Έως και δέκα επιπλέον χρόνια ίσως απαιτηθούν για να επιστρέψει η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στα επίπεδα που ήταν πριν ξεσπάσει η δημοσιονομική κρίση στη χώρα. Κοινώς, από το μακρινό 2008 που η οικονομία ξεκίνησε να διολισθαίνει στην ύφεση και τα δίδυμα ελλείμματα «κούρευαν» την αξιοπιστία της στην διεθνή επενδυτική κοινότητα, ίσως απαιτηθεί τελικά συνολικά έως και μια 25ετία, για να κλείσει αισίως και οριστικά αυτός ο επώδυνος κύκλος για την ελληνική οικονομία και κοινωνία.

Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας φέτος είναι σίγουρα ένα μεγάλο ορόσημο. Η σημαντική αυτή κατάκτηση, που στηρίχθηκε σε πολυετείς δημοσιονομικές θυσίες των Ελλήνων φορολογουμένων, είναι όμως μόνον η αρχή και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται καθώς για να επιστρέψει η πιστοληπτική αξιολόγηση της οικονομίας στα προ κρίσης επίπεδα θα πρέπει να κερδίσουμε ακόμη πέντε «σκαλοπάτια». Κάτι που δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως μια απλή, ή σύντομη χρονικά διαδικασία.

1

Πρώτον επειδή για να πάρει μια χώρα μια βαθμίδα συνήθως προηγείται η αναβάθμιση της προοπτικής (outlook) άρα για κάθε σκαλοπάτι απαιτούνται συνήθως  δύο κινήσεις, οι οποίες μεταξύ τους έχουν και μια χρονική απόσταση που μπορεί να φτάσει και τους 18 μήνες. Ακόμη και στο ιδανικό σενάριο που ένας οίκος μας αναβαθμίζει κάθε χρόνο κατά ένα σκαλοπάτι (πρώτα δηλαδή την προοπτική και μέσα σε λίγους μήνες και βαθμίδα) θα απαιτηθούν τουλάχιστον πέντε χρόνια. Συνήθως όμως και επειδή όσο θα ανεβαίνουμε κλίμακα οι αξιολογήσεις θα γίνονται και πιο αυστηρές, πολλοί αναλυτές θεωρούν ως πιθανότερο πως θα απαιτείται για κάθε βαθμίδα (outlook + grade) τουλάχιστον 18 μήνες. Μην ξεχνάμε επίσης πως μιλάμε για μια πολύ μεγάλη χρονική περίοδο που πολλά μπορούν να προκύψουν στην διεθνή οικονομία ή και στην εγχώρια δυσχεραίνοντας χρονικά την αναρρίχηση της χώρας σε πιο ψηλά επίπεδα αξιολόγησης.

Πρέπει να περιμένουμε

Δεύτερον όταν μιλάμε για επιστροφή στα προ αξιολόγησης επίπεδα αναφερόμαστε σε ένα καθεστώς όπου όλοι οι οίκοι, οι μεγάλοι τρεις τουλάχιστον ήταν ευθυγραμμισμένοι σχεδόν στα ίδια επίπεδα (Α1) με την Moody’s μάλιστα να μας δίνει και την υψηλότερη βαθμολογία μεταξύ των υπολοίπων ενώ ήταν και ο οίκος που μας είχε «γκρεμίσει» με τον πιο αργό ρυθμό. Αυτό σημαίνει πως εάν μιλούμε για επιστροφή σε προ κρίσης επίπεδα θα πρέπει να περιμένουμε όλους τους οίκους να δώσουν τις αξιολογήσεις. Κάτι που δεν είναι απαραίτητο πως θα συμβεί στους ίδιους χρόνους. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Moody’s. Όλοι οι οίκοι, DBRS και Standard & Poor’s μας έχουν «μεταφέρει» στην επενδυτική βαθμίδα ενώ είναι πιθανόν το ίδιο να πράξει και η Fitch την 1η Δεκεμβρίου. H Moody’s όμως κινείται με σαφώς πιο αργό ρυθμό.

Αυτά τα δεδομένα καθιστούν σαφές πόσο μακρά αποδεικνύεται εν τέλει η ανάκτηση των όσων έχασε η χώρα με την χρεοκοπία του 2010 και τους χειρισμούς που ακολούθησαν τόσο από την ίδια τη χώρα αλλά και από τους πιστωτές. Μια κρίση που θεωρητικά θα έπρεπε να είχε περιοριστεί από την πρώτη στιγμή κατέληξε να λάβει διαστάσεις Mega κρίσης που στοιχειώνει τη χώρα σχεδόν για ένα τέταρτο του αιώνα.

Η ανάκτηση δε «βαθμών ελευθερίας» όσο θα βελτιώνεται η θέση της Ελλάδας στα ραντάρ των διεθνών επενδυτών, περνάει αναγκαστικά από το δίπολο της δημοσιονομικής σύνεσης (με σταθερή παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων) και της ανάπτυξης που θα στηρίζεται σε επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις. Και δεν μπορεί να είναι διαφορετικά με δεδομένα το ακόμη υψηλό δημόσιο χρέος και το μεγάλο επενδυτικό κενό σε σχέση με την ευρωζώνη.  Η συνταγή αυτή καλώς ή κακώς πρέπει να εφαρμοστεί στο σύνολο της περιόδου που έχουμε μπροστά μας προκειμένου να φθάσει η αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στο επιθυμητό επίπεδο. Αυτό θα είναι το σημείο που θα έχει κατακτήσει πια μια απόσταση ασφαλείας από το δυσμενές σενάριο μιας, εκ νέου, απώλειας της επενδυτικής βαθμίδας ενώ στο ιδανικό θα έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ακόμη υψηλότερες αξιολογήσεις τα επόμενα χρόνια.

Διαβάστε επίσης:

Μισθωτοί και συνταξιούχοι πληρώνουν τους περισσότερους φόρους – Τι λένε τα στοιχεία από ΑΑΔΕ, Κομισιόν και Γενικό Λογιστήριο
Από τις παραλίες… στα βουνά – Στους ορεινούς προορισμούς οι έλεγχοι της εφορίας

Αλέξανδρος Βαρβέρης (e-ΕΦΚΑ) στο mononews: Μόλις 25.000 οι εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης στο τέλος του 2023