ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Αν και οι περισσότεροι δείκτες μέτρησης του υποκείμενου πληθωρισμού έχουν εξασθενήσει περαιτέρω, οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές παραμένουν υψηλές, ανέφερε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξή Τύπου, μετά την αναμενόμενη απόφαση της ΕΚΤ, να διατηρήσει αμετάβλητα για τέταρτη διαδοχική συνεδρίαση τα επιτόκια της.
Τόνισε μάλιστα ότι η οικονομία παραμένει αδύναμη, καθώς οι καταναλωτές συνέχισαν να δαπανούν συγκρατημένα, οι επενδύσεις μετριάστηκαν και μειώθηκε η εξαγωγική δραστηριότητα.
“Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή αποτελούν σημαντικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου”, είπε, προσθέτοντας ότι αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να νιώσουν αβεβαιότητα για το μέλλον και έτσι να διαταραχθεί το παγκόσμιο εμπόριο.
Ως εκ τούτου, σημείωσε ότι το Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία, προκειμένου να καθοριστεί το κατάλληλο επίπεδο και η κατάλληλη διάρκεια της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής.
“Θα ξέρουμε λίγα περισσότερα για τον πληθωρισμό τον Απρίλιο, αλλά πολλά περισσότερα τον Ιούνιο“, ανέφερε.
Ωστόσο, η πρόεδρος της ΕΚΤ, επεσήμανε ότι οι έρευνες δείχνουν σταδιακή ανάκαμψη κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους.
Όπως είπε, καθώς ο πληθωρισμός πέφτει και οι μισθοί συνεχίζουν να αυξάνονται, τα πραγματικά εισοδήματα θα ανακάμψουν, υποστηρίζοντας την ανάπτυξη.
Ταυτόχρονα, τόνισε ότι το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό, καθώς οι εργοδότες αναφέρουν λιγότερες κενές θέσεις εργασίας.
“Το αναθεωρημένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θα πρέπει να εφαρμοστεί χωρίς καθυστέρηση”, δήλωσε η κ. Λαγκάρντ.
Οι προβλέψεις της ΕΚΤ
Σημειώνεται ότι η ΕΚΤ προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα είναι κατά μέσο όρο 2,3% το 2024, 2,0% το 2025 και 1,9% το 2026.
Οι εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό χωρίς την μέτρηση των δεικτών για την ενέργεια και τα τρόφιμα έχουν επίσης αναθεωρηθεί πτωτικά και είναι κατά μέσο όρο 2,6% για το 2024, 2,1% για το 2025 και 2,0% για το 2026.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, ανέφερε ότι η ζήτηση για εργασία επιβραδύνεται, ενώ ταυτόχρονα τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών απορροφούν μέρος των πιέσεων στις τιμές.
“Επομένως, δεν προβλέπεται σπείρα μισθών-τιμών”, εξήγησε.
Σημείωσε επίσης την πρόοδο που έχει γίνει τους τελευταίους μήνες προκειμένου οι τιμές να επανέλθουν στον στόχο του 2%, επισημαίνοντας ότι ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει περαιτέρω και αυτό φαίνεται και στο δομικό επίπεδο.
Ραντεβού τον…Ιούνιο
Η πρόεδρος της ΕΚΤ είναι πιθανό να σηματοδοτήσει ξανά την πρώτη μείωση των επιτοκίων για τον Ιούνιο, όταν θα υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια σχετικά με την πορεία της αγοράς εργασίας στην Ευρώπη.
“Δεν θα δεσμευτώ σε κάποιο συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ή ρυθμό στην πορεία της νομισματικής πολιτικής, όλα θα εξαρτηθούν από τα στοιχεία”, εξήγησε, υπογραμμίζοντας ότι “Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%”.
Αξίζει να σημειωθεί ότι λίγα από τα 26 μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου έχουν εκφράσει την προτίμηση τους για χαλάρωση πριν από τον Ιούνιο, περίοδο κατά την οποία οι αξιωματούχοι θα έχουν αφομοιώσει μια σειρά από εκθέσεις για τους μισθούς, που βρίσκονται επί του παρόντος στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τους.
Πολλοί προειδοποιούν ότι οι συνέπειες μιας ανάκαμψης του πληθωρισμού θα ήταν πολύ χειρότερες από αυτές της διατήρησης του κόστους δανεισμού εκεί που είναι για λίγο μεγαλύτερο διάστημα.
Αμετάβλητα τα επιτόκια
Νωρίτερα, η ΕΚΤ, άφησε αμετάβλητα τα επιτόκια, επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ έγινε τον περασμένο Σεπτέμβριο με τα επιτόκια στην ευρωζώνη να παραμένουν «παγωμένα» στο 4,5% για το επιτόκιο αναχρηματοδότησης και στο 4% για αυτό των καταθέσεων.
Tο Διοικητικό Συμβούλιο στην ανακοίνωσή του επανέλαβε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα που, αν διατηρηθούν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, θα συμβάλουν ουσιαστικά στην επίτευξη αυτού του στόχου.
Σχετικά με την ανάπτυξη οι προβλέψεις της ΕΚΤ αναθεωρήθηκαν πτωτικά για την ανάπτυξη το 2024 σε 0,6%, με την οικονομική δραστηριότητα να αναμένεται να παραμείνει υποτονική.
Στη συνέχεια, αναμένει ότι η οικονομία θα ανακάμψει και θα αναπτυχθεί με ρυθμό 1,5% το 2025 και 1,6% το 2026, υποστηριζόμενη αρχικά από την κατανάλωση και αργότερα και από τις επενδύσεις.
Διαβάστε επίσης:
ΕΚΤ: Διατηρεί αμετάβλητα τα επιτόκια – Οι εκτιμήσεις για την πρώτη μείωση
Μικρότερη η ανάπτυξη του 2023 – Κατέβασε ταχύτητα η οικονομία στο 2%