ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Το ράλι της ΤΙΤΑΝ, το νέο Βατερλώ της Απαλαγάκη, το κινεζικό μαρτύριο για τον Μάνο, τα υπερόπλα Πιτσιλή, η αλήθεια για τη Μιράντα Πατέρα και ο γάτος Dollar, ο αεικίνητος Πιέρ και ο θαρραλέος πολιτικός με την κομμώτρια
Η παρέμβαση, με πολλούς αποδέκτες, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς προκύπτει εν μέσω μιας τεταμένης πολιτικής ατμόσφαιρας δύο μόλις μήνες πριν τις ευρωεκλογές, με την ΤτΕ να προειδοποιεί.
Ο δρόμος στην οικονομία, είναι…μονόδρομος, μεταφέροντας πρωτίστως το κλίμα που επικρατεί για τη χώρα στις αγορές, που είναι και θα παραμείνουν ο ισχυρότερος παίκτης στον οποίο θα «λογοδοτεί» η οικονομία τα επόμενα χρόνια.
Η σημασία του τι πιστεύουν οι αγορές θα γίνεται μάλιστα ολοένα μεγαλύτερη καθώς σταδιακά θα αρχίζει η χώρα να προσφεύγει ολοένα περισσότερο στη διεθνή επενδυτική κοινότητα για να χρηματοδοτεί το χρέος της, αναζητώντας φθηνή χρηματοδότηση για το δημόσιο αλλά και τις επιχειρήσεις που καλούνται να εξασφαλίσουν βιώσιμη ανάπτυξη.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο στην ΤτΕ αλλά και σε όλους τους θεσμικούς φορείς η διαφύλαξη δημοσιονομικής αξιοπιστίας και η έμφαση στη δημιουργία ικανών δημοσιονομικών αποθεμάτων διαχρονικά σε συνδυασμό με την αποτελεσματική και έγκαιρη αξιοποίηση διαθέσιμων ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων για έρευνα, καινοτομία, πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις, η υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, καθώς και η ισχυροποίηση των θεσμών, αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για τη συνέχιση της αναπτυξιακής δυναμικής.
Όπως τονίζει η ΤτΕ, το 2023 αποτελεί ορόσημο για την ελληνική οικονομία καθώς σηματοδοτεί την ανάκτηση πιστοληπτικής αξιολόγησης στην επενδυτική κατηγορία, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης συνέχισε να υπερβαίνει το μέσο όρο της ευρωζώνης, εν μέσω διεθνών μεγάλων κρίσεων.
Δεν είναι τυχαίο πως η κεντρική τράπεζα υπογραμμίζει πως το ότι απαιτήθηκαν πάνω από 13 χρόνια για την επιστροφή της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα υποδηλώνει ότι η εμπιστοσύνη στις προοπτικές της οικονομίας και η αξιοπιστία της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής είναι κρίσιμοι παράγοντες, που ανακτώνται πολύ δύσκολα αν χαθούν και απαιτούν συνέπεια και συνετές πολιτικές.
Χωρίς να αποδομεί το ελληνικό success story, το οποίο αποτυπώνεται στο μπαράζ θετικών αξιολογήσεων για την οικονομία σε περιβάλλον πολλαπλών κρίσεων, τονίζει πως η εξέλιξη αυτή καταδεικνύει πόσο σημαντικό είναι οι αγορές να έχουν την πεποίθηση πως η οικονομία είναι ανθεκτική σε αρνητικές διαταραχές, τόσο ως προς την δυναμική της να παράγει ανάπτυξη όσο και να διατηρεί το χρέος της σταθερά σε πτωτική τροχιά εξασφαλίζοντας δημοσιονομική ανθεκτικότητα.
Έτσι, σύμφωνα με την ΤτΕ στην τρέχουσα συγκυρία η περαιτέρω ενίσχυση της ανθεκτικότητας της οικονομίας καθίσταται επιτακτικά αναγκαία, καθώς αναδεικνύονται με τον πιο σαφή τρόπο τα μακροπρόθεσμα οφέλη του αξιόπιστου μεσοπρόθεσμου σχεδιασμού πολιτικής, της διαρθρωτικής δημοσιονομικής προσαρμογής, της πολιτικής σταθερότητας και της εφαρμογής σημαντικών μεταρρυθμίσεων (π.χ. στο ασφαλιστικό σύστημα, στην αγορά εργασίας, στις αγορές προϊόντων, στο φορολογικό σύστημα, στο δημόσιο τομέα), που πιθανώς έχουν βραχυπρόθεσμο κόστος.
Η επίμονη σύσταση της κεντρικής τράπεζας στο μήνυμα, περιφρουρούμε όσα έχουμε πετύχει, κάνουμε τώρα τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται για να κτίσουμε αποθέματα για μελλοντικές κρίσεις, και αξιοποιούμε χωρίς καθυστέρηση τους πόρους που έχουμε στην διάθεση μας για επενδύσεις που θα δώσουν πραγματική ανάπτυξη και τα επόμενα χρόνια, συνοψίζει πρακτικά το μεγάλο διακύβευμα στην οικονομία την προσεχή τριετία.
Πρόκειται για ένα μεγάλο στοίχημα που για πολλούς αναλυτές διέπεται και από έναν ισχυρό προβληματισμό για το ενδεχόμενο η κλιμάκωση της πολιτικής έντασης που βιώνει η χώρα και η οποία ίσως ενταθεί μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών καταστήσει για παράδειγμα πιο ελκυστικές τις παροχές σε ένα μετεκλογικό τοπίο και λιγότερο ελκυστικές τις μεταρρυθμίσεις.
Μεταρρυθμίσεις που αυτή τη φορά είναι δύσκολες καθώς θα πρέπει να κτυπήσουν στο σκληρό πυρήνα προκειμένου να σπάσουν αγκυλώσεις δεκαετιών που σε μια μελλοντική αρνητική συγκυρία, όταν δεν θα υπάρχει δεξαμενή δωρεάν κεφαλαίων από την Ευρώπη και η χώρα θα εξαρτάται περισσότερο από τις αγορές για την αναχρηματοδότηση του χρέους, θα την καταστήσουν ευάλωτη σε νέα μεγάλη κρίση.
Αυτός είναι ουσιαστικά ο μεγάλος φόβος των περισσότερων τεχνοκρατών και παρατηρητών καθώς η οικονομία είναι σε φάση ανάπτυξης αλλά είναι τώρα που πρέπει πρακτικά να επενδύσει στην μετάβαση προς ένα πιο θωρακισμένο μοντέλο ανάπτυξης.
Όπως μεταξύ άλλων εκτιμά η ΤτΕ οι κίνδυνοι που περιβάλλουν την πρόβλεψη για την αύξηση του ΑΕΠ είναι κυρίως καθοδικοί και αφορούν:
(1) το ενδεχόμενο περαιτέρω επιβράδυνσης του ρυθμού ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας,
(2) την αυξανόμενη αβεβαιότητα, λόγω δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, και τις επιπτώσεις της στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον,
(3) την τυχόν καθυστέρηση της υλοποίησης των δράσεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας “Ελλάδα 2.0” και το βραδύτερο ρυθμό απορρόφησης των σχετικών κονδυλίων,
(4) την εμφάνιση μεταρρυθμιστικής κόπωσης, με αρνητικές συνέπειες στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα,
(5) τις επιπτώσεις ενδεχόμενων φυσικών καταστροφών που συνδέονται με την κλιματική κρίση.
Παράλληλα, η αύξηση της αβεβαιότητας που συνεπάγονται οι πρόσφατες γεωπολιτικές αναταράξεις ενδέχεται να ασκήσει ανοδικές πιέσεις στον πληθωρισμό.
Ταυτόχρονα, τονίζει πως ως προς τα δημόσια οικονομικά απαιτείται δημοσιονομική σύνεση και υπευθυνότητα, λόγω των αυξημένων δημοσιονομικών προκλήσεων μακροπρόθεσμα καθώς επιβάλλεται να μην υπονομευθεί, επ’ ουδενί, η πτωτική τροχιά του δημόσιου χρέους.
Διαβάστε επίσης:
Ανάλυση ΤτΕ: Οι αγορές αναβάθμισαν τη χώρα πριν από τους οίκους
Γιάννης Στουρνάρας: Τι θα πει για την οικονομία και τις τράπεζες στη Γενική Συνέλευση της ΤτΕ
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Fitch: Επιβεβαίωσε το BBB- της Ελλάδας, διατήρησε σταθερές τις προοπτικές – Βλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2025
- Γιατί ο Καραμανλής έκλεισε την συζήτηση για την προεδρία της Δημοκρατίας – Στήριξε τον Σαμαρά
- Πραγματική φοβέρα ή προετοιμασία για ανακωχή;
- Χρηματιστήριο: Repricing των τραπεζών, αγορές σε μετοχές με μερισματική απόδοση φέρνει η πτώση των επιτοκίων κατά 0,50% από την ΕΚΤ