Ο ευρωπαϊκός οίκος Scope Ratings επιβεβαίωσε χθες το μέτρια θετικό σενάριο, διατηρώντας αμετάβλητη την πιστοληπτική αξιολόγηση στο ΒΒΒ- αλλά δίνοντας θετική προοπτική σε αυτή την αξιολόγηση, κάτι που σημαίνει ότι εντός 12 μηνών, ανά πάσα στιγμή ο οίκος μπορεί να βελτιώσει το rating κατά μια ή περισσότερες κλίμακες.

Η απόφαση αυτή, την οποία χαιρέτισε η κυβέρνηση, είναι ένα θετικό στήριγμα για την αγορά καθώς επιβεβαιώνει πως αργά αλλά σταθερά η Ελλάδα «αναρριχάται» στη σκάλα των διεθνών οίκων αξιολόγησης με βασικό όχημα την συνέπεια στη δημοσιονομική πειθαρχία, την βελτίωση του ελληνικού τραπεζικού τομέα, και την ευρύτερη αποδοχή της ανάγκης για περισσότερες και πιο ποιοτικές μεταρρυθμίσεις.

1

Δεν είναι τυχαίο πως στην ανάλυση του ο οίκος, που ήταν ο πρώτος ο οποίος έδωσε στη χώρα την επενδυτική βαθμίδα τον Αύγουστο του 2023, σημειώνει μεταξύ άλλων πως αυτές οι πολιτικές υιοθετούνται παρά το ότι η χώρα έχει εξέλθει του αυστηρού πλαισίου της επιτήρησης από τους θεσμούς.

Την ίδια στιγμή θετικά φαίνεται πως τροφοδοτεί τους οίκους η αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες με τη Scope να σημειώνει πως αναμένονται τίτλοι τέλους για το ΤΧΣ προς τα τέλη του 2024, ένα χρόνο νωρίτερα από την προθεσμία που είχε δοθεί.

Ταυτόχρονα, κεντρικό αβαντάζ στις αξιολογήσεις παραμένει η σταθερά πτωτική τροχιά του λόγου χρέους προς ΑΕΠ και το ευνοϊκό προφίλ εξυπηρέτησης του σε ένα περιβάλλον που η ανάπτυξη στη χώρα υπεραποδίδει σταθερά έναντι της ευρωζώνης.

Ωστόσο, η ανάλυση της Scope, αν και συνολικά φέρει θετικό πρόσημο, εντούτοις αποτυπώνει τη…μάχη με το χρόνο που καλείται να δώσει η ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια.

Για να βελτιωθεί η αξιολόγηση σε προ κρίσης 2010 επίπεδα, που είναι και το μεγάλο ζητούμενο, η Ελλάδα καλείται να εφαρμόσει αταλάντευτα μια συνεπή δημοσιονομική πολιτική, να επιτύχει σταθερά ευνοϊκούς ρυθμούς ανάπτυξης, να ξεπεράσει με ευκολία και ανθεκτικότητα εξωγενή σοκ που ουδείς μπορεί να αποκλείσει σε ένα τόσο παρατεταμένο διάστημα προσαρμογής, να μειώνει όχι μόνο το λόγο χρέους προς ΑΕΠ αλλά και το χρέος ως απόλυτο μέγεθος και να προχωρά σε μεταρρυθμίσεις που πλέον κτυπούν στην καρδιά προβλημάτων τα οποία εδώ και πολλές δεκαετίες δεν έχουν αντιμετωπιστεί.

Η συνταγή της αναβάθμισης περνάει από:

– Μια ισχυρή και διατηρήσιμη πτωτική πορεία του χρέους μεσοπρόθεσμα υποστηριζόμενη από την ονομαστική ανάπτυξη και τη δημοσιονομική εξυγίανση

– Περαιτέρω περιορισμό των κινδύνων του τραπεζικού τομέα μέσω της ενίσχυσης της τραπεζικής κεφαλαιοποίησης, της περαιτέρω μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και/ή του περιορισμού των δεσμών κράτους-τραπεζών

– Μείωση διαρθρωτικών οικονομικών και εξωτερικών ανισορροπιών αυξάνοντας το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ενισχύοντας τη μακροοικονομική βιωσιμότητα.

Σύμφωνα με τον οίκο, οι καθοδικοί κίνδυνοι περιλαμβάνουν μια σειρά από παράγοντες που δεν μπορούν να αποκλειστούν σε καμία οικονομία κατά τη διάρκεια των οικονομικών κύκλων.

Για παράδειγμα οποιαδήποτε απότομη οικονομική ύφεση, μια απροσδόκητη επιστροφή σε χαμηλό πληθωρισμό, νέα σοβαρή αύξηση των επιτοκίων δανεισμού και μια απροσδόκητη και σημαντική αποδυνάμωση της δημοσιονομικής θέσης.

Αυτοί οι παράγοντες προφανώς και δεν αποτελούν το βασικό σενάριο αυτή τη στιγμή, ωστόσο είναι θέματα που θα μπορούσαν να ανακύψουν στην πορεία των, πολλών, ετών προσαρμογής που έχει η χώρα μπροστά προκειμένου να επαναφέρει την αξιολόγηση της στα επίπεδα που ήταν πριν από 14 χρόνια και να θωρακίσει, ουσιαστικά, την οικονομία της.

Είναι ενδεικτικό ένα παράδειγμα που αναφέρει ως άσκηση εργασίας η έκθεση, σύμφωνα με το οποίο σε ένα δυσμενές σενάριο δύο διαδοχικών ετών ύφεσης, θεωρητικά στη διετία 2024 – 2025 – που δεν προβλέπεται – το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να τερματίσει στο 172% του ΑΕΠ στο τέλος της επόμενης χρονιάς. Με βάση τις τρέχουσες προβλέψεις ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 151,9% έως το τέλος του 2024, πριν αποκλιμακωθεί περαιτέρω στο 130,7% έως το 2029.

Όπως σημειώνει η Scope, εάν αυτό πραγματοποιηθεί, θα αντιπροσωπεύει τον χαμηλότερο δείκτη χρέους του κράτους από την έναρξη της ελληνικής κρίσης (1οτρίμηνο του 2010) και κάτω από τον δείκτη χρέους της Ιταλίας με αξιολόγηση BBB+ έως το 2026.

Οι προβλέψεις του οίκου για το χρέος της Ελλάδας έχουν πάντως ενισχυθεί λόγω της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, καθώς η κυβέρνηση μπορεί να επιτύχει, αν όχι να υπερβεί, τον στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 2,1% του ΑΕΠ για το2024.

Επιπλέον, η Scope έχει επικαιροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες παραδοχές πρωτογενούς αποτελέσματος και τώρα αναμένει ότι η κυβέρνηση θα επιτύχει πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ το 2025-27κατά το υπόλοιπο της κυβέρνησης Μητσοτάκη, εκτίμηση που είναι σημαντικά βελτιωμένη σε σχέση με προηγούμενη πρόβλεψη του ίδιου οίκου για πλεόνασμα μόλις 1%.

«Η συνεχής εστίαση των αρχών στη διατήρηση της δημοσιονομικής σύνεσης παρέχει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην επίτευξη και τη διατήρηση αυξημένων στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος ενόψει των επόμενων εκλογών, εκτός απρόβλεπτων κλυδωνισμών.» επισημαίνεται στην έκθεση.

Ο οίκος ωστόσο επισημαίνει πως το δημόσιο χρέος της Ελλάδας παραμένει πολύ υψηλό – το δεύτερο υψηλότερο από τα 40 κράτη που παρακολουθεί, χαμηλότερο μόνο έναντι της Ιαπωνίας, η οποία όμως έχει αξιολόγηση A με σταθερή προοπτική. Σύμφωνα με τον οίκο το υψηλό απόθεμα χρέους εκθέτει την Ελλάδα σε επανεκτιμήσεις των αγορών για τον κίνδυνο που συνδέεται με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

Επιπλέον, καθώς η Ελλάδα χρηματοδοτείται από τις αγορές και αποπληρώνει πρόωρα τα δάνεια διάσωσης και η ΕΚΤ ξεκινά επιπλέον ποσοτική σύσφιξη των αγορών λόγω πανδημίας, η δομή του ελληνικού χρέους σταδιακά αποδυναμώνεται ενώ παράλληλα η Ελλάδα σταδιακά εκτίθεται ολοένα περισσότερο στις αγορές για την αναχρηματοδότηση του χρέους της.

Η πολύ μακρά σταθμισμένη μέση διάρκεια χρέους (19,2 έτη) που είναι η μεγαλύτερη από τις αξιολογούμενες χώρες, φυσιολογικά ομαλοποιείται σταδιακά χαμηλότερα καθώς η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα.

Σημειώνεται πως με δεδομένο πως οι αξιολογήσεις αφορούν στο χρέος που θα πρέπει να αποπληρωθεί στους ιδιώτες, τους οποίους να μην ξεχνούμε πως η χώρα είχε «κουρέψει» μέσω του PSI, η σταδιακή αύξηση του χρέους που διακρατούν ιδιώτες, σταδιακά θα ξεκινά να αποκτά μεγαλύτερο βάρος στην παρακολούθηση από τους οίκους.

Την ίδια στιγμή οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις ενδέχεται να αυξήσουν με την πάροδο του χρόνου τη δυνητική ανάπτυξη της Ελλάδας που εκτιμάται σήμερα σε 1,0% ετησίως. Αναμένεται ισχυρότερη ονομαστική οικονομική ανάπτυξη τα επόμενα έτη, δεδομένου εν μέρει δεδομένου του εναρμονισμένου πληθωρισμού 2,7 % το 2024 και 2,8 % το 2025, έναντι 4,2 % πέρυσι.

Συνολικά, παράγοντες που θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση στην αξιολόγηση είναι οι εξής:

1. Η στήριξη του Ευρωσυστήματος για το ελληνικό χρέος να μειωθεί αισθητά.

2. Οι δημοσιονομικές πολιτικές να είναι χαλαρές για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή/και να προκύψει οικονομική ύφεση, εμποδίζοντας ή αντιστρέφοντας την τρέχουσα πορεία μείωσης του δείκτη δημόσιου χρέους·

3. Οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τον τραπεζικό τομέα να ενταθούν εκ νέου.

4. Η διατηρησιμότητα της μακροοικονομικής ανάπτυξης να εξασθενήσει ή/και να αυξηθούν οι μακροοικονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες.

Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι επισημάνσεις για τον κλιματικό κίνδυνο. Οι επιδόσεις της Ελλάδας δεν είναι οι χειρότερες στην ευρωζώνη αλλά αποτελούν εστία προβληματισμού.

Οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές γίνονται όλο και πιο συχνές και έντονες, με τον οίκο να επισημαίνει τη σύσταση εξειδικευμένου υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας μετά τις πυρκαγιές του2021, αλλά να σημειώνει πως η προσαρμογή παρεμποδίστηκε από τις απαιτούμενες προετοιμασίες στις περιφερειακές διοικήσεις.

Παράλληλα αναφέρει πως η Ελλάδα βιώνει τις πιο σημαντικές οικονομικές απώλειες που σχετίζονται με το κλίμα από οποιοδήποτε έθνος της ΕΕ, σύμφωνα με τη Eurostat καθώς όμως και το ότι η χώρα εφαρμόζει μια φιλόδοξη πολιτική για το κλίμα.

Διαβάστε επίσης:

Κωστής Χατζηδάκης για Scope: Μήνυμα συνέχισης και επιτάχυνσης της οικονομικής πολιτικής

Scope: Σήμα για νέα αναβάθμιση της Ελλάδας – Επιβεβαίωσε το BBB-, αναβάθμισε σε «θετικό» το outlook

Ο «χάρτης» των πληρωμών από e-ΕΦΚΑ, ΔΥΠΑ για την περίοδο 15 έως 19 Ιουλίου