Ο ύπνος αποτελεί βασικό παράγοντα σωματικής και πνευματικής υγείας αλλά και απαραίτητη προϋπόθεση για ευεξία και ποιότητα ζωής. Ωστόσο, περίπου ένας στους τρεις ενήλικους παραπονείται για κάποια διαταραχή του ύπνου.
Οι διαταραχές ύπνου περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα ιατρικών καταστάσεων, οι οποίες ως κοινό γνώρισμα έχουν τη διαταραχή της λεγόμενης «αρχιτεκτονικής» του ύπνου που περιλαμβάνει την επέλευση, τη διατήρηση του ύπνου, καθώς και την κανονικότητα της πρωινής αφύπνισης και δυνατότητας επιστροφής στον ύπνο.
Έχουν περιγραφεί περισσότερες από 80 διαφορετικές διαταραχές ύπνου, με συχνότερες την αϋπνία, την ημερήσια υπνηλία, το ροχαλητό ή τον ανήσυχο μη αναζωογονητικό ή ανεπαρκή ύπνο.
Η αϋπνία που οφείλεται στο άγχος αποτελεί σχετικά συχνό φαινόμενο. Η «υπερλειτουργία» του νου έχει συχνά ως αποτέλεσμα τη διαταραχή του ύπνου μας. Κάποιες φορές μοιάζει αδύνατο να κλείσουμε το «διακόπτη» του μυαλού μας πριν πάμε για ύπνο. Οι σκέψεις και οι ανησυχίες μας γίνονται τόσο επίμονες ώστε εμποδίζουν την επέλευση του ύπνου.
Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι η συχνότητα της έλλειψης ύπνου είναι υψηλότερη στα άτομα με χαμηλότερο εισόδημα. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι πάνω από το 50% των ενηλίκων μιας μέσης δυτικής κοινωνίας που δήλωσαν ότι δεν κοιμούνται επαρκώς, ήταν αγχωμένοι λόγω ασταθών οικονομικών συνθηκών. Οι άνθρωποι που κερδίζουν λιγότερα είναι επίσης πιο πιθανό να ασχολούνται με εκ περιτροπής εργασία και να έχουν περισσότερες από μία δουλειές, κάτι που επηρεάζει την ποιότητα του ύπνου τους και συνεπώς την ψυχοσωματική τους υγεία.
Ο κύκλος ύπνου-αφύπνισης του οργανισμού μας, γνωστός και ως κιρκάδιος ρυθμός, παίζει εξέχοντα ρόλο στη διατήρηση της υγείας. Ένας «καλός» ύπνος συμβάλλει σημαντικά στην παγίωση της μνήμης και της μάθησης, στην καλή λειτουργία του νευρικού και του ανοσοποιητικού συστήματος, ευνοεί την κυτταρική ανάπτυξη και επιδιόρθωση καθώς και τη σταθερότητα της διάθεσης. Η έλλειψη ύπνου επηρεάζει σχεδόν όλες τις σωματικές λειτουργίες και η παρατεταμένη ανεπάρκεια ύπνου μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση, καρδιαγγειακά προβλήματα, διαβήτη, παχυσαρκία, μειωμένη ανοσία κ.λπ.
Όσοι πάσχουν από κατάθλιψη, αϋπνία, άπνοια ύπνου, κακή πέψη ή αντιμετωπίζουν νεφρολογικά και ουρολογικά προβλήματα, μπορεί επίσης να έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από διαταραχές του ύπνου.
Μερικά από τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα από αυτή την περιστασιακή ή μονιμότερη στέρηση ύπνου είναι οι πρωινοί πονοκέφαλοι και οι σωματικοί πόνοι, το μειωμένο επίπεδο προσοχής, ο εκνευρισμός, η ζάλη, η ξηροστομία, το δυνατό ροχαλητό, οι εναλλαγές της διάθεσης, τα συχνά κοινά κρυολογήματα, κ.ά.
Από τα παραπάνω προκύπτει σαφώς η ανάγκη έγκαιρης διάγνωσης και αντιμετώπισης των διαταραχών ύπνου από τον ειδικό, με σκοπό τη διαφύλαξη της υγείας και της λειτουργικότητάς μας.