Περισσότερα από 900 αντικείμενα από το ιστορικό Βασίλειο του Μπενίν, τα γνωστά σήμερα ως «Μπρούτζινα του Μπενίν» βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο και νέα επίσημη αξίωση διατυπώνεται τώρα, μετά το σκάνδαλο των κλοπών, από την κυβέρνηση της Νιγηρίας για την επιστροφή τους.

Μπορεί τα Γλυπτά του Παρθενώνα να συνιστούν ασφαλώς το σοβαρότερο και πλέον δημοσιοποιημένο παγκοσμίως αίτημα για την επανένωσή τους στην Αθήνα, είναι γεγονός όμως, ότι και άλλες χώρες των οποίων η πολιτιστική κληρονομιά έχει λεηλατηθεί βάρβαρα αγωνίζονται για την επιστροφή κλεμμένων αντικειμένων τους.

«Είναι συγκλονιστικό να ακούς χώρες και μουσεία, να μας λένε, ότι τα Μπρούτζινα του Μπενίν δεν θα ήταν ασφαλή στη Νιγηρία, ενώ έχουν τα ίδια κλοπές», όπως δήλωσε χαρακτηριστικά στο Sky News ο Abba Isa Tijani, διευθυντής της Εθνικής Επιτροπής Μουσείων και Μνημείων της Νιγηρίας. Προσθέτοντας, ότι είναι αντικείμενα λεηλασίας , καθώς βγήκαν παράνομα από τη χώρα τους. «Πρόκειται για κλεμμένα, που πρέπει να επιστραφούν στη Νιγηρία και στις κοινότητες στις οποίες ανήκουν», κατέληξε.

Μπρούτζινες πλάκες του Μπενίν όπως εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο
Μπρούτζινες πλάκες του Μπενίν όπως εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο

Είναι γνωστό άλλωστε, ότι τον Οκτώβριο του 2021 το Βρετανικό Μουσείο έλαβε γραπτό αίτημα για την επιστροφή των «Νιγηριανών αρχαιοτήτων» από το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Πληροφοριών και Πολιτισμού της Νιγηρίας ενώ εκπρόσωποι του Βασιλικού Παλατιού του Μπενίν έχουν κάνει κατά καιρούς δημόσιες δηλώσεις, ζητώντας την επιστροφή των αντικειμένων.

Και νέα εξέλιξη είναι η προαναγγελία του Abba Isa Tijani, ότι επίκειται νέα, επίσημη παρέμβαση του υπουργού Πολιτισμού της χώρας, ο οποίος θα απαιτήσει, μέσω επιστολής, τον άμεσο επαναπατρισμό τους.

Χυτή ορειχάλκινη φιγούρα κόκορα με διάτρητη διακόσμηση φτερών. Τα μάτια είναι ένθετα με κοράλλι
Χυτή ορειχάλκινη φιγούρα κόκορα με διάτρητη διακόσμηση φτερών. Τα μάτια είναι ένθετα με κοράλλι

Οι βασιλικές πλάκες

Το Βρετανικό Μουσείο διαθέτει μία από τις μεγαλύτερες στον κόσμο, συλλογές Μπρούντζων του Μπενίν, που η παρουσία τους σήμερα στα ευρωπαϊκά μουσεία έχει θεωρηθεί ως απότοκος μιας από τις χειρότερες λεηλασίες της Αφρικής στην εποχή της αποικιοκρατίας. Συγκεκριμένα, μετά την βίαιη αρπαγή του 1897 και την καταστροφή του Βασιλικού Παλατιού του Μπενίν από τα βρετανικά στρατεύματα, τουλάχιστον 3.000 αντικείμενα διασκορπίστηκαν διεθνώς.

Σκαλιστό περιβραχιόνιο από ελεφαντόδοντο με ένθετο ορείχαλκο, που απεικονίζει ευρωπαίους εμπόρους στο Μπενίν τον 15ο αιώνα
Σκαλιστό περιβραχιόνιο από ελεφαντόδοντο με ένθετο ορείχαλκο, που απεικονίζει ευρωπαίους εμπόρους στο Μπενίν τον 15ο αιώνα

Ανάμεσά τους τα πλέον γνωστά είναι οι χυτές, ορειχάλκινες πλάκες, που κάποτε διακοσμούσαν το βασιλικό παλάτι του Μπενίν και οι οποίες παρέχουν μια σημαντική ιστορική καταγραφή του Βασιλείου του.  Περιλαμβάνουν δηλαδή, την  δυναστική και την κοινωνική ιστορία του, και δίνουν πληροφορίες για τις σχέσεις της με γειτονικά βασίλεια, κράτη και κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων των πρώτων επαφών του βασιλείου με τους Ευρωπαίους.

Η δημιουργία τους ανάγεται τουλάχιστον στον 16ο αιώνα από εξειδικευμένες συντεχνίες, που εργάζονταν για τη βασιλική αυλή του Oba (βασιλιάς) στην πόλη του Μπενίν. Παράλληλα όμως στο βασίλειο δραστηριοποιούνταν και συντεχνίες, που εργάζονταν σε άλλα υλικά, όπως ελεφαντόδοντο, δέρμα, κοράλλια και ξύλο. Εκτός από τις περίτεχνα διακοσμημένες χυτές πλάκες έτσι, υπάρχουν και αναμνηστικά κεφάλια, φιγούρες ζώων και ανθρώπων, αντικείμενα από βασιλικά ρεγκάλια και προσωπικά στολίδια.

Μπρούτζινη πλάκα του Μπενίν με απεικόνιση του βασιλιά, ο οποίος κρατά τα σύμβολα της εξουσίας του (16ος-17ος αιώνας)
Μπρούτζινη πλάκα του Μπενίν με απεικόνιση του βασιλιά, ο οποίος κρατά τα σύμβολα της εξουσίας του (16ος-17ος αιώνας)

Πολλά κομμάτια μάλιστα είχαν παραγγελθεί ειδικά για τους προγονικούς βωμούς, που ήταν αφιερωμένοι στους περασμένους βασιλιάδες και τις βασιλομήτορες. Επίσης όμως χρησιμοποιήθηκαν και σε άλλες τελετουργίες για να τιμήσουν τους προγόνους και να επικυρώσουν την ένταξη ενός νέου Oba.

Αποικιοκρατική πολιτική   

Μεγάλη πόλη-κράτος στη Δυτική Αφρική από τη Μεσαιωνική περίοδο, το Μπενίν προσαρτήθηκε βιαίως στη Βρετανική Αυτοκρατορία το 1897 κι αυτό διατηρήθηκε ως το 1960. Σήμερα ανήκει στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Νιγηρίας ενώ η σύγχρονη πόλη του Μπενίν (στην Πολιτεία Έντο) είναι η πατρίδα του σημερινού ηγεμόνα του Βασιλείου του Μπενίν, του βασιλιά Oba Ewuare II.

Βρετανοί στρατιώτες στο βασιλικό παλάτι του Μπενίν με τα λάφυρα από την στρατιωτική επιχείρηση, το 1897
Βρετανοί στρατιώτες στο βασιλικό παλάτι του Μπενίν με τα λάφυρα από την στρατιωτική επιχείρηση, το 1897

Νωρίτερα φέτος εξάλλου, το αίτημα αποκατάστασης Benin Bronzes πήρε νέα τροπή, αφού η νιγηριανή κυβέρνηση αναγνώρισε επίσημα τον Oba of Benin (Oba Ewuare II) ως ιδιοκτήτη και θεματοφύλακα των αντικειμένων, που λεηλατήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα. Η ανακοίνωση ήρθε με τη μορφή Προεδρικής Διακήρυξης που κυκλοφόρησε μέσω της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως.

Τα αντικείμενα έφθασαν στο Βρετανικό Μουσείο, στο πλαίσιο της επιθετικής αποικιοκρατικής πολιτικής της Βρετανίας στην Αφρική, τον 19ο αιώνα. Στα τέλη αυτής της εποχής, που είναι γνωστή ως «Σκραμπλ για την Αφρική», το διατλαντικό δουλεμπόριο με την βίαιη και μαζική μετακίνηση ανθρώπων προς την Αμερική και την Βρετανία είχε κοπάσει, όχι όμως και οι κατακτητικά σχέδια της Βρετανίας. Και όπως ήταν λογικό η σταδιακή επέκτασή της σε εδάφη που γειτνίαζαν με το βασίλειο του Μπενίν δημιούργησε μία ατμόσφαιρα δυσπιστίας και εχθρότητας.

Το εσωτερικό του βασιλικού παλατιού μετά την λεηλασία, το 1897
Το εσωτερικό του βασιλικού παλατιού μετά την λεηλασία, το 1897

Η λεηλασία

Τον Ιανουάριο του 1897, μια υποτιθέμενη ειρηνική αλλά σαφώς προκλητική βρετανική εμπορική αποστολή δέχθηκε επίθεση καθ’ οδόν προς την πόλη του Μπενίν, με συνέπεια το θάνατο επτά βρετανών αντιπροσώπων και 230 από τους Αφρικανούς μεταφορείς της αποστολής.  Αυτό το περιστατικό πυροδότησε την έναρξη μιας μεγάλης κλίμακας στρατιωτικής επέμβασης αντίποινων εναντίον του Βασιλείου του Μπενίν από τους Βρετανούς, οι οποίοι τον επόμενο κιόλας  μήνα κατέλαβαν την πόλη.

Το Μπενίν υπέστη τότε μια αιματηρή και καταστροφική κατοχή, με τεράστιο αριθμό απωλειών από την άλωση του.  Η πόλη γνώρισε εκτεταμένες καταστροφές και λεηλασίες από τις βρετανικές δυνάμεις, καθώς μαζί με άλλα μνημεία και παλάτια, το Βασιλικό Παλάτι του Μπενίν κάηκε και καταστράφηκε μερικώς.  Επίσης τα ιερά λεηλατήθηκαν και χιλιάδες αντικείμενα τελετουργικής σημασίας, που αφαιρέθηκαν από τα βασιλικά προγονικά ιερά, μεταφέρθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο ως επίσημα «λάφυρα πολέμου». Άλλα  μοιράστηκαν μεταξύ των μελών της αποστολής, ανάλογα με τον βαθμό τους.

Προγονικό ιερό στο βασιλικό παλάτι του Μπενίν το 1891 με δύο χάλκινα κεφάλια στα άκρα. Η παλαιότερη γνωστή φωτογραφία του βασιλικού συγκροτήματος
Προγονικό ιερό στο βασιλικό παλάτι του Μπενίν το 1891 με δύο χάλκινα κεφάλια στα άκρα. Η παλαιότερη γνωστή φωτογραφία του βασιλικού συγκροτήματος

Ανάμεσά τους βρίσκονταν τελετουργικά ορειχάλκινα κεφάλια προηγούμενων βασιλιάδων και χαυλιόδοντες ενώ οι  900 μπρούτζινες πλάκες, που χρονολογούνται σε μεγάλο βαθμό από τον 16ο έως τον 17ο αιώνα  είχαν βρεθεί σε μια αποθήκη μέσα στο παλάτι.

Όσο για τους βασιλείς αιχμαλωτίστηκαν και στάλθηκαν στην εξορία, ενώ ορισμένοι αρχηγοί του βασιλείου εκτελέστηκαν. Η Βρετανία πάντως, δικαιολόγησε ως νόμιμη στρατιωτική δράση εναντίον ενός «βάρβαρου» βασιλείου, αυτό το βάναυσο και βίαιο αποικιακό επεισόδιο, το οποίο σηματοδότησε ουσιαστικά το τέλος του ανεξάρτητου Βασιλείου του Μπενίν.

Επισκέπτες στο Βρετανικό Μουσείο στο τμήμα με τα Μπρούτζινα του Μπενίν
Επισκέπτες στο Βρετανικό Μουσείο στο τμήμα με τα Μπρούτζινα του Μπενίν

Η διασπορά των αντικειμένων

Μόλις λίγους μήνες μετά, το φθινόπωρο του 1897, το Βρετανικό Μουσείο παρουσίασε για πρώτη φορά 304 από τις πλάκες του Μπενίν, που βρίσκονταν στην κατοχή του υπουργού Εξωτερικών (στη συνέχεια έλαβε 203 από αυτές ως δωρεά). Η πλειονότητα των υπόλοιπων  ωστόσο, διεσπάρη σε μουσεία του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γερμανίας, καθώς και σε ιδιώτες εμπόρους, ενώ μερικές διατηρήθηκαν στο υπουργείο Εξωτερικών. Άλλες συλλογές  με λεηλατημένα αντικείμενα εξάλλου, αγοράστηκαν ή δωρίστηκαν από μέλη της αποστολής του Μπενίν.

Η αίθουσα του Βρετανικού Μουσείο με τα Μπρούτζινα του Μπενίν και άλλα αφρικανικά αντικείμενα
Η αίθουσα του Βρετανικού Μουσείο με τα Μπρούτζινα του Μπενίν και άλλα αφρικανικά αντικείμενα

Εν τέλει η συλλογή του Βρετανικού Μουσείου αυξήθηκε στο σημερινό της μέγεθος μετά την απόκτηση ιδιωτικών συλλογών, όπως αυτή του Χάρι Μπίσλι το 1944, του Γουίλιαμ Όλντμαν το 1949 και του Σερ Χένρι Γουέλκομε το 1954. Το 1950 και το 1951 πάντως το Μουσείο απέσυρε ορισμένες από τις πλάκες της συλλογής, που στη συνέχεια πουλήθηκαν, ανταλλάχθηκαν ή δωρίστηκαν στην Νιγηρία ενώ ήταν ακόμη αποικία των Βρετανών(25 στον αριθμό), καθώς και στην κυβέρνηση της επίσης αποικίας της Χρυσής Ακτής (σημερινή Γκάνα).

Αυτές οι πλάκες εντάχθηκαν αργότερα στις συλλογές των νεοσύστατων μουσείων της Δυτικής Αφρικής ενώ η άποψη που είχε επικρατήσει, ότι ήταν αντίγραφα αποδείχθηκε λανθασμένη. Τέλος, άλλες δώδεκα πωλήθηκαν ή ανταλλάχθηκαν με ιδιώτες εμπόρους και συλλέκτες μεταξύ 1950 και 1972.

Τι απαντά όμως σήμερα στα αιτήματα του νιγηριανού κράτους το Βρετανικό Μουσείο;

Κάτι που θυμίζει τις απαντήσεις που λαμβάνει και η Ελλάδα χρόνια τώρα αναφορικά με τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Ότι απαγορεύεται δια νόμου, του 1963 συγκεκριμένα, η αφαίρεση αντικειμένων από τη συλλογή του Βρετανικού Μουσείου για οποιονδήποτε λόγο. Ένα επιχείρημα που έχει καταστεί πλέον μία διάτρητη και γελοία δικαιολογία.

Διαβάστε επίσης:

Κοκό Σανέλ: Μια έκθεση για την επαναστάτρια δημιουργό που έδωσε ελευθερία στις γυναίκες

Βρετανικό Μουσείο: «Προσβλητική γελοιότητα» η άρνηση της επιστροφής των αρχαίων

Κλοπές και παραιτήσεις στελεχών, πλήγμα στο κύρος του Βρετανικού Μουσείου