ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η ΕΛΑΣ προχώρησε στην εξάρθρωση εγκληματικής οργάνωσης που δραστηριοποιούνταν στην παράνομη διακίνηση μεταναστών από τρίτες χώρες στην Ελλάδα και μετέπειτα σε ευρωπαϊκές χώρες, καθώς και στην κατάρτιση πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων.
Στο πλαίσιο εκτεταμένης επιχείρησης που πραγματοποιήθηκε σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Ηλεία, συνελήφθησαν συνολικά 41 μέλη της οργάνωσης, κατηγορούμενοι για τα – κατά περίπτωση – αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, πλαστογραφίας και πλαστογραφίας πιστοποιητικών κατ’ επάγγελμα, κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση, παράβαση των νομοθεσιών περί αλλοδαπών, περί όπλων και ναρκωτικών, της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, του Εθνικού Τελωνιακού Κώδικα, καθώς και για τα αδικήματα της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, ψευδούς βεβαίωσης και νόθευσης, αρπαγής και εκβίασης.
Επιπλέον, στη δικογραφία που σχηματίστηκε περιλαμβάνονται ακόμη 55 άτομα.
Από την έρευνα διαπιστώθηκε η συγκρότηση της εγκληματικής οργάνωσης, η οποία είχε διαρκή και δομημένη δράση, ιεραρχική δομή και διακριτούς ρόλους, με σκοπό την αποκόμιση παράνομου περιουσιακού οφέλους, που κυμαινόταν ανάλογα με τη μέθοδο διακίνησης από 600 έως 10.000 ευρώ κατ’ άτομο.
Για τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητάς τους, κάθε μέλος είχε αναλάβει ανάλογο ρόλο.
Ως προς τον τρόπο δράσης τους (modus operandi), τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης:
– προσέφεραν στους ενδιαφερόμενους πληθώρα επιλογών, τόσο ως προς τρόπο μεταφοράς, όσο και ως προς τον προορισμό σε χώρα της Ευρώπης,
– διακινούσαν τα χρηματικά ποσά μέσω του συστήματος «HAWALA»
– χρησιμοποιούσαν επίσης τη μέθοδο LOOK – ALIKE, δηλαδή χρήση ταξιδιωτικών εγγράφων, που η φωτογραφία που έφεραν προσομοίαζε με τα χαρακτηριστικά των διακινούμενων και
– παρείχαν καταλύματα στους υπό διακίνηση αλλοδαπούς έναντι χρηματικών αμοιβών που κατέβαλαν σε ημερήσια ή μηνιαία βάση και ανέρχονταν περίπου στα 150 ευρώ κατ’ άτομο. Για να προσελκύσουν περισσότερους «πελάτες», τα εν λόγω καταλύματα διαφημίζονταν σε ομάδες – σελίδες σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης.
Αφού εντόπιζαν τους «υποψήφιους πελάτες», χρησιμοποιούσαν διαφορετικούς τρόπους διακίνησης και συγκεκριμένα με αεροπλάνο ή διακίνηση πεζή ή με τη χρήση οχήματος.
Η πρώτη μέθοδος, γινόταν μέσω αεροπορικών πτήσεων σε χώρες-πόλεις του προορισμού τους, κλείνοντας 2 αεροπορικά εισιτήρια, το ένα για χώρα επιλογής του στην Ευρώπη και το άλλο με προορισμό πόλη ή νησί της Ελλάδας.
Παράλληλα τους εφοδίαζαν με παρόμοια διαβατήρια (μέθοδος look – alike) ενώ οι υπό διακίνηση αλλοδαποί, λάμβαναν οδηγίες από τα μέλη της οργάνωσης, με σκοπό την αποφυγή εντοπισμού τους κατά τον διαβατηριακό έλεγχο.
Η χρηματική αμοιβή για μεταφορά με αεροπλάνο κυμαινόταν από 4.000 έως 10.000 ευρώ, ενώ οι συνήθεις προορισμοί ήταν Σερβία, Μαυροβούνιο, Πορτογαλία, Ολλανδία, Κροατία, Γαλλία, Αυστρία, Βοσνία, Ιταλία, Ισπανία, Γερμανία, Σουηδία, Ουγγαρία και Βουλγαρία.
Ο δεύτερος τρόπος που χρησιμοποιούσαν τα μέλη της οργάνωσης ήταν, η πεζή ή με όχημα διακίνηση των μεταναστών μέσω της Τουρκίας στην ελληνική επικράτεια.
Αρχικά αφού τους οργάνωναν σε ομάδες – γκρουπ, περνούσαν πεζή τα σύνορα από την Τουρκία στην περιοχή του Έβρου και εισέρχονταν στον ελλαδικό χώρο. Έπειτα τους επιβίβαζαν σε φορτηγά / λεωφορεία και τους μετέφεραν σε Θεσσαλονίκη ή Αθήνα, όπου και παρέμεναν για λίγο χρονικό διάστημα σε διαμερίσματα «φιλοξενίας» των μελών της οργάνωσης.
Κατά το χρονικό διάστημα παραμονής τους, είτε τους καταρτούσαν πλαστό νομιμοποιητικό έγγραφο με σκοπό να παραμείνουν στην Ελλάδα, είτε ξεκινούσε η διαδικασία της παράνομης μεταφοράς τους σε χώρες της Ε.Ε..
Πιο αναλυτικά, για τους αλλοδαπούς που επιθυμούσαν να μεταφερθούν παράνομα προς χώρες της Ευρώπης, ακολουθούνταν η εξής διαδικασία:
Αρχικά, τους συγκέντρωναν είτε στην Αθήνα, είτε σε περιοχή του νομού Ηλείας και εν συνεχεία, επιβιβάζονταν σε οχήματα, τα οποία κινούνταν με προορισμό τα σύνορα της Ελλάδας και ειδικότερα την Αλβανία. Από εκεί, οι μεταφορείς-συνοδοί οδηγούσαν πεζούς είτε με όχημα, τους αλλοδαπούς προς την Αλβανία, και εν συνεχεία προς Βοσνία ή Σερβία.
Τα μέλη της οργάνωσης παρείχαν κατευθυντήριες οδηγίες για την επιτυχία της μεταφοράς, τόσο όσον αφορά στα χρήματα για την αγορά τροφίμων και των διαφόρων ειδών που θα χρειάζονταν να έχουν στην κατοχή τους, όσο και για την αποφυγή εντοπισμού τους από αστυνομικούς ή συνοριακούς ελέγχους.
Το χρηματικό ποσό για την ολοκλήρωση της παράνομης μεταφοράς κυμαινόταν από 1.250 έως 4.000 ευρώ.
Σε έρευνες που διενεργήθηκαν στο κέντρο των Αθηνών, εντοπίστηκαν 12 διαμερίσματα – χώροι που λειτουργούσαν ως «καβάτζες – ξενοδοχεία», εντός των οποίων εντοπίστηκαν περισσότεροι από 80 παράνομοι αλλοδαποί, οι οποίοι συνελήφθησαν και σε βάρος τους εφαρμόστηκε το μέτρο της διοικητικής απέλασης.
Επίσης, ταυτοποιήθηκε πλήρως το δίκτυο «hawala» της οργάνωσης, αποτελούμενο από 21 καταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και εντοπίστηκαν στο κέντρο της Αθήνας, 5 πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια για την κατάρτιση πλαστών εγγράφων.
Από την έρευνα προκύπτει ότι τα μέλη της οργάνωσης εμπλέκονται συνολικά σε διακίνηση τουλάχιστον 2.322 αλλοδαπών από και προς την Ελλάδα, ενώ εκδόθηκαν περισσότερα από 2.500 νομιμοποιητικά έγγραφα.
Η ΕΛΑΣ εκτιμά ότι το συνολικό οικονομικό όφελος της οργάνωσης ξεπερνά τα 9.000.000 ευρώ.
Σε 102 συνολικά έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε σπίτια και καταστήματα, σε Αττική, Θεσσαλονίκη και Ηλεία, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν: πλήθος κινητών τηλεφώνων και ηλεκτρονικών συσκευών, 1.050 διαβατήρια και ταυτότητες ξένων χωρών, 72.000 ευρώ, πάνω από 30.000 ψηφιακά αρχεία ταυτοτήτων και διαβατήριων, ναρκωτικά και όπλα καθώς και 189 πλαστές σφραγίδες διάφορων Υπηρεσιών.
Οι συλληφθέντες, οι οποίοι έχουν απασχολήσει και κατά το παρελθόν τις διωκτικές αρχές, για ίδια ή άλλα αδικήματα, οδηγήθηκαν με τη σε βάρος τους σχηματισθείσα δικογραφία, σήμερα, στην εισαγγελική αρχή.
Διαβάστε επίσης