• Τι να δω στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης - Γράφει η αρχαιολόγος δρ Αναστασία Γκαδόλου

    Αφιέρωμα - Μουσεία

    Τι να δω στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης – Γράφει η αρχαιολόγος δρ Αναστασία Γκαδόλου

    • Contributor

    Το mononews κάλεσε διευθυντές και προϊσταμένους Μουσείων και Εφορειών Αρχαιοτήτων της χώρας να γνωρίσουν στο κοινό τα σπουδαιότερα εκθέματα που περιλαμβάνονται στις συλλογές τους, ζητώντας παράλληλα την κατάθεση και μιας «προσωπικής» νότας με την επιλογή αντικειμένων, που προκύπτουν μέσα από την ιδιαίτερη ενασχόλησή τους.  Σκοπός του αφιερώματος είναι να διευρυνθεί η γνώση του κοινού και να τα καταστήσει τα μουσεία πιο προσιτά, συμβάλλοντας και με αυτόν τον τρόπο στην ανάδειξη, την κατανόηση και την προσωπική σχέση καθενός μας με την πολιτιστική κληρονομιά της χώρας.

    Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στεγασμένο σε κτήριο που κατασκευάστηκε από τον διαπρεπή αρχιτέκτονα Πάτροκλο Καραντινό, εγκαινιάστηκε το 1962 στην επέτειο των πενήντα χρόνων από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.  Η συγκέντρωση αρχαιοτήτων, ωστόσο, είχε αρχίσει από το 1925, με το Γενί Τζαμί να αποτελεί το αρχικό μουσείο της πόλης. Η πρώτη επέκταση των κτηριακών εγκαταστάσεων σχεδιασμένη από τον αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Βογιατζή έγινε το 1980, ενώ η σημερινή μορφή του οφείλεται στην μεγάλη ανακαίνιση και επέκταση, που  πραγματοποιήθηκε στην δεκαετία του 2000 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Νίκου Φυντικάκη. Τα εγκαίνια έγιναν το 2006 με πέντε θεματικές εκθέσεις.

    Οι συλλογές του Μουσείου περιλαμβάνουν αριστουργήματα της αρχαίας ελληνικής τέχνης από την Προϊστορική εποχή ως το τέλος της αρχαιότητας, προερχόμενα από όλη τη Μακεδονία. Σπουδαίες είναι οι ενότητες που αφορούν στην δημιουργία του Μακεδονικού Βασιλείου έως και τους ύστερους αυτοκρατορικούς χρόνους με αντικείμενα, όχι μόνο ως έργα τέχνης υψηλής καλλιτεχνικής αξίας, αλλά και ως ζωντανοί μάρτυρες της ιστορίας και του πολιτισμού της Μακεδονίας. Η ιστορία της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης φωτίζοντας άγνωστες πτυχές της, ο Χρυσός των Μακεδόνων με τα εκπληκτικά ευρήματα των πλούσιων μακεδονικών τάφων και οι υπαίθριες εκθέσεις με τα αρχιτεκτονικά και άλλα λίθινα κατάλοιπα της Θεσσαλονίκης.

    Ακολουθεί το κείμενο της διευθύντριας του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης Αναστασίας Γκαδόλου:

    Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
    Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

     

    Τα σημαντικότερα εκθέματα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

    Χρυσό στεφάνι από την Απολλωνία

    Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης διαθέτει την μεγαλύτερη συλλογή χρυσών στεφανιών στον κόσμο,  όλα προερχόμενα από πλούσιους μακεδονικούς τάφους του δεύτερου μισού του 4ου π.Χ. αιώνα. Είναι η περίοδος, που η συσσώρευση χρυσού μετά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου αντικατοπτρίζει την οικονομική και κοινωνική ευμάρεια της Μακεδονίας και ένα από αυτά, με φύλλα κισσού αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα. Συγκεκριμένα αυτό το χρυσό στεφάνι από την Απολλωνία  αποτελείται από τριάντα φύλλα κισσού, που  κατανέμονται στις δύο πλευρές της κυκλικής στεφάνης του  ενώ στο κέντρο υπάρχουν τρεις καρποί κισσού, φτιαγμένοι από χρυσά σφαιρίδια.

    Ο κισσός ήταν ένα από τα ιερά φυτά του θεού Διονύσου, επίσημη λατρεία του οποίου γνωρίζουμε ότι υπήρχε στην περιοχή της Απολλωνίας.  Είναι πολύ πιθανό αυτό το στεφάνι να ανήκε σε κάποιον αριστοκράτη ή ιερέα του θεού, που το φορούσε  σε θρησκευτικές τελετές και τον συνόδευε και στην τελευταία του κατοικία. Τα χρυσά στεφάνια γενικότερα ήταν έπαθλα νίκης σε αγώνες, απονέμονταν από τις πόλεις σε εξέχοντα μέλη και τα φορούσαν σε θρησκευτικές τελετές ή κοινωνικές περιστάσεις, όπως τα συμπόσια.

    Χρυσό στεφάνι κισσού από τάφο στην περιοχή της Απολλωνίας (μέσα 4ου π.Χ. αιώνα)
    Χρυσό στεφάνι κισσού από τάφο στην περιοχή της Απολλωνίας (μέσα 4ου π.Χ. αιώνα)

     

    Η πόρτα ενός Μακεδονικού Τάφου

    Πρόκειται για μία μεγάλη σε διαστάσεις, δίφυλλη εξώπορτα από λευκό μάρμαρο και με χάλκινα εξαρτήματα, χρονολογούμενη στα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα. Η διακόσμησή της με σειρές από καρφιά δίνει μία εικόνα για ανάλογες ξύλινες πόρτες, που δεν διατηρούνται λόγω της φθαρτότητας του ξύλου. Έχει ρόπτρο για το χτύπημα της πόρτας και περίτεχνη λαβή για το άνοιγμα αλλά και κλειδαριά για το σφάλισμα.

    Η μαρμάρινη αυτή πόρτα είναι ενδεικτική της μνημειακότητας, της πολυτέλειας, της τεχνικής και καλλιτεχνικής αρτιότητας των μακεδονικών τάφων, που αποτέλεσαν τα πιο χαρακτηριστικά ταφικά οικοδομήματα της μακεδονικής αριστοκρατίας στην αρχαιότητα. Προέρχεται από το μακεδονικό τάφο της Αγίας Παρασκευής,  ο οποίος αποτελεί ένα ιδιαίτερο παράδειγμα λόγω της αρχιτεκτονικής του διαμόρφωσης  και της χρωματικής του διακόσμησης.

    Η πόρτα ενός Μακεδονικού Τάφου (τέλη 4ου π.Χ. αιώνα)
    Η πόρτα ενός Μακεδονικού Τάφου (τέλη 4ου π.Χ. αιώνα)

     

    Μια μούμια στο Μουσείο

    Μοναδικό ταφικό σύνολο του 4ου μ.Χ. αιώνα που βρέθηκε το 1962 στην Οδό Αναπαύσεως στη Θεσσαλονίκη είναι μία μαρμάρινη σαρκοφάγος, στο εσωτερικό της οποίας είχε τοποθετηθεί φέρετρο-θήκη από φύλλα μολύβδου που περιείχε ένα από τα πιο σπάνια ταφικά ευρήματα του ελληνικού χώρου: Μία γυναικεία ταφή στην οποία, εκτός του σκελετού, είχαν διατηρηθεί μουμιοποιημένοι μαλακοί ιστοί (μύες και δέρμα). Τα φρύδια διατηρούνταν σε άριστη κατάσταση ενώ τα καστανά μαλλιά ήταν πλεγμένα σε πλεξούδα. Η νεκρή τοποθετημένη σε ξύλινο φορείο έφερε γάζες υφάσματος τυλιγμένες στο σώμα της. Οι φυσικοχημικές αναλύσεις και η ιστολογική εξέταση έδειξαν ότι η γυναίκα μουμιοποιήθηκε με τη χρήση ρητινών και αρωματικών ελαίων που έχουν έντονη αντιμικροβιακή και αντιμυκητισιακή δράση και σταθεροποιούν τους ιστούς προστατεύοντας από την επίθεση των μικροοργανισμών.  Η ίδια, εξάλλου, καλυπτόταν από πολύτιμο χρυσοκέντητο ύφασμα.

    Μοναδικό ταφικό σύνολο του 4ου μ.Χ αιώνα, που βρέθηκε το 1962 στην Οδό Αναπαύσεως στη Θεσσαλονίκη
    Μοναδικό ταφικό σύνολο του 4ου μ.Χ. αιώνα, που βρέθηκε το 1962 στην Οδό Αναπαύσεως στη Θεσσαλονίκη

     

    Μεταξωτό χρυσοκέντητο ύφασμα (4ος αι. μ.Χ.)

    Αυτή η ταφή, όμως, της Θεσσαλονίκης έκρυβε και ένα ακόμα πολύτιμο εύρημα: Το υφαντό με χρυσοκλωστές, μεταξωτό ύφασμα που κάλυπτε τη νεκρή. Πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα σωζόμενα αρχαία υφάσματα στον ελλαδικό χώρο, κοσμείται μάλιστα με δύο κάθετες χρυσές λωρίδες και σώζει γωνιώδες διακοσμητικό θέμα στο τελείωμα.

    Πρόκειται για εξαιρετικά σπάνια περίπτωση υφάσματος υφασμένου με τη χρήση χρυσών και μεταξωτών πορφυρών νημάτων, βαμμένων με αλκάνα, μία φυτική βαφή, υποκατάστατο της ακριβότερης πορφύρας που παραγόταν από θαλάσσια όστρεα. Το συγκεκριμένο ύφασμα μαρτυρεί την ύπαρξη ανεπτυγμένου εμπορίου μεταξιού ή ακόμη και την εισαγωγή τους από την Ανατολή.

    Βέβαια, αν αναλογιστεί κανείς τη σημαίνουσα θέση της Θεσσαλονίκης την περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας στη Μεσόγειο και το γεγονός ότι η πόλη ήταν πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας, το συγκεκριμένο εύρημα ήταν αναμενόμενο και η μη, μέχρι σήμερα αποκάλυψη ανάλογων δεδομένων μπορεί να θεωρηθεί τυχαία.

    Μεταξωτό χρυσοκέντητο ύφασμα του 4ου μ.Χ. αιώνα
    Μεταξωτό χρυσοκέντητο ύφασμα του 4ου μ.Χ. αιώνα

     

    Ένας χάλκινος «θησαυρός»

    Πηγαίνοντας πιο πίσω στο χρόνο και συγκεκριμένα στην 3η π.Χ. χιλιετία βρίσκουμε ένα εντυπωσιακό σύνολο από τέσσερεις πελέκεις και σαράντα σμίλες. Ανακαλύφθηκαν μέσα μέσα σε ένα πιθάρι κοντά στο Σπήλαιο των Πετραλώνων στη Χαλκιδική από έναν αγρότη τη δεκαετία του 1950, ο οποίος και τα παρέδωσε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Τα συγκεκριμένα αντικείμενα στερεώνονταν σε στειλιάρι και χρησίμευαν για την κοπή και την κατεργασία ξύλων και δερμάτων, σύμφωνα με τα ίχνη, που διατηρούνται στην κόψη τους.

    Το εύρημα είναι μεμονωμένο,  χωρίς άλλη αρχαιολογική πληροφορία, παρ’ όλη την έρευνα που πραγματοποιήθηκε στην περιοχή, αλλά σε κάθε περίπτωση δηλώνει την ανάγκη του προϊστορικού ιδιοκτήτη τους να τα κρύψει. Πιθανόν να ήταν κάποιος μεταλλουργός ή έμπορος, που γνωρίζοντας πολύ καλά την αξία του μετάλλου θέλησε να τα ασφαλίσει από κάποιον κίνδυνο, τον οποίο ποτέ δεν θα μάθουμε, για να μπορέσει να τα χρησιμοποιήσει κάποια άλλη χρονική στιγμή.

    Χάλκινος «θησαυρός» από πελέκεις και σμίλες που χρονολογούνται στην 3η π.Χ. χιλιετία
    Χάλκινος «θησαυρός» από πελέκεις και σμίλες που χρονολογούνται στην 3η π.Χ. χιλιετία

    Το κρανίο των Πετραλώνων

    Και ακόμη πιο πίσω, κάνοντας ένα άλμα στο χρόνο, συναντούμε το αρχαιότερο ανθρώπινο λείψανο, που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα στην Ελλάδα και ένα από τα σημαντικότερα παλαιοανθρωπολογικά κατάλοιπα της Ευρώπης. Πρόκειται για το κρανίο των Πετραλώνων, που βρέθηκε τυχαία στο Σπήλαιο των Πετραλώνων στη Χαλκιδική. Αποδίδεται στον άνθρωπο του Νεάντερταλ και η ηλικία του υπολογίζεται μεταξύ 350.000 και 200.000 χρόνια πριν από σήμερα.

    Να σημειωθεί ότι το εύρημα αυτό παρέχει πολύτιμες πληροφορίες για τα στάδια εξέλιξης του ανθρώπινου είδους ενώ σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα αρχαιολογικά ευρήματα (οστά ζώων, λίθινα εργαλεία και όπλα) ρίχνει φως στους πρώτους ανθρώπους στην Ελλάδα στα βάθη της παλαιολιθικής εποχής.  Στο Μουσείο φυλάσσεται αντίγραφο, ενώ το αυθεντικό βρίσκεται στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

    Το κρανίο των Πετραλώνων (αντίγραφο), που αποδίδεται στον άνθρωπο του Νεάντερταλ
    Το κρανίο των Πετραλώνων (αντίγραφο), που αποδίδεται στον άνθρωπο του Νεάντερταλ

    Τα ιδιαίτερα εκθέματα 

    Μυκηναϊκές σφραγίδες

    Χρονολογούνται στον 12ο π.Χ. αιώνα και προέρχονται από έναν τάφο του προϊστορικού νεκροταφείου στον Άγιο Δημήτριο Ολύμπου. Οι σφραγίδες είναι κυκλικές και φέρουν οπή για να μπορούν να κρεμαστούν, το γεγονός μάλιστα, ότι βρέθηκαν μαζί με κεχριμπαρένιες χάντρες στο στήθος του νεκρού δηλώνει, ότι ήταν κρεμασμένες ως περιδέραιο ή φυλαχτό και επιπλέον υποδηλώνουν την εξέχουσα θέση του κατόχου τους στην κοινότητα.

    Επιπλέον, η παρουσία αυτών των καθαρά μυκηναϊκής τεχνοτροπίας αντικειμένων στην Πιερία επιβεβαιώνει τις στενές σχέσεις της περιοχής με τη νότια Ελλάδα, σχέσεις οι οποίες θα γίνουν πιο στενές και ουσιαστικές στους επόμενους αιώνες.

    Σφραγίδες της Μυκηναϊκής εποχήςαπό τάφο του προϊστορικού νεκροταφείου στον Άγιο Δημήτριο Ολύμπου (12ος π.Χ. αιώνας)
    Σφραγίδες της Μυκηναϊκής εποχής από τάφο του προϊστορικού νεκροταφείου στον Άγιο Δημήτριο Ολύμπου (12ος π.Χ. αιώνας)

     

    Η αρχαιότερη επιγραφή της Χαλκιδικής

    Μικρό θραύσμα αγγείου, ίσως αμφορέα, που χρονολογείται γύρω στο 760-700 π.Χ. φέρει κάτω από τη λαβή, που σώζεται επίσης, χαραγμένη την  επιγραφή ΕΜΟΣ ή ΕΜΟΙ, που σημαίνει «δικό μου». Το μικρό αυτό θραύσμα με την αρχαιότερη επιγραφή, που έχει βρεθεί μέχρι σήμερα στην Χαλκιδική προέρχεται από το βωμό θυσιών του ιερού του Ποσειδώνα στο Ποσείδι, στην αρχαία Μένδη. Αντικατοπτρίζει την προσωπικότητα του προσκυνητή, που έφθασε μέχρι το ιερό του προστάτη των θαλασσών (το ιερό βρίσκεται σε ένα ειδυλλιακό σημείο, ακριβώς δίπλα στη θάλασσα) και την επιθυμία του να προσφέρει στο θεό κάτι δικό του. Ο αμφορέας πριν αφεθεί στο ιερό, πιθανότατα χρησίμευε για τη μεταφορά νερού ή κρασιού και ήταν προσωπικό αντικείμενο του προσκυνητή.

    Θραύσμα αγγείου με την αρχαιότερη ως σήμερα επιγραφή που βρέθηκε στην Χαλκιδική. Χρονολογείται περί το 760-700 π.Χ.
    Θραύσμα αγγείου με την αρχαιότερη ως σήμερα επιγραφή που βρέθηκε στην Χαλκιδική. Χρονολογείται περί το 760-700 π.Χ.

     

    Χάλκινα κοσμήματα μιας νεαρής

    Πρόκειται για τέσσερα βραχιόλια, τέσσερα περιλαίμια και επτά χάντρες από ένα ακόμα περιδέραιο, μαζί με δύο πόρπες που συγκρατούσαν τα ενδύματα μιας νεαρής γυναίκας, η οποία έζησε τον 7ο π.Χ. αιώνα Το σύνολο των κοσμημάτων βρέθηκε σε ένα τάφο στο πολύ σημαντικό νεκροταφείο της Νέας Φιλαδέλφειας 25 χλμ βορειοδυτικά από τη  Θεσσαλονίκη. Μαζί με ακόμα πέντε σπειροειδείς σωληνίσκους, που κρέμονταν από έναν ιμάντα και στόλιζαν το κεφάλι της νεκρής ήταν τα δώρα, που οι συγγενείς της ήθελαν να την συνοδεύουν στην τελευταία της κατοικία.

    Φτιαγμένα όλα από χαλκό, ένα πολύτιμο για την εποχή μέταλλο, υποδηλώνουν επίσης, την σημαίνουσα θέση της στην οικογένεια. Άλλωστε μία νεαρή γυναίκα ήταν πάντα πολύτιμη και αυτή, που με τη γέννηση νόμιμων τέκνων διασφάλιζε την συνέχιση των γενεών και των «οίκων» στην αρχαία ελληνική κοινωνία.

    Χάλκινα κοσμήματα μιας νεαρής γυναίκας του 7ου π.Χ. αιώνα. Από το νεκροταφείο της Νέας Φιλαδέλφειας Θεσσαλονίκης
    Χάλκινα κοσμήματα μιας νεαρής γυναίκας του 7ου π.Χ. αιώνα. Από το νεκροταφείο της Νέας Φιλαδέλφειας Θεσσαλονίκης

     

    Κατάδεσμος από το Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης

    Στον κατάδεσμο του 4ου π.Χ, αιώνα, που βρέθηκε σε έναν τάφο στο Ωραιόκαστρο, είναι χαραγμένα τα ονόματα πέντε ανδρών. Πρόκειται για τους γιους κάποιου ΄Ωσπερου, που καταγράφονται με τα ονόματά τους: Διογένης, Κρίτων, Ιοβίλης, Επάναρος και Μένων ενώ κατάρα να ζητεί,  να δεθεί η γλώσσα και η φωνή τους.

    Οι κατάδεσμοι ήταν τυλιγμένα μολύβδινα ελάσματα, που τοποθετούνταν σε τάφους παιδιών ή ανθρώπων που είχαν φύγει βίαια ή πρόωρα από τη ζωή. Πάνω τους χαράσσονταν κατάρες ή «μαγικές» φράσεις και προορίζονταν για τους θεούς του Κάτω Κόσμου. Αυτή η πράξη μαγείας αποσκοπούσε στο να βλάψει τους ζωντανούς μέσω των ψυχών που δεν είχαν βρει ανάπαυση και περιπλανιόνταν με σκοπό την εκδίκηση. Οι κατάδεσμοι, ανάλογα με το στόχο τους, αφορούν στην ερωτική απομόνωση, αλλά συχνά και στην αποτυχία αντιδίκων στο δικαστήριο με την παράλυση του νου και της γλώσσας τους κατά τη διάρκεια της δίκης.

    Κατάδεσμος με κατάρες του 4ου π.Χ. αιώνα από το Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης
    Κατάδεσμος με κατάρες του 4ου π.Χ. αιώνα από το Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης

    Μία αρχαία παρτιτούρα

    Μαρμάρινη πλάκα που βρέθηκε τυχαία στην περιοχή των Βρασνών Θεσσαλονίκης από ένα αγρότη και παραδόθηκε στο Μουσείο περιλαμβάνει μια αρχαία παρτιτούρα του 4ου-3ου π.Χ. αιώνα. Έχει χαραγμένα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου, χαλκιδικού ή αττικού, τα οποία αποδίδουν  μουσικό κείμενο και η ενδελεχής μελέτη του κειμένου σε συνεργασία με μουσικολόγους οδήγησε στην αποκρυπτογράφησή του. Τα γράμματα αποδίδουν φθογγόσημα μουσικής, τα οποία αποτελούν τον σκελετό μιας μελωδίας με συμφωνικό-οργανικό χαρακτήρα. Η μεταγραφή τους σε νότες στο πεντάγραμμο δίνει μία μελωδία, που συνθέτουν οι νότες φα-φα-ρε-ρε-μι-φα-λα.

    Πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα μουσικά κείμενα της κλασικής εποχής που έχουν διασωθεί και ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να ακούσει ζωντανά μια σύγχρονη ερμηνεία της αρχαίας μελωδίας.

    Αρχαία παρτιτούρα του 4ου - 3ου π.Χ. αιώνα σε μάρμαρο, με γράμματα που αποδίδουν μουσικό κείμενο. Από τα Βρασνά Θεσσαλονίκης
    Αρχαία παρτιτούρα του 4ου – 3ου π.Χ. αιώνα σε μάρμαρο, με γράμματα που αποδίδουν μουσικό κείμενο. Από τα Βρασνά Θεσσαλονίκης

     

    Ο χάλκινος κρατήρας του Δερβενίου

    Είναι το μεγαλύτερο μεταλλικό αγγείο της κλασικής αρχαιότητας, του 4ου π.Χ. αιώνα συγκεκριμένα, προϊόν υψηλής τεχνογνωσίας και άρτιας εκτέλεσης ενώ δεν υπάρχουν γνωστά παράλληλά του. Ο κρατήρας βρέθηκε σε έναν από τους τάφους του νεκροταφείου του Δερβενίου 10 χλμ βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης  και στο εσωτερικό του υπήρχαν τα υπολείμματα της καύσης ενός άνδρα και μιας νεαρής γυναίκας. Το στόμιο του έκλεινε ένας χάλκινος ηθμός, δηλαδή σουρωτήρι για κρασί  ενώ το έντονο χρυσό χρώμα του αγγείου οφείλεται  στην υψηλή περιεκτικότητα του μετάλλου σε κασσίτερο.

    Η ανάγλυφη παράσταση στο σώμα του κρατήρα έχει ως θέμα τον ιερό γάμο του Διονύσου και της Αριάδνης. Μαινάδες χορεύουν εκστατικά θυμίζοντας σκηνές από την τραγωδία «Βάκχες» του Ευρυπίδη, διάφορα άγρια και ήρεμα ζώα, κλαδιά αμπέλου και κισσού διακοσμούν τις επιφάνειες του αγγείου. Μαινάδες  επίσης, και Σιληνός (ακόλουθος του Διονύσου) κάθονται στους ώμους του κρατήρα και οι λαβές κοσμούνται με προτομές θεών και ηρώων. Στο χείλος φέρει επιγραφή, που μας πληροφορεί ότι το αγγείο ανήκε στον Αστίωνα, γιο του Αναξαγόρα από τη Λάρισσα.

    Ο μοναδικής τέχνης χάλκινος κρατήρας του Δερβενίου (4ος π.Χ. αιώνας), το μεγαλύτερο μεταλλικό αγγείο της κλασικής αρχαιότητας
    Ο μοναδικής τέχνης χάλκινος κρατήρας του Δερβενίου (4ος π.Χ. αιώνας), το μεγαλύτερο μεταλλικό αγγείο της κλασικής αρχαιότητας

     

    Ο Πάπυρος του Δερβενίου

    Τμήματα ενός κυλίνδρου παπύρου, που αποτελεί το αρχαιότερο βιβλίο στην Ευρώπη, συνιστά ένα σπανιότατο εύρημα για την Ελλάδα, καθώς το κλίμα μας δεν ευνοεί την διατήρησή τους. Αυτός ο πάπυρος όμως διασώθηκε, επειδή κάηκε στη νεκρική πυρά του άνδρα, που θάφτηκε σε έναν από τους τάφους του Δερβενίου.

    Με βάση τη γραφή ο πάπυρος χρονολογείται ανάμεσα στο 340-320 π.Χ. αλλά το κείμενο που αναγράφεται είναι πολύ παλιότερο, του 420-410 π.Χ. Ως συγγραφέας του βιβλίου εξάλλου, το οποίο κινείται στα όρια μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας, θεωρείται ότι ήταν πιθανότατα ήταν  ο Ευθύφρων από τα Πρόσπαλτα, ένα δήμο της Αττικής.

    Το κείμενο διαιρείται σε δύο μέρη. Στο πρώτο, γίνεται μία περιγραφή των λατρευτικών πρακτικών, που σχετίζονται με τη μεταθανάτια τύχη των ψυχών και στο δεύτερο παραδίδεται ένας ορφικός ύμνος, που συνόδευε τις ορφικές τελετουργίες.

    Είναι σημαντικό επίσης, ότι το 2015, ο Πάπυρος του Δερβενίου εγγράφηκε στον Διεθνή κατάλογο της UNESCO «Μνήμη του κόσμου». Κι αυτό, γιατί σύμφωνα με το σκεπτικό «Ο Πάπυρος του Δερβενίου έχει τεράστια σημασία, όχι μόνο για τη μελέτη της ελληνικής θρησκείας και της φιλοσοφίας, οι οποίες είναι η βάση της δυτικής φιλοσοφικής σκέψης, αλλά και επειδή αποδεικνύει την πρώιμη χρονολόγηση των Ορφικών ποιημάτων προσφέροντας μια ξεχωριστή έκδοση του προσωκρατικών φιλοσόφων. Ο Πάπυρος του Δερβενίου, που αποτελεί το πρώτο βιβλίο της δυτικής παράδοσης, έχει παγκόσμια σημασία, δεδομένου ότι αντανακλά τις οικουμενικές αξίες του ανθρώπου: την ανάγκη του να κατανοήσει τον κόσμο, την επιθυμία του να ανήκει σε μια ανθρώπινη κοινωνία με κοινώς παραδεκτούς κανόνες και την αγωνία του να αντιμετωπίσει το τέλος της ζωής».

    Ο Πάπυρος του Δερβενίου (4ος π.Χ. αιώνας), το αρχαιότερο βιβλίο στην Ευρώπη
    Ο Πάπυρος του Δερβενίου (4ος π.Χ. αιώνας), το αρχαιότερο βιβλίο στην Ευρώπη

     

    Ένας λίθος με πολλές ιστορίες

    Στην υπαίθρια έκθεση «Μνήμη-λίθοι» του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης  ιδιαίτερο έκθεμα είναι ένα μαρμάρινο αρχιτεκτονικό μέλος με ανάγλυφη διακόσμηση που προέρχεται από την επένδυση της οροφής ενός αρχαίου κτηρίου. Αιώνες μετά την καταστροφή του κτηρίου χρησιμοποιήθηκε ξανά, όπως προδίδουν δύο εβραϊκές επιγραφές που λαξεύτηκαν στην πίσω πλευρά του.

    Συγκεκριμένα χρησιμοποιήθηκε ως καλυπτήρια πλάκα στους τάφους του ραβίνου Jacob Crespi και της συζύγου του, οι οποίοι πέθαναν με λίγες ημέρες διαφορά τον Ιούλιο του 1622. Η βιογραφία λοιπόν αυτού του αντικειμένου είναι διπλή και αφηγείται δύο «στιγμές» της ιστορίας της Θεσσαλονίκης με μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ τους. Η πρακτική άλλωστε, της ανακύκλωσης αρχαίων λίθων, κυρίως μαρμάρινων που είναι δαπανηροί και η επανάχρησή τους σε μεταγενέστερες κατασκευές ή μνημεία  είναι πολύ συνήθης τόσο στην αρχαιότητα όσο και στους νεότερους χρόνους.

    Μαρμάρινο αρχιτεκτονικό μέλος αρχαίου κτηρίου, που επαναχρησιμοποιήθηκε τον 17ο αιώνα για τους τάφους ραβίνου και της συζύγου του
    Μαρμάρινο αρχιτεκτονικό μέλος αρχαίου κτηρίου, που επαναχρησιμοποιήθηκε τον 17ο αιώνα για τους τάφους ραβίνου και της συζύγου του
    Η διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, Αναστασία Γκαδόλου, με νέους επισκέπτες, δίπλα σε πήλινο πίθο για κρασί από οινοποιείο αγροτικής έπαυλης στο Κομπολόι αρχαίων Λειβήθρων Πιερίας (τέλη 4ου – αρχές 3ου π.Χ. αιώνα)
    Η διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, Αναστασία Γκαδόλου, με νέους επισκέπτες, δίπλα σε πήλινο πίθο για κρασί από οινοποιείο αγροτικής έπαυλης στο Κομπολόι αρχαίων Λειβήθρων Πιερίας (τέλη 4ου – αρχές 3ου π.Χ. αιώνα)

     


    * Η κυρία Αναστασία Γκαδόλου είναι αρχαιολόγος, απόφοιτη του Τμήματος Ιστορίας-Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και διδάκτωρ του ίδιου ιδρύματος. Πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Leicester Μεγάλης Βρετανίας και πρόσφατα, το 2022 απέκτησε δεύτερο τίτλο μεταπτυχιακών σπουδών στη θεματική: Αειφόρος Τουριστική Ανάπτυξη. Πολιτισμός, Περιβάλλον, Κοινωνία από διακρατικό πρόγραμμα Πανεπιστημίων Ελλάδας –Γαλλίας.

    Υπηρετεί στο υπουργείο Πολιτισμού από το 1993, αρχικά σε Εφορείες Αρχαιοτήτων, επί δεκαετία στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και ως αναπληρώτρια διευθύντρια στην Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.  Έχει διενεργήσει σωστικές ανασκαφές στην Αχαΐα και τη Βοιωτία και από το 2005 συμμετέχει στην ανασκαφή, μελέτη και δημοσίευση της ανασκαφής του Ιερού των Πρώιμων Ιστορικών Χρόνων του Ελικωνίου Ποσειδώνα στην Αχαΐα. Έχει δημοσιεύσει δύο μονογραφίες «Η Αχαΐα στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους. Κεραμεική παραγωγή και έθιμα ταφής» και «Thapsos class pottery reconsidered. Workshop or pottery style? The case of Achaia in the northern Peloponnese» και έχει συγγράψει επιστημονικά άρθρα.

    Είναι μέλος του Συμβουλίου Μουσείων του Υπουργείου Πολιτισμού και από το 2023 διευθύντρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης.

    ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

    Τι να δω στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας – Γράφει η αρχαιολόγος δρ Ερωφίλη-Ίρις Κόλλια