Στην κομματική συνάντηση το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στις διαφορές απόψεων μεταξύ του Μαξίμου και πλειάδας βουλευτών. Στην τεχνοκρατική οι επισημάνσεις της έκθεσης και το θέμα που επέλεξε ο διοικητής για την ομιλία του.
Στην κομματική σύναξη, το Μαξίμου έχει να ισορροπήσει στην κόψη του ξυραφιού. Πέρα από τις προσωπικές πικρίες (αναπόφευκτες και νομοτελειακές) οι βουλευτές εξέφρασαν βάσιμες απόψεις. Όσο και να θέλει το πολιτικό κέντρο να εμφανίζεται ως υπερασπιστής της συμπεριληπτικότητας, οι πολιτισμικές διαφορές είναι απτές και, σε ορισμένες περιπτώσεις, χαώδεις. Η καταφυγή στην ιδεολογική αγνότητα γίνεται έτσι αυτόματα και, φυσικά, δημιουργεί εντάσεις.
Το αντίδοτο είναι η αποτελεσματικότητα, οπότε ορθά το Μαξίμου επιμένει στο θέμα αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι δεν ανταποκρίνεται με επάρκεια το υπουργικό κάδρο, ενώ τα φαινόμενα άλλοτε αλαζονείας και άλλοτε αδιαφορίας προς την ευρύτερη βουλευτική ομάδα αποδυναμώνουν το πρωθυπουργικό αφήγημα και ταυτόχρονα αφήνουν ανεξίτηλες κηλίδες στο ίδιο το εκλογικό σώμα.
Θεωρώ ότι το Μαξίμου υποεκτίμησε το θέμα της καθημερινότητας– οπότε τώρα τρέχει να προλάβει. Βρίσκεται, έτσι, μπροστά σ΄ ένα δίλημμα: η καθυστέρηση απαιτεί γρήγορες «κεντρικές» αποφάσεις, ενώ το βουλευτικό σώμα απαιτεί πλουραλισμό. Δύσκολη η λύση της εξίσωσης, εκτός κι αν αποφασίσει το Μαξίμου να χρησιμοποιήσει τους βουλευτές ως project managers. Και θέματα προς επίλυση υπάρχουν πολλά. Θα είναι μία λύση και θα βρεθεί έτσι απασχόληση για όλη την κοινοβουλευτική ομάδα.
Με όλα αυτά, απορία προξενεί το γεγονός ότι τρία μεγάλα θέματα δεν έχουν τύχει της προσοχής που αντικειμενικά απαιτούν. Πολλά ανέφερε ο Γιάννης Στουρνάρας αλλά θα σταθώ σε τρία.
Το ένα αφορά την λειτουργία του τραπεζικού συστήματος με αναφορά σε τρία προβλήματα: τις υπερβολικές χρεώσεις, την άρνηση στην χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων και την επάρκεια κεφαλαίων. Οι υπερβολικές χρεώσεις είναι απόρροια της εμμονής για την μεγιστοποίηση των άμεσων κερδών. Η μη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων στην άρνηση των τραπεζών να υιοθετήσουν νέα κριτήρια δανεισμού και ανάληψης ρίσκου. Και η ουσιαστική ανεπάρκεια κεφαλαίων στο γεγονός ότι όλοι γνωρίζουν την επίπτωση της αναβαλλόμενης φορολογίας. Ας σημειωθεί ότι αυτή ακριβώς η «κρυφή» φορολογική υποχρέωση βαραίνει αρνητικά στην αξιολόγηση της οικονομίας μας.
Δεν μπορούμε να έχουμε και ανεπαρκείς και κερδοφόρες τράπεζες. Είναι, πλέον, θέμα πολιτικής απόφασης που θα πρέπει να ληφθεί και με κοινωνικά κριτήρια. Το παρόν σχήμα δεν θα είναι βιώσιμο επί μακρόν πλέον.
Το δεύτερο θέμα αφορά την βιώσιμη ανάπτυξη. Ορθά ο διοικητής έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στην κλιματική κρίση. Διότι, το θέμα με την βιώσιμη ανάπτυξη είναι ότι οι 17 κανόνες-στόχοι που αφορούν την οικονομία, την κοινωνία και την κυβερνησιμότητα (ESGs) χρησιμοποιούνται πλέον ως πέπλο ουσιαστικής μη συμμόρφωσης. Η πράγματι βιώσιμη ανάπτυξη απαιτεί προσήλωση και «υπακοή» και στους 17 στόχους. Κανείς δεν το πράττει. Αντίθετα, η κάθε επιχείρηση επιλέγει τους ένα ή δύο λιγότερο κοστοβόρους γι’ αυτήν στόχους και αυτοδοξάζεται ως υποστηρίκτρια της βιώσιμης ανάπτυξης.
Η κλιματική κρίση, όμως, δεν γνωρίζει τέτοιους αυτοσχέδιους περιορισμούς. ΟΙ επιπτώσεις της είναι ευρείες, ενέχουν τεράστιο ανθρώπινο και υλικό κόστος και απαιτούν έγκαιρη προετοιμασία – που πάντως ξεφεύγει από το στενό πλαίσιο της Πολιτικής Προστασίας. Στην επόμενη τριετία η χώρα θα όφειλε να βρίσκεται σε μία οργιώδη προσπάθεια αναβάθμισης όλων των υποδομών της, με την συνεργασία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, και να αναλώνει λιγότερους πόρους σε φαραωνικά τουριστικά σχέδια. Στις ημέρες μας, το υπουργείο υποδομών θα όφειλε να είναι κορυφαίο.
Το τρίτο θέμα συνδέεται και με την βιώσιμη ανάπτυξη και με τις πολιτικές εξελίξεις. Με τις συνθήκες που δημιουργεί ο συνδυασμός της κλιματικής κρίσης και της ψηφιακής επανάστασης, κορυφαίος στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης όφειλε να είναι η μείωση των ανισοτήτων. Η αύξηση τους θέτει σε κίνδυνο την πολιτική ομαλότητα και την κοινωνική συνοχή. Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και πολύ πιο άμεσος απ’ ότι πολλοί εφησυχάζοντες εκτιμούν. Η αντιμετώπιση τους απαιτεί διαφοροποίηση του μοντέλου ανάπτυξης. Το υπάρχων μοντέλο του πολυτελούς και ταυτόχρονα μαζικού τουρισμού και της κερδοσκοπίας στο real estate δεν θα επιβιώσει. Είναι μονοδιάστατο, δεν ενθαρρύνει την άριστη κατανομή πόρων, και ενισχύει την αύξηση των ανισοτήτων.
Η στρατηγική της ανάπτυξης θα μπορούσε, αντίθετα, να στηριχτεί στον προχωρημένο εκσυγχρονισμό των υποδομών γενικά — δρόμων, γεφυριών, φραγμάτων, λιμανιών, χερσαίων και θαλάσσιων μεταφορών, δικτύων, παλαιών κτιρίων. Ζούμε σε περιβάλλον που δεν είναι καν του τέλους του 20ου αιώνα – κοντύτερα προς τα μέσα του προηγούμενου αιώνα βρισκόμαστε. Η χώρα θα μπορούσε να είναι ένα απέραντο εργοτάξιο με στόχο την ανθεκτικότητα απέναντι στην κλιματική κρίση. Αυτό και μόνο θα διαφοροποιούσε το μοντέλο ανάπτυξης – χωρίς να θίξει τον τουρισμό—όπου στην προσπάθεια αυτή η ΤΝ θα έπαιζε σημαντικό και αναγκαίο ρόλο.
Στην επόμενη τριετία θα ήταν άριστο αν αρχίζαμε να βλέπαμε το δάσος και όχι μόνο τα δέντρα.
Διαβάστε επίσης
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Eurobank: Οι λόγοι πίσω από το διαχρονικά «φουσκωμένο» ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
- Χαρδαλιάς από τη Δυτική Αττική: «Χαράσσουμε δρόμους που σώζουν ζωές και μας φέρνουν στο αύριο»
- Σουηδία: Η στήριξη της Ουκρανίας είναι επένδυση στη δική μας ασφάλεια
- Πάρε έως και 10 μόρια παρακολουθώντας το πρόγραμμα Κυβερνοεκφοβισμός και Διαδικτυακή Παραβατικότητα Ανηλίκων