Βελτίωση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους βλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), εκτιμώντας ότι θα μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ από το 2027.

Σύμφωνα με την έκθεση Fiscal Monitor, η Ελλάδα θα επιτύχει τα επόμενα πέντε χρόνια τον στόχο – κλειδί για πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο από 2% του ΑΕΠ, ενώ από το 2027 θα μειωθεί κάτω από το 150% του ΑΕΠ το δημόσιο χρέος.

1

Για την πορεία του χρέους, οι οικονομολόγοι του Ταμείου εκτιμούν ότι φέτος θα υποχωρήσει στο 168% του ΑΕΠ (από 166% που ανέμεναν τον Απρίλιο) και το 2024 θα διαμορφωθεί στο 160,20% του ΑΕΠ (από 160,5% προηγούμενη πρόβλεψη), ενώ το 2028 θα έχει υποχωρήσει στο επίπεδο του 145,3% του ΑΕΠ (έναντι προηγούμενης εκτίμησης για διαμόρφωση στο 143,6%).

Στην έκθεσή του για τις δημοσιονομικές προοπτικές των κρατών μελών του (Fiscal Monitor) ο διεθνής οργανισμός προβλέπει ότι Ελλάδα θα πετύχει φέτος πρωτογενές πλεόνασμα 1% του ΑΕΠ, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί στο 2% του ΑΕΠ για το 2024 και 2025 και περαιτέρω στο 2,2% του ΑΕΠ για τα έτη από το 2026 μέχρι και το 2028. Με την πρόβλεψη αυτή το Ταμείο όχι μόνο αίρει τις επιφυλάξεις που είχε για το αν η Ελλάδα μπορεί να πετύχει υψηλά πλεονάσματα για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά επιβεβαιώνει εμμέσως και τη βιωσιμότητα του χρέους. Τούτο διότι, η Ελλάδα μετά την περιπέτεια του κορονοϊού επιστρέψει σταθερά σε σημαντικά υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα.

Σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα, το Ταμείο εκτιμά ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει ένα έλλειμμα, μικρότερο από το 3% του ΑΕΠ, για όλη την εξεταζόμενη περίοδο. Πιο συγκεκριμένα, το Ταμείο προβλέπει για φέτος έλλειμμα 2,3% του ΑΕΠ, το οποίο θα μειωθεί στο 1,7% του ΑΕΠ το 2024. Για τα έτη από το 2025 μέχρι και το 2028 το έλλειμμα θα είναι σε μέσα επίπεδα κοντά στο 1% του ΑΕΠ. Το δημοσιονομικό έλλειμμα εξηγείται αφενός από το υψηλό ακόμη χρέος ως προς το ΑΕΠ αλλά και τις δημόσιες επενδύσεις που θα πρέπει να γίνουν για να καλυφθεί το επενδυτικό κενό.

Το ΔΝΤ προβλέπει εμμέσως την συνέχιση μείωσης φόρων τα επόμενο χρόνια με παράλληλη όμως σταθερή μείωση ως ποσοστό του ΑΕΠ, τόσο των εσόδων όσο και των δαπανών. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την πορεία των εσόδων, προβλέπει ότι για φέτος θα έχουμε μια υποχώρηση στα έσοδα που θα φτάσουν το 47,3% του ΑΕΠ, από 50,2% του ΑΕΠ το 2022, που εξηγείται και από την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης. Για το 2024, προβλέπει ότι τα έσοδα θα υποχωρήσουν κοντά στο 46% του ΑΕΠ την τριετία 2024 – 2026 και στη συνέχεια θα κινηθούν κοντά στο 44,% του ΑΕΠ μέχρι και το 2028. Αντιστοίχως, οι δαπάνες από το 52,5% του ΑΕΠ θα μειωθούν σταδιακά στο 44% του ΑΕΠ στο τέλος του 2028, ισορροπώντας και τους προϋπολογισμούς των επομένων ετών.

Το Ταμείο δίνει για την Ελλάδα μια μέτρηση του “μικτού” χρέους, περιλαμβάνοντας σε αυτό και τους τόκους που θα έπρεπε να πληρώνει η Ελλάδα για το χρέος του επίσημου τομέα. Παρά το ότι έχει δοθεί για αυτούς περίοδος χάριτος, άρα δεν είναι συγκρίσιμο το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης για το οποίο κρίνεται η Ελλάδα. Με τα δεδομένα αυτά η μέτρηση του ΔΝΤ μπορεί να είναι ενδεικτική ως τάσης του χρέους. Το “μικτό” χρέος σύμφωνα με το Ταμείο θα μειωθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά 32,8% έως το 2028. Ειδικότερα, από το 178,1% του ΑΕΠ το 2022 αναμένεται να μειωθεί στο 146,3% του ΑΕΠ.

Διαβάστε επίσης

ΔΝΤ: «Ασφάλιστρο» ανάπτυξης οι μεταρρυθμίσεις – Προβληματισμός για τη δυναμική της οικονομίας το 2024

ΔΝΤ: Στο 2,5% η ανάπτυξη στην Ελλάδα, 4,1% ο πληθωρισμός και στο 9,3% η ανεργία