ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Την τελευταία διετία η ναυτιλιακή εταιρεία Alberta Shipmanagement, του Νικόλα Ιγγλέση, εμφανίζει δυναμική και συνεχώς αυξανόμενη παρουσία στην ελληνική ναυτιλία.
Σύμφωνα με την έρευνα της Naftiliakis – Newsfront, η εταιρεία το 2022 εισήλθε στον πίνακα με τις μεγαλύτερες ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες, καταλαμβάνοντας στην 73η θέση (από τις 76 μεγαλύτερες σε χωρητικότητα dwt εταιρείες) με 15 πλοία συνολικής χωρητικότητας 1.126.281 dwt, ενώ το 2023, αναρριχήθηκε στην 55η θέση, (σε 78 εταιρείες) με 18 πλοία – 11 δεξαμενόπλοια και 7 φορτηγά πλοία, συνολικής χωρητικότητας 1.730.103 dwt.
Το εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι η εταιρεία του Νικόλα Ιγγλέση ναυπηγεί άλλα τέσσερα πλοία, τα οποία θα παραδοθούν από τον ένατο μήνα του 2024 έως τον πέμπτο μήνα του 2025.
Πρόκειται για ένα πλοίο Aframax, 115.000 dwt, που ναυπηγείται στο ναυπηγείο Sumitomo, για ένα πλοίο Handymax, 42.000 dwt, που ναυπηγείται στο ναυπηγείο Oshima και 2 Suezmax, 158.600 dwt, που παρήγγειλε πριν λίγες ημέρες στο ναυπηγείο NSY JMU.
Με άλλα λόγια η εταιρεία ναυπηγεί τέσσερα πλοία συνολικής χωρητικότητας 473.000 dwt, που αν προστεθεί στην υπάρχουσα, τότε θα διαμορφωθεί στα 2.203.103 dwt.
Αυτή η προσθήκη στην χωρητικότητα δίνει τη δυνατότητα στην εταιρεία να ανέλθει στην 49η θέση με τις μεγαλύτερες ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες.
Ο Νικόλας Ιγγλέσης μαζί με τις κόρες του, Ισμήνη και Αλεξία, το έτος 2019 αποχώρησαν από την Samos Steamship, που συνίδρυσε με τα ξαδέρφια του, Σταμάτη Ιππ. Ιγγλέση και Αντώνη Δ. Ιγγλέση, και δημιούργησε την Alberta Shipmanagement.
Στη Samos Steamship παρέμειναν ο Αντώνης Δ. Ιγγλέσης και ο Γιάννης Ιππ. Ιγγλέσης, συνεχίζοντας τη διαχείριση της που ιδρύθηκε το 1991, όταν η οικογένεια αποφάσισε να αυτονομηθεί από την εταιρεία Pegasus.
Επισημαίνεται ότι η εταιρεία ξεκίνησε με τη διαχείριση επτά πλοίων: τεσσάρων τάνκερ και τριών φορτηγών πλοίων ξηρού φορτίου.
Η πλούσια ναυτιλιακή ιστορία της οικογένειας Ιγγλέση ξεκινάει το 1875. Από τότε η οικογένεια διαθέτει «αποδεδειγμένο ιστορικό υλικό στη ναυτιλιακή βιομηχανία».
Ο Δημήτριος Ιγγλέσης, άρχισε τις επιχειρηματικές δραστηριότητες στο νησί της Σάμου, εμπορεύοντας αγαθά που μεταφέρονται με τα ιστιοφόρα του.
Δέκα χρόνια μετά, το 1885, επεκτάθηκε η οικογενειακή επιχείρηση, δημιουργώντας ένα οινοποιείο στο Μεσαίο Καρλόβασι που παράγει γλυκό κρασί Σάμου, το οποίο στη συνέχεια εξάγεται στη Γαλλία.Το 1890, δηλαδή μετά από πέντε χρόνια από την ίδρυση του οινοποιείου, έφτιαξε ένα εργοστάσιο δέρματος στην παραλία του Καρλοβάσου.
Το 1900, ο Δημήτρης Ιγγλέσης, προκειμένου να εξυπηρετήσει την αναπτυσσόμενη επιχείρηση κρασιού, άνοιξε γραφείο στη Μασσαλία, το οποίο διαχειρίζεται όλες τις εξαγωγές στη Γαλλία.
Το επόμενο έτος, 1911, ανέλαβαν την επιχείρηση τα παιδιά του Δημητρίου Ιγγλέση: Σταμάτης, Ιωάννης, Νικόλαος, Σωκράτης και Ηρακλής.
Η δεύτερη γενιά της οικογένειας Ιγγλέση ανέλαβε τα ηνία, δημιουργώντας την πρώτη επίσημη ναυτιλιακή εταιρεία της. Για να αποτίσουν φόρο τιμής στον ιδρυτή της οικογενειακής επιχείρησης, οι γιοι του ονομάζουν την εταιρεία τους D. Inglessis Fils και το πρώτο τους ατμόπλοιο της εταιρείας «Dimitrios». Τα επιβατηγά πλοία διευθύνονται από το γραφείο τους στη Σμύρνη.
Το 1914, τα πέντε αδέρφια Ιγγλέση, άδραξαν μια ευκαιρία για την επέκταση της εταιρείας και στην εμπορία καπνού. Η ευκαιρία δόθηκε όταν έγινε το εμπάργκο του τουρκικού καπνού από τις ΗΠΑ και τους Συμμάχους τους κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι ξεκίνησε μια κερδοφόρος επιχείρηση παραγωγής καπνού και τσιγάρων.
Το 1918, η εταιρεία Ιγγλέση επεκτάθηκε στα φορτηγά και στα επιβατηγά πλοία και συνέβαλε σημαντικά στο εμπόριο μεταξύ Ιταλίας, Πειραιά και ελληνικών νησιών. Από το επόμενο έτος, 1919, τα επιβατηγά πλοία πέρασαν στη διαχείριση του γραφείου στη Σμύρνη, η οποία ήταν, τότε, υπό ελληνική κυριαρχία.
Το 1920, αγοράστηκε το πρώτο επιβατηγό πλοίο, που ονομάστηκε «Alberta». Από το 1921 και κυρίως μετά την καταστροφή της Σμύρνης, η οικογένεια Ιγγλέση προσφέρεται να μεταφέρει μεγάλο αριθμό Ελλήνων προσφύγων από τη Σμύρνη στον Πειραιά με το πλοίο μεταφοράς χύδην φορτίου της, «Demetrios Inglessis».
Η οικογένεια Ιγγλέση, το έτος 1938, αποφάσισε να μεταφέρει το οινοποιείο από τη Σάμο στα Βαλιμίτικα της Πελοποννήσου.
Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ο στόλος της οικογένειας Ιγγλέση, στο σύνολο του καταστράφηκε.
Σταδιακά αναλαμβάνει η τρίτη γενιά της οικογένειας Ιγγλέση, η οποία με επίμονο ζήλο, άρχισε την ανοικοδόμηση του στόλου μέσω της αγοράς δεξαμενόπλοιων Liberty και T2 από τις ΗΠΑ. Το πρώτο πλοίο ονομάστηκε «Δημήτριος Ιγγλέσης» και το δεύτερο ήταν Liberty, ένα από τα 100 «ευλογημένα πλοία», πήρε το όνομα «Σάμος». Η έδρα της εταιρείας μεταφέρθηκε στον Πειραιά και διαχειρίζονταν τα πλοία της μέσω της εταιρείας «Δ. Ιγγλέσης και Υιοί».
Το 1954, τα αδέρφια Ιγγλέση, εγκαταστάθηκαν στο Λονδίνο και ίδρυσαν την εταιρεία Frinton Shipbrokers Ltd η οποία επεκτάθηκε με πλοία Liberty.
Το έτος 1963, η οικογένεια Ιγγλέση πήρε μια πρωτοποριακή απόφαση για εκείνη την εποχή. Ένωσε τις ναυτιλιακές της δυνάμεις με άλλες παραδοσιακές ελληνικές ναυτιλιακές οικογένειες και σχημάτισαν την «Pegasus Ocean Services» στο Λονδίνο και την «Pleiades Shipping Services» στον Πειραιά.
Η Pegasus είχε έδρα το Λονδίνο και μετόχους τις οικογένειες των Μιχάλη Περατικού, Ανδρέα Ανδριανόπουλου, Δημητρίου Ν. Ιγγλέση, Δημητρίου Σ. Ιγγλέση, Γεώργιου Ν. Ιγγλέση, Ιπποκράτη Στ. Ιγγλέση, Αντώνη Αγγελικούση και Νίκου Ευθυμίου.
Στις δεκαετίες 1960 – 1970, η εταιρεία γνώρισε μεγάλη άνθηση, δεδομένου ότι μεγάλωσε ο στόλος μέσω της αγοράς 40 νέων πολλαπλών χρήσεων και μεγάλων πλοίων μεταφοράς χύδην φορτίου από ιαπωνικά ναυπηγεία. Το 1972, η εταιρεία διεύρυνε τη συνεργασία της με ποιοτικά ναυπηγεία, αρχίζει συνεργασία με το ναυπηγείο B&W που οδηγεί σε πολλά συμβόλαια νεότευκτων πλοίων.
Από τις αρχές του 1981, μπαίνει σταδιακά η τέταρτη γενιά Ιγγλέση στην καθημερινή διαχείριση των πλοίων της «Pegasus Shipping Services». Το 1988, αγοράστηκε το πρώτο δεξαμενόπλοιο LR1 «Obelix», το οποίο ακολουθείται γρήγορα από έναν αριθμό VLCC.
Η μεγάλη απόφαση λαμβάνεται το 1991. Τότε, τα μέλη της οικογένειας Ιγγλέση αποφάσισαν να αποχωρήσουν από την Pegasus και τις Pleiades και ίδρυσαν τη «Samos Steamship» στην Αθήνα και την «Alberta Shipbrokers» στο Λονδίνο.
Η εταιρεία ειδικεύτηκε στη διαχείριση OBO, τα οποία στη συνέχεια μετατρέπονται για να μπορούν να μεταφέρουν καθαρά προϊόντα καθώς και χύδην φορτίο.Στο τέλος της δεκαετίας του ’90 αγοράστηκαν μεγάλης χωρητικότητας δεξαμενόπλοια και φορτηγά ξεκινώντας με ένα φορτηγό πλοίο 210.000 τόνων.
Το 2004 η εταιρεία επεκτάθηκε στα πλοία μεταφοράς φυσικού αερίου και αυτό έγινε μέσω της εξαγοράς του πλοίου «Sweet Dream», ενώ έγινε παραγγελία σε ναυπηγείο δύο νεότευκτων πλοίων.
Επισημαίνεται ότι από το 2001 έως το 2018, η εταιρεία ναυπήγησε 35 πλοία σε ιαπωνικά ναυπηγεία, ενώ αγόρασε από «δεύτερο χέρι» σημαντικό αριθμό πλοίων.
Διαβάστε επίσης:
Μαρίνα Χατζημανώλη: Στην Αθήνα η υφυπουργός Ναυτιλίας της Κύπρου
Ένωσις Ελλήνων Εφοπλιστών: Ιστορική συμφωνία για πράσινα καύσιμα