και σε μικρή απόσταση βρίσκεται η Οικία Κλεάνθη του 17ου αιώνα, που φιλοξένησε το πρώτο Πανεπιστήμιο της Ελλάδας και σήμερα είναι Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η συλλογή Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου άρχισε να δημιουργείται το 1923. Αρχικά ο Παύλος Κανελλόπουλος (1906-2003), όπως πολλοί πρώιμοι συλλέκτες, ενδιαφέρθηκε να αναδείξει την αδιάλειπτη συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού, εν συνεχεία όμως, και από το 1945 με την αρωγή της συζύγου του Αλεξάνδρας Λόντου-Κανελλοπούλου (1921-2008), συνέλεξε έργα τέχνης όλων των περιόδων από την Προϊστορία έως και τον 19ο αιώνα.
Το 1972 το ζεύγος Κανελλοπούλου δώρισε τη συλλογή που είχε συγκροτήσει στο Δημόσιο και από το 1976 το μουσείο, με το όνομα των δωρητών, άρχισε να λειτουργεί στην Οικία Μιχαλέα στην αρχή υπό την διεύθυνση της Εφορείας Ακροπόλεως, εν συνεχεία της Α΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων και αργότερα της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών. Το 2007 μετατράπηκε σε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου εποπτευόμενο από το υπουργείο Πολιτισμού. Η συλλογή του μουσείου αριθμεί περίπου 6.500 αντικείμενα, που χρονολογούνται από την 5η χιλιετία π.Χ. έως τον 19ο αιώνα. Η πρώτη παρουσίαση έγινε με επιμέλεια της αρχαιολόγου Μαρίας Μπρούσκαρη ενώ το 1997 πραγματοποιήθηκε μερική επανέκθεση με επιμέλεια των αρχαιολόγων Κωνσταντίνου Σπαμπαβία και Νικολέττας Σαραγά. Το 2010, έγινε επανέκθεση με την επίβλεψη των αρχαιολόγων της Α’ Εφορίας Προϊστορικών και Κλασσικών αρχαιοτήτων.
Η συλλογή Αρχαίας Τέχνης εκτίθεται σε δύο αίθουσες της Νέας Πτέρυγας. Στην πρώτη ακολουθείται χρονολογική σειρά από τα Νεολιθικά έως τα Ρωμαϊκά χρόνια και στην δεύτερη παρουσιάζονται όπλα, κοσμήματα, νομίσματα, γλυπτά. Η συλλογή Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης εκτίθεται στη νεοκλασικής Οικίας Μιχαλέα. Θεωρείται μία από τις σημαντικότερες παγκοσμίως, καθώς περιλαμβάνει πάνω από 350 εικόνες, έργα κορυφαίων ζωγράφων της Κρητικής και Επτανησιακής σχολής (15ος -17ος αιώνας), μεγάλη συλλογή χρυσών κοσμημάτων και νομισμάτων, πολύ σημαντικά αρχέτυπα (έντυπες εκδόσεις του 15ου αιώνα), πατριαρχικά γράμματα, καθώς και έργα λαϊκής τέχνης του 18ου– 20ου αιώνα, μεταξύ των οποίων και ζωγραφικό πίνακα του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ.
Τα τελευταία τρία χρόνια το Μουσείο Κανελλοπούλου έχει μπει σε μια νέα φάση αυτόνομης λειτουργίας, χάρις σε συνεργασίες με ερευνητικούς οργανισμούς της Ελλάδας και του εξωτερικού για τη μελέτη και δημοσίευση των συλλογών του, την διοργάνωση διεθνών συνεδρίων και επιστημονικών συναντήσεων κ.ά. Σύντομα το μουσείο θα προχωρήσει σε εργασίες αναβάθμισης των κτηριακών του υποδομών, σύμφωνα με μελέτη που υποβλήθηκε στο ΥΠΠΟ και εγκρίθηκε από τα αρμόδια συμβούλια ενώ ταυτόχρονα θα προχωρήσει ο μουσειολογικός σχεδιασμός με στόχο να ενταχθεί αρμονικά η παρουσίαση των συλλογών, με την ανάδειξη της ιστορίας της νεοκλασικής Οικίας Μιχαλέα και των αρχαιολογικών καταλοίπων της Μεσαιωνικής εποχής, που σώζονται στο εσωτερικό του μουσείου.
Τα σημαντικότερα εκθέματα
Πήλινο νεολιθικό ειδώλιο
Ένα από τα αρχαιότερα εκθέματα του μουσείου είναι το αποσπασματικό (εν μέρει συμπληρωμένο) πήλινο, νεολιθικό ειδώλιο γυναικείας μορφής της 5ης χιλιετίας π.Χ. Έχει τονισμένους γλουτούς, χέρια διπλωμένα κάτω από τα στήθη και προεξέχουσα κοιλιά, που ενδεχομένως υποδηλώνει εγκυμοσύνη. Παρόμοια ειδώλια είναι γνωστά από νεολιθικούς οικισμούς της ηπειρωτικής Ελλάδας (κυρίως της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας), των Βαλκανίων και την Μικράς Ασίας και χρονολογούνται στην 5η χιλιετία π.Χ.
Στο παρελθόν ειδώλια αυτού του τύπου θεωρούνταν σύμβολα γονιμότητας και καρποφορίας ενώ κάποιοι έβλεπαν σε αυτά απεικονίσεις μιας μεγάλης Μητέρας – Θεάς. Σήμερα θεωρείται ότι τα ειδώλια θα μπορούσαν να έχουν ποικίλες χρήσεις ως τελετουργικά αντικείμενα, ως θρησκευτικά σύμβολα, ακόμη και ως παιχνίδια για παιδιά.
Μυκηναϊκά χάλκινα όπλα
Το Μουσείο Κανελλοπούλου διαθέτει μια αξιόλογη συλλογή όπλων όλων των περιόδων. Εδώ βλέπουμε χάλκινα όπλα της Μυκηναϊκής εποχής (15ος-13ος αι. π.Χ.) και συγκεκριμένα ένα ξίφος, ένα εγχειρίδιο (κοντό ξίφος), αιχμή δόρατος και αιχμή βέλους. Το εγχειρίδιο διατηρεί υπολείμματα από την ξύλινη επένδυση της λαβής. Ανάλογη επένδυση θα είχε και το ξίφος ενώ οι χάλκινες αιχμές θα ήταν στερεωμένες σε ξύλινα στελέχη.
Τα αντικείμενα αυτά αποτελούσαν τον επιθετικό οπλισμό του Μυκηναίου πολεμιστή. Η εξάρτυση συμπληρωνόταν με χάλκινες κνημίδες, χάλκινο θώρακα ή πανοπλία και κράνος φτιαγμένο από χαλκό ή από χαυλιόδοντες κάπρου. Η εξάρτυση των Μυκηναίων πολεμιστών μας είναι καλά γνωστή από απεικονίσεις σε τοιχογραφίες, αγγεία αλλά και σφραγιδόλιθους της περιόδου. Όλα τα όπλα της εποχής ήταν κατασκευασμένα από κράματα χαλκού. Η χρήση του σιδήρου για την κατασκευή όπλων ξεκινά τον 10ο αι. π.Χ.
Μελανόμορφη κύλικα με ομηρική σκηνή
Μία από τις αγαπημένες ασχολίες των αγγειογράφων του μελανόμορφου ρυθμού ήταν να απεικονίζουν μύθους, που ήταν γνωστοί από την επική ποίηση. Το Μουσείο Κανελλοπούλου διαθέτει πολλά μελανόμορφα αγγεία με μυθολογικές παραστάσεις. Από τις πιο ενδιαφέρουσες σκηνές είναι αυτή, που κοσμεί αττική κύλικα του 6ου αι. π.Χ. στη οποία διακρίνεται γενειοφόρος άνδρας κρεμασμένος κάτω από το σώμα κριαριού. Αν και απουσιάζει οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια, δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι απεικονίζεται η φυγή του Οδυσσέα από το σπήλαιο του Πολύφημου, όπως την περιγράφει ο Όμηρος στην Οδύσσεια (ραψ ι, 432-434). Σύμφωνα με το έπος, ενώ οι σύντροφοί του κρύφτηκαν κάτω από τα σώματα τριών προβάτων ο καθένας, ο Οδυσσέας δραπέτευσε κρυμμένος κάτω από ένα μόνο κριάρι.
Η κύλικα ήταν το κύριο σκεύος οινοποσίας στην αρχαία Ελλάδα. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, το αγγείο αυτό να είχε χρησιμοποιηθεί σε κάποιο συμπόσιο, όπου γινόταν απαγγελία των ομηρικών επών.
Χάλκινος λέβητας – έπαθλο επιτάφιων αγώνων
Ο εικονιζόμενος λέβητας (480-470 π.Χ.) συνδέεται με μια σημαντική στιγμή της αθηναϊκής ιστορίας: το τέλος των Περσικών Πολέμων. Αν και σώζεται αποσπασματικά φέρει στο χείλος στικτή επιγραφή σε αττικό αλφάβητο, η οποία αναφέρει: ΑΘΕΝΑΙΟΙ ΑΘΛΑ ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΕΝ ΤΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ (Οι Αθηναίοι [έδωσαν] βραβεία προς τιμήν των πεσόντων στον πόλεμο).
Την ίδια επιγραφή βρίσκουμε στα χείλη δύο ακόμη χάλκινων αγγείων του πρώτου μισού του 5ου αι. π.Χ. Πρόκειται για έναν παρόμοιο λέβητα από την Αθήνα, που βρίσκεται στο Λούβρο και μία υδρία από το Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης, που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Το αγγείο του Μουσείου Κανελλοπούλου φέρεται να προέρχεται από την περιοχή του Μαραθώνα.
Βασισμένοι στην πανομοιότυπη επιγραφή, τη χρονολόγηση των αγγείων και σε σχετικές αναφορές αρχαίων συγγραφέων, οι ειδικοί πιστεύουν ότι τα αγγεία αυτά δίνονταν ως έπαθλα σε νικητές επιτάφιων αγώνων, που τελούνταν προς τιμή των Αθηναίων πεσόντων στους Περσικούς Πολέμους. Οι τελετές αυτές είχαν ως στόχο να κρατήσουν ζωντανή τη μνήμη των νεκρών και ταυτόχρονα να εξάρουν το ρόλο της Αθήνας στη νίκη εναντίον των Περσών.
Λευκή αττική λήκυθος
Στη συλλογή του μουσείου υπάρχουν πολλές λευκές λήκυθοί του 5ου αι. π.Χ. Οι λευκές λήκυθοι χρησίμευαν σε ταφικές τελετές και έφεραν υψηλής ποιότητας διακόσμηση, που πιθανότατα εμπνεόταν από τις τεχνικές της μεγάλης ζωγραφικής της περιόδου. Σε αυτή τη λήκυθο βλέπουμε γυναικεία μορφή να θρηνεί μπροστά στο μνήμα, το οποίο αποδίδεται με βαθμιδωτή στήλη. Από την άλλη πλευρά παρακολουθεί νεαρός άνδρας με πορφυρό ένδυμα χωρίς να γίνεται αντιληπτός. Πιθανώς πρόκειται για απεικόνιση του ίδιου του νεκρού. Η παράσταση αποδίδεται στον λεγόμενο «ζωγράφο του Sabouroff», που εργάστηκε στην Αθήνα μεταξύ 470/60 και 440/30 π.Χ.
Οι σκηνές αυτές, που είναι συνήθεις στις λευκές ληκύθους παρουσιάζουν το εξής παράδοξο: Ο θεατής μπορεί να δει κάτι (τη μορφή του νεκρού), που δεν γίνεται αντιληπτό από αυτήν/αυτόν που θρηνεί. Ίσως να πρόκειται για μια τεχνική των ζωγράφων με στόχο να εμπλέξουν συναισθηματικά τους θεατές στη διαδικασία της ταφικής τελετουργίας.
Αττική επιτύμβια στήλη
Στην είσοδο του μουσείου εκτίθεται αποσπασματική μαρμάρινη στήλη με παράσταση καθιστής γυναίκας με κιβωτίδιο στο χέρι, που αντιπροσωπεύει τη νεκρή και νεαρής θεραπαινίδας, που στέκεται όρθια και αγγίζει το πρόσωπό της σε ένδειξη πένθους. Πρόκειται για τυπικό δείγμα αττικού επιτύμβιου μνημείου του τέλους του 5ου αι. π.Χ. που χαρακτηρίζεται από την ιδεαλιστική απόδοση των μορφών και τη μελαγχολία που αποπνέει. Δυστυχώς δεν σώζεται το πάνω μέρος της στήλης, όπου θα ήταν χαραγμένο το όνομα της νεκρής.
Ενδιαφέρον, όμως, παρουσιάζει η σύγχρονη ιστορία του μνημείου: Από τα θραύσματα που το απαρτίζουν, μόνο το πάνω δεξιά ανήκε στη συλλογή Κανελλοπούλου. Τα δύο μεγαλύτερα τμήματα βρίσκονταν στο Μουσείο J.P. Getty των ΗΠΑ. Ήδη ωστόσο, από το 1975 είχε διαπιστωθεί, ότι τα τρία κομμάτια συνανήκαν. Έτσι τη δεκαετία του 2000 το υπουργείο Πολιτισμού κίνησε διαδικασίες επαναπατρισμού και το 2012 τα δύο κομμάτια του Μουσείου Getty επέστρεψαν στην Ελλάδα και συνενώθηκαν με το τμήμα του Μουσείου Κανελλοπούλου
Xάλκινο έμβολο πλοίου
Τα πολεμικά πλοία στην αρχαιότητα είχαν αιχμηρές προεξοχές στην πλώρη για να διεμβολίζουν εχθρικά πλοία. Στο Μουσείο Κανελλοπούλου εκτίθεται η χάλκινη επένδυση ενός τέτοιου εμβόλου (4ος -3ος αι. π.Χ.). Έχει μορφή θαλάσσιου κήτους με πτυχωτό δέρμα, κοφτερά δόντια και οπές για τα μάτια και τα ρουθούνια. Στο πίσω μέρος σώζονται μεταλλικά καρφιά, που χρησίμευαν για τη στερέωση της επένδυσης στο ξύλινο στέλεχος.
Ένα παρόμοιο έμβολο εικονίζεται σε μελανόμορφη κύλικα του τέλους του 6ου αι. π.Χ. από το Βρετανικό Μουσείο.Το έμβολο του Μουσείου Κανελλοπούλου ωστόσο, είναι μικρό σε μέγεθος (περ. 40 εκατοστά μήκος) και αρκετά ελαφρύ για να έχει χρησιμοποιηθεί σε πραγματικές συνθήκες σύγκρουσης. Γι’ αυτό και έχει υποτεθεί, ότι ανήκε σε ομοίωμα πλοίου, το οποίο είχε προσφερθεί ως ανάθημα σε κάποιο ιερό, μία πρακτική, που είναι γνωστή κυρίως από τους ύστερους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους.
Μαρμάρινη προτομή Ρωμαίου αυτοκράτορα
Σε αντίθεση με τη κλασική γλυπτική, που ενδιαφερόταν για την ιδεαλιστική απεικόνιση των μορφών και το κάλλος, η ρωμαϊκή τέχνη απέδιδε τα πάντα με απολύτως ρεαλιστικό τρόπο. Αυτή η υπερφυσικού μεγέθους προτομή (2ος ή 4ος αι. μ.Χ.) αποδίδει Ρωμαίο αυτοκράτορα σε προχωρημένη ηλικία. Η αυτοκρατορική ιδιότητά του δηλώνεται από το στεφάνι με φύλλα βελανιδιάς και κεντρικό μετάλλιο (corona civica), που φορά στο κεφάλι. H ταυτότητά του, ωστόσο, δεν είναι σαφής. Κάποιοι ερευνητές αναγνωρίζουν τον Γαλέριο (305-311), άλλοι τον Θεοδόσιο Α’ (379-395) ενώ άλλοι θεωρούν, πως πρόκειται για επαρχιακής τεχνοτροπίας προτομή του Τραϊανού (98-117).
Αν και ο γλύπτης έχει αποδώσει λεπτομερώς τις ατέλειες του προσώπου, η προτομή διατηρεί μια επιβλητική έκφραση, που αποπνέει δύναμη και κύρος. Οι μνημειακές προτομές των Ρωμαίων αυτοκρατόρων στήνονταν σε δημόσιους χώρους ανά την επικράτεια, αφενός για να προπαγανδίσουν την εξουσία της Ρώμης αφετέρου για να πληροφορήσουν τους υπηκόους της αχανούς αυτοκρατορίας για τη μορφή και τις ιδιότητες του εκάστοτε ηγεμόνα.
Ταφικό προσωπείο από την Αίγυπτο
Ένα από τα πιο συγκινητικά εκθέματα του μουσείου είναι αυτό το ταφικό προσωπείο από τη ρωμαϊκή Αίγυπτο, χρονολογούμενο στον 4ο αιώνα π.Χ. Φτιαγμένο από επιχρωματισμένο γύψο πάνω σε ύφασμα, το προσωπείο μαγνητίζει το βλέμμα του επισκέπτη. Τα μεγάλα του μάτια μοιάζουν να απευθύνονται σε όποιον τα κοιτάζει κι η έκφραση αποπνέει μια αίσθηση απόγνωσης, που φέρνει στο νου τη στιγμή του θανάτου.
Η χρήση σαρκοφάγων με ταφικά προσωπεία ήταν ένα πανάρχαιο έθιμο στην Αίγυπτο. Κατά την ύστερη Ελληνιστική και Ρωμαϊκή περίοδο επικράτησαν νέοι εικονογραφικοί τύποι, που εξέφραζαν την αισθητική των νέων ηγεμόνων της Αιγύπτου. Η μίξη αιγυπτιακών και ελληνο-ρωμαϊκών στοιχείων άλλαξε την μορφή και τον τρόπο διακόσμησης των προσωπείων, η χρήση τους όμως, και οι πεποιθήσεις που τη συνόδευαν, έμειναν αναλλοίωτες έως το τέλος της αρχαιότητας.
Χρυσό περικάρπιο
To Μουσείο Κανελλοπούλου διαθέτει μία εντυπωσιακή συλλογή χρυσών βυζαντινών κοσμημάτων. Από τα πιο περίτεχνα είναι αυτό το περικάρπιο του 11ου μ.Χ. αιώνα, που αποτελείται από δύο ημικυκλικά τμήματα. Η κεντρική ζώνη κάθε τμήματος κοσμείται με εφαπτόμενους κύκλους, εντός των οποίων έχουν αποδοθεί πτηνά, λιοντάρια και γρύπες με την τεχνική της έκκρουστης πίεσης (repoussé). Στην τεχνική αυτή ο χρυσοχόος δεν χρησιμοποιεί μήτρα αλλά διαμορφώνει τα μοτίβα με σμίλεμα και σφυρηλασία και από τις δύο πλευρές του χρυσού ελάσματος. Την κεντρική ζώνη περιβάλλει εγχάρακτο φυτικό μοτίβο τονισμένο με μαύρο χρώμα, που οφείλεται στη χρήση ένθετου νιέλλου (κράμα θείου, αργύρου, χαλκού και μολύβδου).
Το περικάρπιο αυτό είναι έργο έμπειρου τεχνίτη, που είχε την ικανότητα να συνδυάζει απαιτητικές τεχνικές. Υπάρχει μόνον ένα γνωστό παράλληλό του από τη συλλογή του Ινστιτούτου Dumbarton Oaks του πανεπιστημίου Harvard στις ΗΠΑ. Πρόκειται συγκεκριμένα για ένα πανομοιότυπο – αν και λιγότερο περίτεχνο – περικάρπιο από επίχρυσο άργυρο . Η εκπληκτική ομοιότητα έτσι, των δύο κοσμημάτων υποδηλώνει, ότι μάλλον κατασκευάστηκαν στο ίδιο εργαστήριο αν και πιθανώς από διαφορετικούς τεχνίτες.
Μιχαήλ Δαμασκηνός: Το μαρτύριο της Αγίας Παρασκευής
Ένα από τα αριστουργήματα του μουσείου είναι το αναγεννησιακής τεχνοτροπίας έργο του Μιχαήλ Δαμασκηνού με θέμα τον αποκεφαλισμό της Αγίας Παρασκευής (μέσα του 16ου αιώνα). Η σύνθεση έχει μεγάλη δραματουργική δύναμη: Στο κέντρο βρίσκεται ο δήμιος, που κραδαίνει το σπαθί του πάνω από τη γονατιστή αλλά ήρεμη μάρτυρα ενώ γύρω τους παρακολουθούν στρατιωτικοί και πλήθος λαού με εκφράσεις και κινήσεις γεμάτες ένταση. Από πάνω ίπτανται γυμνοί άγγελοι με στεφάνια ενώ κάτω δεξιά διακρίνονται ο παραγγελιοδότης της εικόνας και πίσω του η υπογραφή του ζωγράφου ΠΟΙΗΜΑ ΜΙΧΑΗΛ Δ(α)Μ(ασ)ΚΗΝ(ου).
Ο Δαμασκηνός (1530/35–1592/3) ήταν ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της Κρητικής Σχολής. Γεννήθηκε και έζησε στο βενετοκρατούμενο Χάνδακα (Ηράκλειο) και όπως πολλοί κρητικοί ζωγράφοι της περιόδου είχε στενές επαφές με τη Βενετία και γενικότερα τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Ιταλίας. Για κάποια χρόνια μάλιστα, έζησε στη Βενετία (περίπου την ίδια περίοδο με τον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο) και εργάστηκε κοντά σε σπουδαίους ζωγράφους. Πολλά έργα του φέρουν επιρροές από τον Βερονέζε, τον Τιντορέττο, τον Μπασσάνο κ.ά. Ο Δαμασκηνός εκτελούσε παραγγελίες για εκκλησίες και εύπορους ιδιώτες στην Κρήτη, την ηπειρωτική Ελλάδα και την Ιταλία.
Να σημειωθεί ότι η Κρητική Σχολή συνδύασε δημιουργικά τη βυζαντινή παράδοση με τη δυτική τέχνη, συμβάλλοντας με ουσιαστικό τρόπο στην ευρωπαϊκή Αναγέννηση.
Οι επιλογές του διευθυντή
Χάλκινη δικαστική ψήφος
Αντικείμενα σαν αυτό μας δίνουν πληροφορίες για τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στην αρχαία Αθήνα. Είναι μια χάλκινη ψήφος από δικαστήριο του 4ου αι. π.Χ. και φέρει εγχάρακτα την επιγραφή ΨΗΦΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑ. Το στέλεχός της είναι διάτρητο, όπως και άλλες παρόμοιες ψήφοι με διάτρητα και συμπαγή στελέχη, που έχουν βρεθεί σε σημαντικούς αριθμούς στην Αρχαία Αγορά της Αθήνας.
Όπως μαθαίνουμε από τις αρχαίες πηγές (Αθηναίων Πολιτεία, 68-69) οι δικαστές, που επιλέγονταν με κλήρωση λάμβαναν δύο χάλκινες ψήφους ο καθένας, μία με διάτρητο και μία με συμπαγές στέλεχος. Στο τέλος της ακροαματικής διαδικασίας έριχναν σε χάλκινο αμφορέα την ψήφο με το διαμπερές στέλεχος, αν θεωρούσαν ότι ο κατηγορούμενος ήταν ένοχος ή εκείνη με το συμπαγές, αν θεωρούσαν ότι ήταν αθώος. Μετά πετούσαν τη δεύτερη ψήφο σε διπλανό ξύλινο δοχείο. Για να εξασφαλιστεί το απόρρητο της διαδικασίας, οι δικαστές κρατούσαν τις ψήφους με τα άκρα των δακτύλων, ώστε να μην είναι ορατά τα στελέχη. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλιζόταν η μυστικότητα της ψήφου.
Πήλινο λυχνάρι με υπογραφή
Τα πήλινα λυχνάρια παράγονταν μαζικά στην αρχαιότητα. Αν και συχνά τα προσπερνάμε χωρίς να τους δίνουμε μεγάλη σημασία, οι πληροφορίες που μας παρέχουν για την κοινωνία και την οικονομία της κάθε περιόδου είναι εντυπωσιακές. Στο Μουσείο Κανελλοπούλου υπάρχουν αρκετά λυχνάρια με υπογραφές καλλιτεχνών ή σφραγίδες εργαστηρίων. Το συγκεκριμένο χρονολογείται στις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα και έχει χαραγμένη στο κάτω μέρος του την επιγραφή ΧΙΟΝΗΣ. Παρόμοιες επιγραφές (ΧΙΟΝΗ ή ΧΙΟΝΗΣ) έχουν βρεθεί σε πολλά σπασμένα λυχνάρια στην περιοχή του Κεραμικού, υποδεικνύοντας την ύπαρξη εργαστηρίου.
Η Αθήνα ήταν σημαντικό κέντρο παραγωγής και εξαγωγής λύχνων από τον 4ο έως τον 6ο αιώνα και είχε πολυάριθμα εργαστήρια, που μας είναι γνωστά από παρόμοιες επιγραφές/σφραγίδες. Το εργαστήριο της Χιόνης ήταν ένα από τουλάχιστον τρία αθηναϊκά εργαστήρια που πιθανότατα ανήκαν σε γυναίκες (τα άλλα δύο ήταν αυτά της Διονυσίας και της Σωτηρίας) και παρήγαγαν λυχνάρια για οικιακή χρήση και για εκκλησίες. Μαθαίνουμε έτσι, ότι οι γυναίκες είχαν σημαντική θέση και οικονομικά δικαιώματα στην Αθήνα της ύστερης αρχαιότητας.
Ιερεμίας Παλλαδάς: Άγιος Γεώργιος έφιππος δρακοντοκτόνος
Εκτός από μάρτυρας της εκκλησίας, ο Άγιος Γεώργιος ήταν και ήρωας για τους απλούς ανθρώπους, καθώς τους έσωζε από πολλά δεινά. Ένας από τους πιο δημοφιλής μύθους του χριστιανικού κόσμου ήταν η σωτηρία της βασιλοπούλας από το δράκο. Το Μουσείο Κανελλοπούλου διαθέτει αρκετές αναπαραστάσεις του μύθου με πιο εντυπωσιακή την εικόνα του κρητικού ζωγράφου Ιερεμία Παλλαδά (1580-1659), που χαρακτηρίζεται από τον δυναμισμό της σύνθεσης και την πλαστικότητα των μορφών, ιδιαίτερα του αλόγου.
Αυτό που κεντρίζει το βλέμμα του επισκέπτη, πέραν της κύριας σκηνής, είναι οι μικρογραφικές λεπτομέρειες της εικόνας. Δεξιά βλέπουμε άρχοντες να παρακολουθούν τη μάχη από την κορυφή μεσαιωνικού πύργου ενώ πίσω από τον Άγιο Γεώργιο η βασιλοπούλα τρέχει έντρομη να γλιτώσει από το δράκο. Η προσοχή με την οποία αποδίδονται η έκφραση, η κίνηση και τα ενδύματα της βασιλοπούλας υποδηλώνει, ότι οι εικόνες αυτές δεν είχαν μόνο λατρευτική χρήση αλλά και αφηγηματική αξία για το κοινό, όπως δηλαδή οι μεταγενέστεροι ζωγραφικοί πίνακες.
Αρχέτυπο με έργα του Αριστοτέλη
Ο τόμος αυτός συνδέεται με μια πολύ σημαντική στιγμή της ελληνικής πνευματικής ιστορίας. Ανήκει στην πρώτη έντυπη έκδοση έργων του Αριστοτέλη στα ελληνικά, που πραγματοποιήθηκε από τον Ιταλό ουμανιστή Άλδο Μανούτιο στη Βενετία μεταξύ 1495 και 1498. Ο συγκεκριμένος τόμος είναι ο δεύτερος της σειράς, τυπώθηκε το 1497 και περιλαμβάνει τα έργα Φυσικής ακροάσεως, Περί ουρανού, Περί γενέσεως και φθοράς, Μετεωρολογικά, Περί κόσμου, κ.ά.
Η επινόηση της μηχανικής τυπογραφίας έφερε, όπως είναι γνωστό, επανάσταση στον τομέα της επικοινωνίας και διεύρυνε εντυπωσιακά την πρόσβαση των ανθρώπων στη γνώση. Το πρώτο βιβλίο, που τυπώθηκε σε μηχανικό πιεστήριο ήταν η Βίβλος του Γουτεμβέργιου το 1455 ενώ σύντομα άρχισαν να τυπώνονται έργα Ελλήνων και Ρωμαίων κλασικών συγγραφέων, γνωστά έως τότε από χειρόγραφα που φυλάσσονταν σε βιβλιοθήκες πανεπιστημίων και μοναστηριών. Αρχικά τυπώνονταν στα λατινικά και από το 1476 και στα ελληνικά. Όλα τα βιβλία που τυπώθηκαν έως το 1500 αποκαλούνται «αρχέτυπα».
Μια ματιά στη μεσαιωνική Αθήνα
Η τελευταία επιλογή δεν είναι έκθεμα αλλά μια συστάδα αρχιτεκτονικών καταλοίπων, καθώς όλη η περιοχή γύρω από την Ακρόπολη μετρά ιστορία αιώνων. Στο υπόγειο του μουσείου σώζονται κατάλοιπα του «Ριζόκαστρου», δηλαδή του τείχους που έχτισαν οι Φράγκοι ηγεμόνες της Αθήνας όταν κατέλαβαν την πόλη τον 13ου αιώνα. Οι Φράγκοι εγκατέστησαν φρουρά στην Ακρόπολη και ενίσχυσαν την οχύρωσή της με ένα τείχος, που περιέτρεχε το βράχο. Για την κατασκευή του τείχους χρησιμοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, διάσπαρτα μέλη από αρχαίους ναούς. Στο τμήμα που σώζεται στο Μουσείο Κανελλοπούλου έχει βρεθεί γείσο από τον αρχαϊκό ναό της Αθηνάς Πολιάδος, που κατασκευάστηκε στην Ακρόπολη στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και καταστράφηκε, όταν οι Πέρσες εισέβαλαν στην Αθήνα το 480/479 π.Χ.
Το Ριζόκαστρο σταμάτησε να χρησιμοποιείται κατά την Οθωμανική περίοδο, όμως η ανάμνησή του επέζησε. Όπως μαθαίνουμε, μεταξύ άλλων από κείμενα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, οι Αθηναίοι του 19ου αιώνα αποκαλούσαν Ριζόκαστρο ολόκληρη την γειτονιά βορείως της Ακροπόλεως και έως τα Αναφιώτικα. Σήμερα οι επισκέπτες του μουσείου μπορούν να δουν τα κατάλοιπα του Ριζόκαστρου (και μίας οικίας της ίδιας περιόδου) και να ταξιδέψουν νοερά στην άγνωστη Αθήνα του Μεσαίωνα.
Βιογραφικό
Ο Νίκος Παπαδημητρίου είναι απόφοιτος του Τμήματος Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και έκανε μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στην Αρχαία Ιστορία και Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο του Birmingham της Αγγλίας. Mεταξύ του 2003 και του 2018 εργάστηκε ως επιμελητής Αρχαιοτήτων στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, όπου είχε την ευθύνη της Συλλογής Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης και (από το 2014) της Συλλογής Κυκλαδικής Τέχνης. Επιμελήθηκε μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις, οργάνωσε συνέδρια, σεμινάρια, εκδόσεις και ερευνητικά προγράμματα και επέβλεψε την ψηφιοποίηση των συλλογών και την παρουσίασή τους στο διαδίκτυο.
Εργάσθηκε επίσης στο τμήμα στο Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κύπρου και συνεπιμελήθηκε την έκθεση «Ancient Cyprus – Cultures in Dialogue», η οποία παρουσιάστηκε στα Μουσεία Τέχνης και Ιστορίας των Βρυξελών το 2012-13. Το 2017 ήταν υπεύθυνος μουσειολόγος της αρχιτεκτονικής ομάδας, που κέρδισε το 1ο βραβείο στον Διεθνή Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό για το Νέο Κυπριακό Μουσείο στη Λευκωσία.
Από το 2018 έως το 2021 δίδαξε ως Λέκτορας στο Ινστιτούτο Κλασικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης στη Γερμανία ενώ έχει διδάξει, επίσης, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (2016-17) και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο της Κύπρου (2019-2021). Έχει συμμετάσχει σε πολλά ερευνητικά προγράμματα και έχει εργαστεί ως επισκέπτης ερευνητής στα Κέντρα Ελληνικών Σπουδών των Πανεπιστημίων Princeton (2011) και Harvard των ΗΠΑ (2017).
Την περίοδο αυτή συνδιευθύνει προγράμματα μελετών στις αρχαιολογικές θέσεις Βρανά Μαραθώνα Αττικής (υπό την αιγίδα της εν Aθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας), Θορικού Αττικής (υπό την αιγίδα της Βελγικής Αρχαιολογικής Σχολής) και Κάτω Σαμικού Ηλείας.
Το 2021 ανέλαβε την διεύθυνση του Μουσείου Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου, μετά από διαγωνιστική διαδικασία. Έχει συγγράψει βιβλία, μεταξύ των οποίων, με τον Άρη Αναγνωστόπουλο «Το παρελθόν στο παρόν. Μνήμη, ιστορία και αρχαιότητα στη σύγχρονη Ελλάδα» και έχει δημοσιεύσει επιστημονικά άρθρα και μελέτες.
Tα ερευνητικά του ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν το Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού, την αρχαιολογία της Αθήνας και της Αττικής, τις διαπολιτισμικές επαφές στην αρχαία Μεσόγειο, τις κοινωνικές προεκτάσεις των ταφικών τελετουργιών στην αρχαιότητα και τις αρχαίες τεχνολογίες κατεργασίας υλικών. Στο χώρο της μουσειολογίας ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη ενός ενεργού διαλόγου μεταξύ του παρελθόντος και του παρόντος και για την αύξηση της προσβασιμότητας του κοινού στα πολιτιστικά αγαθά.
Ανακαλύψτε το «Αφιέρωμα – Μουσεία»
- Συνελήφθη κι άλλος αστυνομικός της Βουλής για ενδοοικογενειακή βία
- Κυριάκος Μητσοτάκης: «Η Ελλάδα κάνει σταθερά βήματα προόδου» – Τι είπε για τον εθισμό των νέων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
- Βασίλης Κικίλιας: Ισχυρή σύσταση για αντιολισθητικές αλυσίδες σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές καθ’ όλη τη διάρκεια των εορτών
- Καιρός: Νέο έκτακτο δελτίο επιδείνωσης – Ισχυρές καταιγίδες, θυελλώδεις άνεμοι και χιόνια τη Δευτέρα και την παραμονή Χριστουγέννων