Οι ελληνικές τράπεζες συνεχίζουν να επωφελούνται από τις συνθήκες που επικρατούν στον κλάδο, τις ευνοϊκές μακροοικονομικές προοπτικές αλλά και το εκλογικό αποτέλεσμα.

Οι πρόσφατες εκλογές άνοιξαν τον δρόμο προς την αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας, ενώ η έντονη τουριστική δραστηριότητα στηρίζει την οικονομία, εξηγεί η επιφυλακτική, συνήθως, Jefferies, η οποία «υποχρεώθηκε» σε αύξηση των τιμών στόχων για τις ελληνικές τράπεζες.

Η Εθνική Τράπεζα παραμένει σε καλύτερη θέση, παρότι τα σχέδια για την επαναφορά του μερίσματος από τα κέρδη του 2022 «μπήκαν στον πάγο» και είναι το μοναδικό στοιχείο που απομένει σε αναμονή για το 2023. Η σύσταση είναι αγορά (buy) με νέα τιμή στόχο στα 7,30 ευρώ από τα 6,50 ευρώ και η ισχυρή θέση της τράπεζας στις καταθέσεις και η κάλυψη των μη εξυπηρετούμενων δανείων δημιουργεί περιθώρια εκπλήξεων σε σχέση με τις προσδοκίες της αγοράς, την ώρα που η αποτίμηση της μετοχής παραμένει ελκυστική, σημειώνει η αμερικανική επενδυτική τράπεζα.

Την ίδια στιγμή, συστήνει διακράτηση (hold) για τις μετοχές των Eurobank με στόχο τα 1,70 ευρώ από 1,65 ευρώ και της Τράπεζας Πειραιώς με στόχο τα 2,70 ευρώ από 2,50 ευρώ.

Στον αντίποδα, παραμένει επιφυλακτική για τη μετοχή της Alpha Bank, με τη σύσταση να διατηρείται σε υποαπόδοση (underperform), καθώς οι αναλυτές βλέπουν κίνδυνο αρνητικών εκπλήξεων στο μέτωπο των επισφαλειών, με αποτέλεσμα να δίνουν τιμή-στόχο στα 1,10 ευρώ, αρκετά χαμηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα.

«Η πολιτική είναι στο προσκήνιο, αλλά η ρυθμιστική αρχή είναι πιο επιφυλακτική. Οι από πάνω προς τα κάτω τάσεις ήταν υποστηρικτικές για τις ελληνικές τράπεζες με την έντονη τουριστική δραστηριότητα μέχρι σήμερα και το ισχυρότερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα για τη Νέα Δημοκρατία στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών (ποσοστό 41%), θέτει την προοπτική μιας σταθερής κυβέρνησης, εάν το αποτέλεσμα επαναληφθεί στον δεύτερο γύρο (με σύστημα μπόνους εδρών) που θα διεξαχθεί στις 25 Ιουνίου», εξηγούν οι αναλυτές.

Το γεγονός αυτό αύξησε τις προσδοκίες της αγοράς για την επενδυτική βαθμίδα στην κρατική αξιολόγηση να αναθεωρηθεί ανοδικά το δεύτερο εξάμηνο, μια κίνηση που θα έχει περισσότερο όφελος για το κλίμα/κόστος ιδίων κεφαλαίων για τις τράπεζες και όχι μια βαθμιαία αλλαγή στην κερδοφορία ή στα θεμελιώδη μεγέθη.

Η μόνη πρόσφατη απογοήτευση είναι η απόφαση της ρυθμιστικής αρχής να μην εγκρίνει το μέτριο μέρισμα της ΕΤΕ έναντι των κερδών του 2022 (αν και για την Εurobank η επαναγορά της εγκρίθηκε). Ως εκ τούτου, τα υπόλοιπα των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η σχετική στάθμιση των DTAs στο CET1 είναι πιθανό να παραμείνουν ένα πεδίο συζήτησης για τους επενδυτές, αλλά όλες οι τράπεζες έστειλαν ένα σίγουρο μήνυμα σχετικά με το 2023.

Αναφορικά με τα έσοδα από τόκους, το μεγαλύτερο μέρος των αυξήσεων έχει ήδη περάσει στο ενεργητικό, λόγω της υψηλότερης έκθεσης σε δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου και η εστίαση θα στραφεί τώρα στους αρνητικούς παράγοντες που επιδρούν στο περιθώριο των επιτοκιακών εσόδων. Η ικανότητα να διαχειριστούν το πέρασμα των επιτοκιακών αυξήσεων στις καταθέσεις θα είναι ένας βασικός παράγοντας, στον οποίο η Εθνική και η Πειραιώς εμφανίζουν τις καλύτερες επιδόσεις, σημειώνει η Jefferies.

Σε τελείως διαφορετικό πλαίσιο, η Axia Research αυξάνεις τις τιμές στόχους στις ελληνικές τράπεζες και συστήνει αγορά (buy) και για τις τέσσερις τράπεζες.

Οι νέες αυξημένες τιμές στόχοι είναι: Alpha Bank στα 2 ευρώ από 1,8 ευρώ, Eurobank στα 2 ευρώ από 1,8 ευρώ, Εθνική Τράπεζα στα 7,2 ευρώ από 5,5 ευρώ και Τράπεζα Πειραιώς στα 3,4 ευρώ από 3,1 ευρώ.

Οι ελληνικές τράπεζες έχουν εκπληκτικές επιδόσεις στο ταμπλό του ΧΑ, ξεπερνώντας τις τράπεζες της ΕΕ και το εξαιρετικό επίτευγμα οφείλεται στα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη και στην αυξανόμενη πεποίθηση ότι η χώρα θα ανακτήσει την επενδυτική της βαθμίδα μέχρι το τέλος του έτους, εξηγεί η Axia. Μάλιστα, η άποψη της χρηματιστηριακής είναι ότι οι υψηλές επιδόσεις θα πρέπει να συνεχιστούν, καθώς οι προβλέψεις δείχνουν ότι το consensus των αναλυτών εξακολουθεί να υποτιμά τη δυναμική των καθαρών εσόδων από τόκους (NII) και του κόστους κινδύνου (CoR).

Μια άλλη βασική πτυχή που εισάγει η χρηματιστηριακή στην επενδυτική θέση είναι η σημασία της αξιοποίησης του πλεονάζοντος κεφαλαίου. Οι ρυθμιστικές αρχές εμφανίζονται πιο πρόθυμες να επιτρέψουν στις τράπεζες να κάνουν επενδύσεις που δημιουργούν αξία, παρά να διανέμουν κεφάλαια μέχρι τα επίπεδα των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) να μειωθούν.

Κατά συνέπεια, η Axia προβλέπει μερίσματα χαμηλότερα από το guidance, αλλά τονίζει ότι η διάθεση των μετοχών του ΤΧΣ θα μπορούσε να επηρεάσει τις συνολικές πληρωμές. Ωστόσο, δεν θεωρεί τις χαμηλότερες πληρωμές μερισμάτων ως αρνητικό, αλλά μάλλον ως μια ευκαιρία για τις τράπεζες να υιοθετήσουν μια πιο εξωστρεφή και επιθετική προσέγγιση μετά από μια περίοδο περικοπών. Το πλεονάζον κεφάλαιο μπορεί να αξιοποιηθεί με διάφορους τρόπους, όπως η επένδυση σε χαρτοφυλάκια που επανεκτιμώνται, η συμμετοχή σε διασυνοριακές κοινοπραξίες, η πραγματοποίηση εξαγορών σε βασικές αγορές, η δημιουργία κοινοπραξιών ή η επένδυση σε επιχειρήσεις χρηματοοικονομικής τεχνολογίας.

Διαβάστε επίσης

Τράπεζες: Το investor day της Αlpha και οι προϋποθέσεις για ένα καλοκαιρινό ράλι

Κόντρα στην ΕΚΤ οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων – Κλείνει η ψαλίδα με την Ισπανία

Τράπεζα Ελλάδος: Συνεχίζονται οι αποπληρωμές δανείων από τις επιχειρήσεις

──────────────────