ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Διαφορές που κυμαίνονται από 6 έως 8 ποσοστιαίες μονάδες ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνουν, σύμφωνα με πληροφορίες, όλες οι κυλιόμενες δημοσκοπήσεις που έχουν στα χέρια τους τα κομματικά επιτελεία.
Με την πόλωση- συσπείρωση να βρίσκεται σε συνεχώς αυξητική πορεία και τα τελικά ποσοστά των κομμάτων να προεξοφλείται ότι θα είναι διαφορετικά από τα καταγραφόμενα στις επίσημες δημοσκοπήσεις.
Από την άλλη, αυτό που απασχολεί εντόνως τα επιφορτισμένα με την ανάλυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών στελέχη, είναι η ανίχνευση-καταγραφή εκείνων των να «δεδομένων που κινδυνεύουν περάσουν κάτω από το ραντάρ», όπως η εκλογική συμπεριφορά των νέων. Η άλλη ηλικιακή ομάδα που δυσκολεύει τα πράγματα, είναι αυτή των «30-44», όπου καταγράφονται «αρκετοί προβληματισμοί και επιφυλάξεις».
Πάντως, όπως λένε έμπειροι κομματικοί «δημοσκόποι», θεωρείται σχεδόν απίθανο ψηφοφόροι που δεν καταγράφονται σωστά (και από δική τους επιλογή) να κινηθούν συντονισμένα και εντελώς διαφορετικά από τον μέσο όρο του εκλογικού σώματος. Δηλαδή, να πέσουν έξω οι έρευνες, κάτι που, ωστόσο, έχει γίνει, πολλές φορές στο εξωτερικό αλλά και στην Ελλάδα, για παράδειγμα στις εκλογές του 2015, όπου οι αναποφάσιστοι δεν συμπεριφέρθηκαν αναλογικά και κινήθηκαν προς την τότε «πηγή» προέλευσής τους, τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μπορεί αυτό το φαινόμενο να επαναληφθεί; «Εκτός πολύ σοβαρού απροόπτου, όχι», τονίζεται. Αντιθέτως, όπως εκτιμάται, «η ΝΔ, φαίνεται να έχει μια μικρή υπεροχή στην «γκρίζα ζώνη» και, εφόσον κινηθεί σωστά και κινητοποιήσει την πλειοψηφία των αναποφάσιστων, ενδεχομένως να πάει και καλύτερα από την τάση που αποτυπώνουν τα μαθηματικά μοντέλα».
Πως θα το καταφέρει αυτό; Αν κινητοποιήσει αυτούς που στις πρώτες εκλογές θέλουν να μείνουν στο σπίτι τους.
Να, λοιπόν, γιατί ο Κυριάκος Μητσοτάκης τονίζει συνεχώς ότι «δεν πρέπει να υπάρξει χαλαρή-χαμένη ψήφος» και επισημάνει πως «δεν θα με ακούσετε να αναφέρομαι σε διπλές εκλογές, παρά μόνο σε εθνικές εκλογές, που πρώτα θα καθορίσουν ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα την επόμενη δύσκολη ημέρα και στη συνέχεια θα ισχυροποιήσει και θα κάνει πιο λειτουργική την επιλογή των Ελλήνων».
Ωστόσο, το πρόβλημα για τη ΝΔ είναι ότι η συντριπτική πλειονότητα αυτών που δηλώνουν αναποφάσιστοι, τονίζουν ότι θα ψηφίσουν με κριτήριο την ακρίβεια, τη διαχείριση του δημόσιου χρήματος και τη «διαφθορά», τον μόνο δείκτη όπου υπερέχει, έστω και με μικρή διαφορά ο κ. Τσίπρας.
Πάντως, καταγράφονται και υψηλά ποσοστά αναποφάσιστων οι οποίοι δηλώνουν ότι θα ψηφίσουν με βάση την εγκληματικότητα, την ασφάλεια και τα ελληνοτουρκικά, πεδία όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπερέχει του Αλέξη Τσίπρα και μάλιστα, με διπλάσια ποσοστά στην μεταξύ τους διαφορά.
Σενάρια συνεργασίας και ποσοστά αυτοδυναμίας
Από την άλλη, στα κομματικά επιτελεία, αναλύονται ήδη, σενάρια αυτοδυναμίας ή και κυβερνήσεων συνεργασίας.
Το πρώτο δεδομένο που αποτυπώνεται είναι η αύξηση του ποσοστού των πολιτών που πλέον, τάσσονται υπέρ μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης, με τα ποσοστά αυτών που προτιμούν μια κυβέρνηση συνεργασίας να παρουσιάζονται μειωμένα σχεδόν κατά 5%.
Αντιστοίχως, μειωμένα κατά περίπου 6%, εμφανίζονται τα ποσοστά αυτών που δηλώνουν αναποφάσιστοι και θα ήθελαν μια κυβέρνηση συνεργασίας, σε αντίθεση με την αύξηση κατά 10% των αναποφάσιστων που τάσσονται υπέρ του να ξαναγίνουν εκλογές.
Στο πλαίσιο αυτό, για την πρώτη Κυριακή και τις εκλογές με απλή αναλογική, με βάση τα δημοσκοπικά δεδομένα και την αναγωγή τους σε έδρες, υπό την προϋπόθεση ότι μένει εκτός ο κ. Βαρουφάκης και το κόμμα Κασιδιάρη, άρα η Βουλή είναι πεντακομματική (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Ελληνική Λύση) κυβέρνηση σχηματίζουν η ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ- πράγμα που θεωρείται απίθανο- και η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ.
Με δεδομένη την άρνηση του ΚΚΕ, δεν μπορεί να σχηματιστεί «προοδευτική» κυβέρνηση συνεργασίας, διότι απλώς …τα «κουκιά» δεν φτάνουν.
Αλλά, ούτε συγκυβέρνηση ΝΔ- Βελόπουλου, διότι, εκτός από την άρνηση Μητσοτάκη να συνεργαστεί με την Ελληνική Λύση, και σε αυτή την περίπτωση, δεν βγαίνουν τα «κουκιά».
Περίπου ίδια είναι η εικόνα και για το σενάριο κατά το οποίο ο Γιάνης Βαρουφάκης εισέρχεται στη Βουλή, η οποία γίνεται εξακομματική.
Και σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Ενώ, και πάλι, με δεδομένη την άρνηση του Περισσού, δεν μπορεί να σχηματιστεί «προοδευτική» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜεΡΑ 25.
Σε επτακομματική Βουλή (με Βαρουφάκη και Κασιδιάρη εντός-πράγμα σχεδόν απίθανο με δεδομένη την επικείμενη απαγόρευση εισόδου στο Κοινοβούλιο του νεοναζιστικού μορφώματος σε οποιαδήποτε μορφή- και πάλι μπορεί να υπάρξει κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, αλλά και πάλι, δεν μπορεί να υπάρξει «προοδευτική» κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ-ΜεΡΑ25, για τους ίδιους λόγους.
Στη πιθανή δεύτερη Κυριακή και την κάλπη με ενισχυμένη αναλογική, με τους Βαρουφάκη –Κασιδιάρη να μένουν εκτός Βουλής, εφόσον προκύψουν τα ποσοστά που καταγράφονται σήμερα στις δημοσκοπήσεις, προκύπτει πεντακομματική Βουλή και η ΝΔ φτάνει τις 151 έδρες.
Αυτό οδηγεί στην βάσιμη πιθανότητα ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αν και σχηματίζει κυβέρνηση, δεν θα ακολουθήσει το «μοντέλο» του αείμνηστου πατρός του, καθώς τα πολιτικά μαθήματα από το τι ακολούθησε τότε, θεωρούνται δεδομένα.
Στο σενάριο αυτό και πάλι σχηματίζεται κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Εδώ, βεβαίως, επανέρχεται το στοιχείο σύμφωνα με το οποίο εξαιτίας της πόλωσης- συσπείρωσης, που βρίσκονται σε συνεχώς αυξητική πορεία, τα τελικά ποσοστά των κομμάτων θα είναι διαφορετικά από τα καταγραφόμενα στις επίσημες δημοσκοπήσεις.
Άρα, η ΝΔ πιθανολογείται ότι στις δεύτερες εκλογές θα εξασφαλίσει περισσότερες έδρες – με μόνο 1% περισσότερο από αυτό που σήμερα καταγράφεται, εξασφαλίζει περί τις 3 έδρες επιπλέον με 2% ,6 περισσότερες κλπ-και, ως εκ τούτου, θα μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη Κυβέρνηση.
Και την δεύτερη Κυριακή, με τον Βαρουφάκη ή τον Κασιδιάρη εντός, δηλαδή εξακομματική Βουλή, και πάλι η ΝΔ δεν φτάνει στις πολυπόθητες 151 έδρες και κυβέρνηση σχηματίζει μόνο με το ΠΑΣΟΚ. Ενώ, και πάλι δεν σχηματίζεται «προοδευτική κυβέρνηση».
Συμπέρασμα. Η πόλωση στο δρόμο για τις εκλογές, κυρίως στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στις δύο κάλπες- αν αυτό υπάρξει- θα είναι ακραία.
Διότι, αποτελεί τον καταλύτη για τη συσπείρωση των κομμάτων, άρα και για την αυτοδυναμία. Και η πόλωση αυτή θα συνθλίψει εκλογικά τα μεσαία και τα μικρά κόμματα, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη στρατηγική Ανδρουλάκη.
Διαβάστε επίσης:
Μητσοτάκης για καλλιτέχνες: Ανώτατη δημόσια σχολή παραστατικών τεχνών έως το 2025