Μετά την γερμανική Scope, την ιαπωνική R&I και η καναδική DBRS αναβάθμισε την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα με σταθερή προοπτική δίνοντας σήμα σε επενδυτές με πιο μακροπρόθεσμο προφίλ πως η ελληνική οικονομία είναι ανθεκτική και ασφαλής προορισμός για τα κεφάλαια τους, παρά τις προκλήσεις που καλείται να διαχειριστεί εξαιτίας ενδογενών και εξωγενών αδυναμιών.

Η απόφαση αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς η DBRS είναι οίκος επιλέξιμος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, όπως φυσικά θεωρείται πιθανό να γίνει αρκετά σύντομα και η γερμανική Scope Ratings, θέτοντας πλέον το ελληνικό αξιόχρεο εκτός της ειδικής κατηγορίας στην οποία  αυτό είχε υποβαθμιστεί  εξαιτίας της μεγάλης δημοσιονομικής κρίσης το 2010. Η προσοχή της αγοράς πλέον στρέφεται στην Standard & Poor’s και στην αξιολόγηση της στις 20 Οκτωβρίου. Το ενδεχόμενο μια αναβάθμισης τότε από τον μεγάλο αμερικανικό οίκο θα δώσει και τυπικά στην Ελλάδα το διπλό «οκ» προς την ΕΚΤ από δύο επιλέξιμους οίκους που θα ευθυγραμμίσει τη χώρα μας με τους κανονισμούς που ισχύουν για όλους. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως όλα τα προβλήματα που κουβαλάει η χώρα από την κρίση του 2010 έχουν επιλυθεί. Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας απαίτησε 13 συναπτά έτη και μεγάλη προσπάθεια, εν μέσω φυσικά των πολιτικών αναταραχών στα χρόνια των μνημονίων αλλά και των διεθνών κρίσεων που βιώσαμε πρόσφατα, της πανδημικής, της γεωπολιτικής λόγω Ουκρανίας και της ενεργειακής. Όπως όμως προειδοποιούν αξιωματούχοι και επιφανείς οικονομολόγοι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως η αρχή.

1

Αναμφίβολα είναι ένα μεγάλο ορόσημο καθώς ξεκλειδώνει μια δεξαμενή κεφαλαίων που μπορούν πια να επενδύσουν στην ελληνική αγορά χρέους και μετοχών και δεν μπορούσαν να το κάνουν πριν είτε λόγω καταστατικών δεσμεύσεων είτε λόγω απόφασης να μην αναλάβουν πρόσθετο ρίσκο Ωστόσο, και η επενδυτική βαθμίδα δεν είναι γραμμένη στην πέτρα.

Οι κινήσεις της χώρας στο μέτωπο των δημοσιονομικών, ως προς την σταθερή παραγωγή πρωτογενών πλεονασμάτων και διατήρησης του χρέους σε πτωτική τροχιά, αλλά και των πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει για να εδραιώσει μια βιώσιμη ανάπτυξη με οδηγό τις επενδύσεις και τη θεσμική θωράκιση μέσω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα βρίσκονται για πολλά χρόνια στο μικροσκόπιο προκειμένου η χώρα να διατηρήσει την επενδυτική βαθμίδα και να βελτιώσει περαιτέρω την αξιολόγηση της.

Για να μην βρεθούμε δηλαδή στην δυσάρεστη θέση μεσοπρόθεσμα να  …ξαναχάσουμε την επενδυτική βαθμίδα  θα πρέπει όσο πιο γρήγορα γίνεται να αυξήσουμε την απόσταση που μας χωρίζει από αυτή, ανεβαίνοντας γρήγορα σκαλοπάτια στην αξιολόγηση των οίκων που θα ισχυροποιήσουν τη θέση του ελληνικού χρέους στην αγορά, εξασφαλίζοντας φθηνότερη αναχρηματοδότηση, η οποία με την σειρά της θα μεταφέρεται και στις ελληνικές επιχειρήσεις.

Σε λίγες μέρες, στις 15 Σεπτεμβρίου αναμένεται και έκθεση αξιολόγησης από την Moody’s. Στην αγορά είναι κυρίαρχη η αίσθηση πως αναμένεται αναβάθμιση ωστόσο ο οίκος διατηρεί τη χώρα τρία σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική, οπότε δεν αναμένονται θαύματα. Η όποια βελτίωση όμως θα έχει την δική της σημασία για την αγορά καθώς μιλάμε για τον μεγαλύτερο οίκο διεθνώς.

Από την έκθεση της DBRS με την οποία ανακοινώθηκε αργά χθες το βράδυ η αναβάθμιση, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό, ξεχωρίζουν οι εξής επισημάνσεις:

  • Η χώρα έχει καταγράψει μια εντυπωσιακή πορεία και οι αρχές παραμένουν προσηλωμένες στη δημοσιονομική πειθαρχία, που αποτέλεσε τον μεγάλο οδηγό για την αναβάθμιση, εξασφαλίζοντας πως το χρέος παραμένει σε πτωτική τροχιά έχοντας μειωθεί κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες από το 2020. Αναμένεται φέτος πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% του ΑΕΠ και 2,1% το 2024.
  • Παρά τις μεγάλες προκλήσεις η χώρα εμφανίζει ανθεκτικότητα καταγράφοντας υψηλή ανάπτυξη, της τάξης του 5,9% το 2022. Η συνέχιση υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης θα διατηρήσει τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις ως βασικούς μοχλούς ανάπτυξης, περιορίζοντας το επενδυτικό κενό που παρουσιάζει η χώρα, αν και υπάρχουν πτωτικοί κίνδυνοι, .
  • Οι σχέσεις της χώρας με την ΕΕ παραμένουν σε καλό επίπεδο με τη χώρα να επωφελείται τα μέγιστα από τα μέτρα στήριξης που ενεργοποιεί η ΕΕ.
  • Η τρέχουσα αξιολόγηση περιορίζεται από τα χρονίζοντα προβλήματα που έχει κληρονομήσει η χώρα εξαιτίας της παρατεταμένης κρίσης και κυρίως από τη διατήρηση του χρέους σε υψηλά επίπεδα, αν και η δομή του είναι πλέον πολύ ευνοϊκή, το υψηλό επίπεδο κόκκινου ιδιωτικού χρέους και την υψηλή ανεργία.
  • Εάν η DBRS πειστεί πως συνεχίζονται οι μεταρρυθμίσεις θωρακίζοντας την ανάπτυξη, η χώρα δεν λοξοδρομεί από την οδό της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας, το ελληνικό αξιόχρεο θα μπορούσε να αναβαθμιστεί περαιτέρω. Στον αντίποδα μια παρατεταμένη περίοδος δημοσιονομικής απειθαρχίας που θα έθετε σε κίνδυνο την πτωτική πορεία του χρέους, μια ενδεχόμενη αδυναμία προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ενδεχόμενα νέα προβλήματα στον τραπεζικό κλάδο θα μπορούσαν, κατά μόνας ή συνδυαστικά, να φέρουν υποβάθμιση.
  • Το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου εξασφαλίζει πολιτική σταθερότητα και καθαρή πλειοψηφία σε μια περίοδο που η χώρα έχει ανάγκη την υλοποίηση των οροσήμων του Ταμείου Ανάκαμψης για να μη χάσει πόρους αλλά και για προχωρήσουν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις, ειδικά στο πεδίο της Δικαιοσύνης, της Υγείας, της Παιδείας.
  • Αν και ασθενέστεροι οι κίνδυνοι για τη δημοσιονομική προοπτική παραμένουν και σχετίζονται κυρίως με το ενδεχόμενο ασθενέστερης ανάπτυξης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε χαμηλότερα έσοδα, με την εξέλιξη της ενεργειακής κρίσης που θα μπορούσε να φέρει περισσότερες δαπάνες αλλά και με το ενδεχόμενο ενεργοποίησης κρατικών εγγυήσεων που χορηγήθηκαν εν μέσω πανδημίας.
  • Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει ισχυροποιήσει αισθητά την θέση του και είναι σήμερα σε θέση να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη της οικονομίας αξιοποιώντας πρωτίστως τους πόρους του ΤΑΑ. Στο μέτωπο των κόκκινων δανείων, έχει σημειωθεί αξιόλογη πρόοδος ωστόσο τα υψηλά επιτόκια θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη δυνατότητα των οφειλετών να αποπληρώνουν. Ταυτόχρονα, παραμένει ισχυρή η πρόκληση της διαχείρισης του κόκκινου χρέους που έχει μεταφερθεί στους servicers.
  • Η προσπάθεια αύξησης των εξαγωγών παραμένει κλειδί για τη διαχείριση του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών της χώρας που έχει διευρυνθεί αντανακλώντας και τα υψηλά ενεργειακά κόστη αλλά και την υποχώρηση του τουρισμού στα χρόνια της πανδημίας. Ο ελληνικός τουρισμός ανακάμπτει έκτοτε και οι πρόσφατες πυρκαγιές δεν αναμένεται να έχουν μεγάλο αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα ή στα δημοσιονομικά φέτος. Εάν όμως η συχνότητα τους ενταθεί θα μπορούσε να επηρεάσει τα τουριστικά έσοδα τα επόμενα χρόνια.
  • Η εισροή ξένων άμεσων επενδύσεων κτύπησε υψηλό 20ετίας το 2022 και η αύξηση τους στηρίζει την προσπάθεια εξισορρόπησης του ισοζυγίου πληρωμών.

Την εξέλιξη χαιρέτισε ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης κάνοντας λόγο ένα άλμα το οποίο δεν ήταν ούτε εύκολο, ούτε και τεχνικού χαρακτήρα ενώ σημαίνει περαιτέρω βελτίωση των όρων δανεισμού, περισσότερες επενδύσεις στη χώρα, ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας. «Δουλειά μας είναι να συνεχίσουμε με σοβαρότητα τις προσπάθειές μας στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής όσο και των διαρθρωτικών αλλαγών, για να πείθουμε τόσο τους οίκους αξιολόγησης, όσο και τις αγορές και τους επενδυτές ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που αξίζει κανείς να επενδύει και να ανοίγει καινούργιες δουλειές» σημειώνει μεταξύ άλλων.

Διαβάστε επίσης

Κωστής Χατζηδάκης για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας: Σημαντική εξέλιξη σε δύσκολη συγκυρία

Παρατείνεται έως τις 11/9 η δημόσια διαβούλευση για το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας

Επεκτείνεται το πλαφόν για την αισχροκέρδεια σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης από θεομηνία