• Τράπεζες

    «Ουραγός» η Ελλάδα στην αποταμίευση μεταξύ όλων των αναπτυγμένων χωρών – Oι βασικές αιτίες

    Τάσος Αναστασάτος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank και Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών

    Τάσος Αναστασάτος, Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου Eurobank και Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών


    Τα λιγότερα χρήματα αποταμιεύουν οι Ελληνες σε σχέση με τους πολίτες των χωρών της ευρωζώνης, αλλά και σε σχέση με του πολίτες των ανεπτυγμένων χωρών.

    Οι γονικές παροχές, οι υψηλές δαπάνες στέγασης, το μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχολούμενων, αλλά και τα υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης των συντάξεων –πριν από την κρίση- εμπέδωσαν στους Ελληνες κουλτούρα χαμηλής αποταμίευσης.

    Αυτό δείχνει η μελέτη για «Το παρόν και το μέλλον της αποταμίευσης στην Ελλάδα» που παρουσίασε χθες η Eurobank, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα την ανάγκη προώθησης δημοσίου διαλόγου για την ενίσχυση της εθνικής αποταμίευσης.

    Όπως διαπιστώνει η μελέτη την οποία εκπόνησαν οι καθηγητές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σαράντης Καλυβίτης, Μαργαρίτα Κατσίμη και Θωμάς Μούτος, με συντονιστή τον Επικεφαλής Οικονομολόγο του Ομίλου Eurobank, Τάσο Αναστασάτο:

    -Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα είναι σημαντικά χαμηλότερο από τα αντίστοιχα της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας, καθώς επίσης και της Ευρωζώνης.

    – Η τεράστια επιβάρυνση των νοικοκυριών με δαπάνες στέγασης σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την αποταμίευση

    – Οι γονικές παροχές, που είναι πολύ πιο διαδεδομένες στην Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες, έχουν αρνητικές συνέπειες στην αποταμίευση.

    -Το πολύ μεγάλο ποσοστό αυτοαπασχόλησης έχει επίσης αρνητικές επιπτώσεις στην αποταμίευση. Και στο βαθμό που η φοροδιαφυγή είναι πιο εκτεταμένη μεταξύ των αυτοαπασχολούμενων, επηρεάζονται επίσης αρνητικά τα δημόσια έσοδα και η δημόσια αποταμίευση

    – Η διόρθωση του εξαιρετικά υψηλού ποσοστού αναπλήρωσης του εισοδήματος που παρείχε το συνταξιοδοτικό σύστημα στην Ελλάδα μετά το 2010 αναμένεται να επηρεάσει θετικά την αποταμίευση των νοικοκυριών.

    Μάλιστα την πενταετία 2018-2022 το ποσοστό της εθνικής αποταμίευσης στην Ελλάδα βρισκόταν στο 9,2% του ΑΕΠ έναντι 25,6% στην Ευρωζώνη, με τη διαφορά να ξεπερνά τις 16 μονάδες, όταν την περίοδο 2002-2004 ήταν 6 μονάδες (Ελλάδα: 16,3%, Ευρωζώνη: 22,7%). Ακόμα και στη Βουλγαρία, το ποσοστό αποταμίευσης σε σχέση με το ΑΕΠ ήταν 13 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από αυτό της Ελλάδας.

    Σε ότι αφορά την αποταμίευση των νοικοκυριών (στοιχεία 2019) η μελέτη δείχνει ότι:

    – Η μέση ετήσια αποταμίευση για το σύνολο του δείγματος ανέρχεται στα 1076 ευρώ, ενώ είναι αρνητική για τα νοικοκυριά με δύο ενήλικες και παιδιά (-2159 ευρώ).

    – Η μέση ετήσια αποταμίευση των συνταξιούχων ανέρχεται σε 2248 ευρώ, των εργαζομένων σε 410 ευρώ, των μισθωτών σε 542 ευρώ και των αυτοαπασχολούμενων σε 63 ευρώ.

    – Το 40% της συνολικής αποταμίευσης προέρχεται από το 1% των νοικοκυριών με τα υψηλότερα εισοδήματα.

    – Τα ποσοστά αποταμίευσης διαφέρουν σημαντικά ανά κλίμακα εισοδήματος και είναι αρνητικά για τέσσερα στα δέκα νοικοκυριά του δείγματος.

    – Οι δαπάνες για υγεία και εκπαίδευση σχετίζονται αρνητικά με την αποταμίευση.

    – Τα νοικοκυριά που δηλώνουν δαπάνες σε τυχερά παίγνια έχουν σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό αποταμίευσης.

    Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Επιτροπής Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων, οι συνολικές δαπάνες σε διαδικτυακό τζόγο, σε πρακτορεία του ΟΠΑΠ, καζίνο, λαχεία και ιππόδρομο το 2019 ήταν περίπου 16 δις ευρώ και το 2022 ανήλθαν σε 29,2 δις ευρώ.

    Η μελέτη (που έγινε σε δείγμα 6.175 νοικοκυριών) διαπιστώνει ότι περίπου το 1/3 των νοικοκυριών παίζουν τυχερά παιχνίδια, με τη δαπάνη να ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 338 ευρώ τον χρόνο (ή περίπου 28 ευρώ το μήνα).

    Μάλιστα η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για τυχερά παιχνίδια αυξάνεται ανάλογα με την ηλικία και κορυφώνεται στη μέση ηλικία των 40-49 ετών, ενώ παρουσιάζει πτωτική τάση για μεγαλύτερες ηλικίες.

    Συγκεκριμένα, το ποσοστό των νοικοκυριών που παίζει κάθε είδους τζόγο είναι 43,6% στην ηλικιακή ομάδα των κάτω των 30 ετών και κορυφώνεται στο 65,7% στην ηλικιακή ομάδα 40-49 ετών. Στις επόμενες ηλικιακές ομάδες το ποσοστό αυτό πέφτει συνεχόμενα φτάνοντας στο 8,6% για τους άνω των 80 ετών.

    Η μελέτη διατυπώνει και προτάσεις πολιτικής για να αυξηθεί η αποταμίευση και συγκεκριμένα προτείνει:

    -Την αύξηση του φορολογικού συντελεστή στις γονικές παροχές ή/και μείωση του αφορολόγητου ορίου, ιδιαίτερα για μεταβιβάσεις που αφορούν νεότερες ηλικίες, σε συνδυασμό με μείωση της φορολογίας του εισοδήματος από αποταμίευση.

    -Δημόσιες ή/και ιδιωτικές πρωτοβουλίες που στοχεύουν στη βελτίωση του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού μέσω της παροχής πληροφόρησης και εκπαίδευσης σχετικά με την αποταμίευση, με ιδιαίτερη στόχευση στις νεότερες ηλικίες και στα άτομα με χαμηλά εισοδήματα.

    -Δημόσιες παρεμβάσεις που παρακινούν τους εργοδότες να προεγγράφουν αυτόματα τους εργαζόμενους σε πρόσθετα συνταξιοδοτικά προγράμματα ή να μεταφέρουν ένα προκαθορισμένο μέρος του μισθού τους, εφόσον οι εργαζόμενοι δεν εκφράσουν αντίρρηση, σε αποταμιευτικούς λογαριασμούς.

    Διαβάστε επίσης

    Μ. Χειμώνας (ΣΦΕΕ): Επενδύσεις – καινοτομία κινδυνεύουν από τη νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία για το φάρμακο



    ΣΧΟΛΙΑ