Τέθηκε σε ισχύ προ ολίγων ημερών η Οδηγία anti-SLAPP για την αντιμετώπιση των καταχρηστικών αγωγών κατά των δημοσιογράφων. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε το 2017, μετά τη δολοφονία της Μαλτέζας δημοσιογράφου Δάφνης Καρουάνα Γκαλιζία.

Οι αγωγές SLAPP (strategic lawsuits against public participation) αποτελούν εδώ και χρόνια ένα όπλο εκφοβισμού από ισχυρά πρόσωπα κατά δημοσιογράφων. Οι εν λόγω αγωγές στρέφονται κατά των ίδιων των δημοσιογράφων ή/και των νομικών προσώπων των μέσων ενημέρωσης και είναι προδήλως αβάσιμες. Επομένως, στόχος τους δεν είναι η δικαστική νίκη, αλλά η ηθική και οικονομική εξόντωση του δημοσιογράφου, καθώς συχνά ασκούνται πολλαπλές αγωγές σε διαφορετικές δικαιοδοσίες.

1

Η Οδηγία, η οποία αποτελεί μέρος του Ευρωπαϊκού Σχεδίου Δράσης για τη Δημοκρατία, έρχεται σε μια χρονική περίοδο, κατά την οποία οι αγωγές SLAPP έχουν αυξηθεί κατακόρυφα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παραβιάζοντας θεμελιώδη δικαιώματα, όπως η ελευθερία έκφρασης και το δικαίωμα στην ενημέρωση. Άλλωστε, στόχοι τέτοιων αγωγών, οι οποίες εκφοβίζουν και τελικά φιμώνουν τον εναγόμενο μέσω της οικονομικής επιβάρυνσης και της πίεσης των χρονοβόρων δικαστικών διαδικασιών, δεν είναι μόνο οι δημοσιογράφοι, αλλά και οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

Το πιο τραγικό παράδειγμα της χρήσης των αγωγών SLAPP είναι η δημοσιογράφος από τη Μάλτα, Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία, η οποία τη στιγμή της δολοφονίας της βρισκόταν αντιμέτωπη με 43 καταχρηστικές αγωγές.

Τα Panama Papers και η σοκαριστική δολοφονία της δημοσιογράφου

Η Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία ήταν Μαλτέζα συγγραφέας, δημοσιογράφος και ακτιβίστρια κατά της διαφθοράς, η οποία έγινε διεθνώς γνωστή για την έρευνά της σχετικά με τα Panama Papers και τη μετέπειτα φρικτή δολοφονία της.

Η έρευνά της επικεντρώθηκε στην κυβερνητική διαφθορά της χώρας της, το ξέπλυμα χρήματος και τις διασυνδέσεις μεταξύ της βιομηχανίας του τζόγου και του οργανωμένου εγκλήματος. Αν και είχε δεχθεί ουκ ολίγες απειλές, αντιμετώπιζε δεκάδες αγωγές για συκοφαντική δυσφήμιση και είχε συλληφθεί δύο φορές, η τολμηρή δημοσιογράφος δεν σταμάτησε το έργο της, κάτι που τελικά της στοίχισε τη ζωή της.

Το 2016 και το 2017, η δημοσιογράφος δημοσίευσε πλήθος άρθρων στο προσωπικό της ιστολόγιο, Running Commentary, στο οποίο κατηγορούσε υψηλά ιστάμενα πολιτικά πρόσωπα της Μάλτας, μεταξύ των οποίων υπουργοί και άτομα παρά τω πρωθυπουργώ, για διαπλοκή και αδιαφάνεια μέσω off-shore εταιρειών στον Παναμά. Η διαρροή λίγο αργότερα των Panama Papers επιβεβαίωσε τα λεγόμενα της Γκαλιζία, ταρακουνώντας συθέμελα το πολιτικό σκηνικό της μικρής νησιωτικής χώρας.

Στις 16 Οκτωβρίου 2017, η Δάφνη Καρουάνα Γκαλιζία έχασε τη ζωή της κοντά στο σπίτι της, όταν πυροδοτήθηκε βόμβα στο αυτοκίνητό της, σκοτώνοντάς την ακαριαία. Λίγους μήνες αργότερα, συνελήφθησαν άτομα που εμπλέκονταν στις εταιρείες στον Παναμά, ως φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας της, όμως αν και από τους ίδιους έγιναν αναφορές σε πολιτικά πρόσωπα ως ηθικούς αυτουργούς του εγκλήματος, δεν έγιναν περαιτέρω συλλήψεις.

Ωστόσο, οι πολιτικές επιπτώσεις ήταν τεράστιες, καθώς λόγω των μαζικών διαμαρτυριών και των υποψιών για συμμετοχή ακόμα και του ίδιου του πρωθυπουργού στο σκάνδαλο, η κυβέρνηση της Μάλτας παραιτήθηκε. Παράλληλα, άνοιξε σε ευρωπαϊκό πλέον επίπεδο η συζήτηση για την αντιμετώπιση φαινομένων εκφοβισμού των δημοσιογράφων, μεταξύ των οποίων και οι αγωγές SLAPP.

Τι προβλέπει η Οδηγία anti-SLAPP

Η Οδηγία, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 7 Μαΐου, επικεντρώνεται στην αποτροπή άσκησης καταχρηστικών αγωγών και την αποζημίωση των εναγόμενων δημοσιογράφων.

Διασυνοριακές αγωγές

Είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί ότι το πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας καλύπτει τις αγωγές με διασυνοριακό χαρακτήρα, δηλαδή αυτές όπου ο ενάγων και ο εναγόμενος ανήκουν σε διαφορετικά κράτη-μέλη. Αυτό συνιστά ένα αρκετά θολό σημείο, καθώς λιγότερο από το 10% των καταχρηστικών αγωγών συμβαίνουν αποκλειστικά σε ένα κράτος-μέλος.

Εντούτοις, το πρόβλημα αυτό μπορεί εν μέρει να αμβλυνθεί, με την πρόβλεψη ότι θεωρείται πώς η αγωγή έχει διασυνοριακό χαρακτήρα, ακόμα και αν οι εμπλεκόμενοι έχουν κατοικία στο ίδιο κράτος, εφόσον άλλα στοιχεία της υπόθεσης σχετίζονται με διαφορετικό κράτος. Ποια είναι αυτά τα άλλα στοιχεία δεν έχει αποσαφηνιστεί και εν πολλοίς θα συγκεκριμενοποιηθεί στον εθνικό νόμο, όμως οπωσδήποτε ανοίγεται ένα παράθυρο για ευρύτερη εφαρμογή της Οδηγίας.

Μηχανισμός ταχείας απόρριψης της αγωγής

Η κυριότερη πρόβλεψη της Οδηγίας είναι ότι θα πρέπει οι προδήλως αβάσιμες αγωγές να απορρίπτονται σε όσο το δυνατόν πιο πρώιμο στάδιο της διαδικασίας. Μάλιστα, το σημαντικότερο σημείο που επιτρέπει σε αυτή τη διάταξη να εφαρμοστεί είναι ότι το βάρος απόδειξης για τη βασιμότητα της αγωγής εναπόκειται στον ενάγοντα, με αποτέλεσμα ο εναγόμενος δημοσιογράφος να μη βαρύνεται με τη συγκέντρωση στοιχείων προς απόδειξη του αβάσιμου.

Αποζημίωση και δικαστικά έξοδα

Ένα αδιαμφισβήτητο κόστος των αγωγών SLAPP, πέρα από την πίεση στον δημοσιογράφο σε ηθικό επίπεδο, είναι η οικονομική του επιβάρυνση. Η Οδηγία θεσπίζει τη συνολική κάλυψη των δικαστικών εξόδων, κάτι που αλλιώς δεν θα ήταν καθόλου αυτονόητο. Και αυτό επειδή η επιδίκαση των δικαστικών εξόδων βασίζεται κυρίως σε πίνακες με καθορισμένα ποσά. Όμως, η Οδηγία επιβάλλει ολόκληρη την κάλυψη των πραγματικών εξόδων, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής του δικηγόρου του εναγόμενου δημοσιογράφου.

Επιπλέον, προβλέπονται κυρώσεις κατά όσων ασκούν καταχρηστικές αγωγές, ενώ ο εναγόμενος μπορεί να αξιώσει και αποζημίωση για τη ζημία (υλική και ηθική) που υπέστη λόγω της αγωγής.

Η μεταφορά της Οδηγίας στο ελληνικό δίκαιο

Η Ελλάδα, όπως και όλα τα κράτη-μέλη, θα πρέπει σε διάστημα δύο ετών να έχουν ενσωματώσει την Οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία, κάτι που όμως δεν είναι δεδομένο για τη χώρα μας, όπου οι καθυστερήσεις στη θέσπιση νόμων με βάση ευρωπαϊκές οδηγίες είναι χαρακτηριστική και έχει οδηγήσει αρκετές φορές σε επιβολή προστίμων.

Από εκεί και πέρα, χρήζει προσοχής το πώς τελικά θα μεταφερθεί η Οδηγία στο εθνικό δίκαιο. Με δεδομένο ότι υπάρχει μεγάλη ελευθερία στη θέσπιση των εθνικών διατάξεων επί τη βάσει των ευρωπαϊκών, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί αφενός ότι η έννοια του προδήλως αβάσιμου θα ερμηνευθεί ευρέως, αλλά και ότι ο διασυνοριακός χαρακτήρας θα επεξηγηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να καλύπτει όσο το δυνατόν περισσότερες αγωγές.

Παράλληλα, η Οδηγία έχει δύο σημαντικούς περιορισμούς. Από τη μία, δεν εφαρμόζεται σε αυστηρά εθνικό επίπεδο, αφού το πεδίο εφαρμογής της καλύπτει διασυνοριακές υποθέσεις. Επιπλέον, καλύπτει αστικές αγωγές με αξίωση αποζημίωσης και όχι μηνύσεις σε ποινικό επίπεδο. Αυτό είναι εξόχως προβληματικό στην Ελλάδα, όπου η συκοφαντική δυσφήμιση αποτελεί ποινικό αδίκημα.

Ωστόσο, τίποτα δεν εμποδίζει τα κράτη-μέλη να αξιοποιήσουν τις ευρωπαϊκές διατάξεις και στο εθνικό τους δίκαιο, θεσπίζοντας αντίστοιχες προβλέψεις και για τις υποθέσεις σε εθνικό επίπεδο. Αντίθετα, η Οδηγία ωθεί τα κράτη-μέλη να το πράξουν, έτσι ώστε να επεκταθεί σημαντικά η προστασία και να αντιμετωπιστεί από όλες τις πλευρές το φαινόμενο των καταχρηστικών αγωγών.

Διαβάστε επίσης:

Εθνική Ασφαλιστική: Αποχωρεί από CEO ο Robert Gauci