Σαφές μήνυμα πως η προσπάθεια ανάκτησης της αξιοπιστίας του ελληνικού δημοσίου και η διαφύλαξη της δημοσιονομικής υπευθυνότητας πρέπει να είναι εντατικές και διαρκείς, καθώς η πιστοληπτική αξιολόγηση της χώρας υπολείπεται αισθητά των επιπέδων που ήταν προ κρίσης στέλνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) μέσω της έκθεσης για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που έδωσε χθες στην δημοσιότητα.

Όπως χαρακτηριστικά τονίζει σε ένα περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού, χαμηλότερων ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης, υψηλών επιτοκίων για μεγάλο χρονικό διάστημα και αυξημένης αβεβαιότητας λόγω των διαδοχικών με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης να γίνονται ολοένα και πιο εμφανείς, η αξιοπιστία στην άσκηση οικονομικής πολιτικής με μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό λαμβάνει καθοριστική σημασία.

Όπως μάλιστα προσθέτει για όσο διάστημα είναι απαραίτητη η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ με στόχο τη μείωση του πληθωρισμού στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα, η κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να είναι περιοριστική, ώστε να μη δημιουργείται πλεονάζουσα ζήτηση που θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τις τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις.

«Είναι κρίσιμο οι εθνικές πολιτικές να συμβάλλουν στη συγκράτηση των πληθωριστικών προσδοκιών, ώστε να αποφευχθεί ένα σπιράλ αυξητικής δυναμικής των τιμών, που θα οδηγούσε σε εντονότερη και μεγαλύτερης διάρκειας σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής» σημειώνει χαρακτηριστικά.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η ΤτΕ επιμένει πως θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, προκειμένου να δημιουργηθεί επιπλέον δημοσιονομικός χώρος, ικανός για μια ευρύτερη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και προώθηση της φορολογικής δικαιοσύνης. Μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση περιλαμβάνουν:

  • την περαιτέρω διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών με την επέκταση της χρήσης των φορητών μηχανών διενέργειας συναλλαγών (POS) σε περισσότερες οικονομικές δραστηριότητες,
  • παροχή κινήτρων για πληρωμές μέσω χρεωστικών καρτών, αλλά και μέσω τραπεζών,
  • παροχή κινήτρων με τη μορφή φοροαπαλλαγών για την αποκάλυψη συναλλαγών σε κλάδους υψηλής φοροδιαφυγής,
  • τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω της βελτίωσης της φορολογικής συμμόρφωσης,
  • τη συνέχιση της αναβάθμισης των ηλεκτρονικών εργαλείων της ΑΑΔΕ που διευρύνει τις δυνατότητες διαχείρισης και αξιοποίησης των πληροφοριών που συλλέγονται μέσω των ηλεκτρονικών συναλλαγών και
  • την προσπάθεια δημιουργίας φορολογικής συνείδησης και καλλιέργειας φορολογικής παιδείας.

Με αυτόν τον τρόπο η φορολογική πολιτική μπορεί να έχει αναπτυξιακό προσανατολισμό, αμβλύνοντας τις επιπτώσεις του οικονομικού κύκλου και κατανέμοντας το φορολογικό βάρος δίκαια και αναλογικά.

Επιπλέον, προκειμένου να βελτιωθεί η ανθεκτικότητα της οικονομίας καθώς και τα δημοσιονομικά μεγέθη, χρειάζεται να ενισχυθεί και να θωρακιστεί η δυνητική παραγωγή μέσω τόνωσης των επενδύσεων, της καινοτομίας και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Σε αυτό το πλαίσιο είναι καθοριστική η αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Μηχανισμού Ανάκαμψης είναι καθοριστικός παράγοντας για την υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, καθώς και για την κάλυψη του επενδυτικού κενού και, ειδικότερα, την ενίσχυση των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, καθαρή ενέργεια και ψηφιακές τεχνολογίες.

Μείωση αβεβαιότητας

Η ΤτΕ θεωρεί πως η ταχεία υιοθέτηση του νέου δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ θα συμβάλει στη μείωση της αβεβαιότητας και στην ενίσχυση της σαφήνειας και αξιοπιστίας σχετικά με τη μελλοντική κατεύθυνση και το συντονισμό της δημοσιονομικής πολιτικής στην ευρωζώνη.

Σχολιάζοντας παράλληλα την πρόσφατη διεθνή εμπειρία από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, ειδικότερα στην περιοχή του ευρωπαϊκού νότου, σημειώνει πως καταδείχθηκε η ανάγκη πρόβλεψης ειδικών κονδυλίων για την προσαρμογή και την παροχή έκτακτης βοήθειας.

Κονδύλια πέρα από τις απαραίτητες επενδύσεις για τον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα ενώ εκτιμά πως το αυξημένο κόστος των φυσικών καταστροφών θα πρέπει να καλύπτεται είτε από ευρωπαϊκά κονδύλια είτε από πρόσθετες πηγές εσόδων, ώστε να μην διαταράσσεται η δημοσιονομική σταθερότητα.

Την ίδια στιγμή κρίνει ως επιβεβλημένη την προώθηση της ιδιωτικής ασφάλισης περιουσιακών στοιχείων για την κάλυψη και αντιμετώπιση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής, καθώς ο δημόσιος τομέας δεν δύναται να αναλάβει μόνος του όλο το βάρος των αποζημιώσεων και της αποκατάστασης των υποδομών

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΤτΕ για το 2023 ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται στο 2,4%.

Την ίδια στιγμή η αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική κατηγορία αποτελεί σημαντικό ορόσημο ενώ η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και από του υπόλοιπους οίκους αξιολόγησης θα οδηγήσει σε πολύ μεγάλη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης για τα ελληνικά κρατικά ομόλογα, προσελκύοντας νέα επενδυτικά κεφάλαια.

Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη συγκράτηση των ανοδικών επιδράσεων που ασκεί στις αποδόσεις τους η αυστηροποίηση των διεθνών νομισματικών και χρηματοπιστωτικών συνθηκών ενώ θετική θα είναι και η επίδραση που θα ασκείται στις ελληνικές επιχειρήσεις και τις τράπεζες μέσω της μείωσης του κόστους δανεισμού τους και της προσέλκυσης νέων κεφαλαίων.

Επιπλέον διευκολύνεται περαιτέρω η ενεργητική διαχείριση του δημοσίου χρέους, ενισχύοντας τη ρευστότητα στην αγορά κρατικών τίτλων, μειώνοντας τη μεγάλη μεταβλητότητα στις τιμές των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά.

Η ενισχυμένη πρόσβαση στις αγορές παρέχει ευελιξία στη διαχείριση των αναγκών ρευστότητας και των απαιτήσεων χρηματοδότησης από τον ΟΔΔΗΧ.

Συνεπώς η εμβάθυνση της αγοράς ομολόγων θα επιτρέψει το δανεισμό με συγκριτικά μεγαλύτερης διάρκειας ομόλογα, διατηρώντας σχετικά μεγάλη τη μεσοσταθμική διάρκεια του δημοσίου χρέους και χαμηλές τις ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες.

Διαβάστε επίσης:

ΤτΕ: Σε καλό δρόμο οι ελληνικές τράπεζες – Οι 4 κίνδυνοι που εντοπίζει ο Γ. Στουρνάρα

Servicers: Έρχονται συγχωνεύσεις για τους διαχειριστές «κόκκινων» δανείων – Θα μείνουν 5-6 εταιρείες

mononews: Πώς έγινε σε 8 χρόνια talk of the town