ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Μουσείο Ακρόπολης για δέκα χρόνια και μάλιστα με έναρξη του ιστορικού γεγονότος από τις αρχές του 2023!
Αυτό διαβλέπει, σύμφωνα με τις πληροφορίες του, το έγκριτο The Art Newspaper, παρακολουθώντας τις ταχύτατες, και πάντως αντικρουόμενες ως ένα βαθμό εξελίξεις, αναφορικά με τις συζητήσεις για τον επαναπατρισμό των Γλυπτών. Κατά πόσο ευσταθεί αυτό, μένει να αποδειχθεί.
Όπως όμως αναφέρει το δημοσίευμα «Μετά από περισσότερα από 200 χρόνια στο Βρετανικό Μουσείο, τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ενδέχεται να επιστρέψουν σύντομα στην Ελλάδα, μια κίνηση που θα έλυνε μία από τις μακροχρόνιες διαφωνίες παγκοσμίως στον τομέα των μουσείων». Κάνοντας επίσης λόγο και για τη συνάντηση, που είχε στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον πρόεδρο του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Όσμπορν.
Γεγονός είναι εξάλλου, ότι μετά την αναφορά του κ. Μητσοτάκη στα Γλυπτά, κατά την εκδήλωση του Ελληνικού Παρατηρητηρίου στο London School of Economics, ότι «μπορεί να βρεθεί μια win-win λύση, που θα οδηγήσει στην επανένωση των Γλυπτών και παράλληλα θα λαμβάνει υπ’ όψη τις ανησυχίες που έχει το Βρετανικό Μουσείο», τα διεθνή μέσα και όχι μόνον τα βρετανικά, προβάλλουν καθημερινώς το θέμα με δημοσιεύματά τους.
Οι μυστικές διαπραγματεύσεις ωστόσο, όπως είναι αυτές που αναφέρεται ότι διεξάγονται, έχουν έναν αποχρώντα λόγο για να αποκαλούνται «μυστικές», δεδομένου ότι η αποκάλυψή τους μπορεί να έχει και αρνητικά αποτελέσματα. Εν προκειμένω, και καθώς η επανένωση των Γλυπτών είναι ένα εθνικό θέμα για την Ελλάδα, δηλώσεις, υποθέσεις, «διαβεβαιώσεις» έχουν προκαλέσει τουλάχιστον σύγχυση. Είναι οι ΄Ελληνες που βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο ή οι Βρετανοί που το βλέπουν μισοάδειο;
Οι θεωρίες
«Συνειδητά μιλώ για επανένωση των Γλυπτών και όχι για επιστροφή», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός στην προαναφερόμενη ομιλία του και αυτό είναι ένα στοιχείο, που πρέπει να λαμβάνεται ως σοβαρό προαπαιτούμενο οποιασδήποτε «θεωρίας» διατυπώνεται ένθεν κακείθεν. Πρόκειται άλλωστε για το δυσκολότερο σημείο μιας ενδεχόμενης συμφωνίας με το Βρετανικό Μουσείο, καθώς η κυριότητα των Γλυπτών του Παρθενώνα δεν παραχωρείται από το ελληνικό κράτος στους Βρετανούς ενώ το αντίστοιχο συμβαίνει και από τη μεριά τους, αφού ισχυρίζονται ότι νομίμως τα κατέχουν.
Η δημιουργία «παραρτήματος» εξάλλου, του Βρετανικού Μουσείου μέσα στο Μουσείο Ακρόπολης, μια παλιά ιδέα που είχε διατυπωθεί το 2009 από τον Ευάγγελο Βενιζέλο, ο οποίος έχει διατελέσει δύο φορές υπουργός Πολιτισμού, είχε απορριφθεί και τότε, ενώ στις τωρινές διαπραγματεύσεις δεν έχει τεθεί καν, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα. Ο κ. Βενιζέλος είχε προσπαθήσει επανειλημμένα να δώσει ώθηση στο θέμα, προτείνοντας ήδη από το 2002 και εν όψει της ολοκλήρωσης του νέου Μουσείου Ακρόπολης τον «δανεισμό» των Γλυπτών, κάτι που επίσης είχε απορριφθεί, δεδομένου ότι έτσι θα αναγνωριζόταν η κυριότητα του Βρετανικού Μουσείου.
Εκείνο που παραμένει ωστόσο από τις προτάσεις του ως δίκαιο «αντάλλαγμα» της απώλειας των Γλυπτών για το Βρετανικό Μουσείο είναι η πραγματοποίηση εκθέσεων με ελληνικές αρχαιότητες πρώτης γραμμής. Μία υπόσχεση, που δίνει στη βρετανική πλευρά και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε κάθε συζήτηση για το θέμα.
Η βρετανική νομοθεσία
Γεγονός είναι, ότι από την εποχή, που η Μελίνα Μερκούρη έθεσε για πρώτη φορά το αίτημα της επιστροφής των Γλυπτών το 1983, πολλά έχουν αλλάξει τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Βρετανία ενώ η διεκδίκησή τους έχει λάβει διάφορες μορφές. Όπως η διερεύνηση της νομικής οδού, χάρις στην οποία είχε βρεθεί στην Αθήνα και η Αμάλ Αλαμουντίν, δίνοντας και μία γκλάμουρ διάσταση στο αίτημα. Η πάγια ωστόσο θέση της Βρετανίας -ώσπου να ανεγερθεί στο Μουσείο Ακρόπολης έλεγαν και ότι δεν θα έχουμε, πού να τα βάλουμε- είναι η διελκυστίνδα μεταξύ της βρετανικής κυβέρνησης και του Βρετανικού Μουσείου: Η μεν κυβέρνηση δηλώνει αναρμόδια και παραπέμπει στο μουσείο ενώ το δεύτερο επικαλείται την κυβέρνηση και τους νόμους για ένα τόσο σημαντικό θέμα.
Συγκεκριμένα πρόκειται για τον γνωστό νόμο του 1963 σύμφωνα με τον οποίο απαγορεύεται στο Βρετανικό Μουσείο να μεταβιβάζει ή να πουλάει έργα του, ει μη μόνον υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Παρ΄ότι όμως, ο νόμος αυτός ξεπηδά σε κάθε συζήτηση σαν …λαγός από το τσεπάκι ως ατράνταχτο επιχείρημα, η βρετανική κυβέρνηση δέχεται πιέσεις από μεγάλα μουσεία της για την αναθεώρηση ή κατάργησή του. Κάτι, το οποίο, προφανώς και δεν είναι δύσκολο, αν λυθούν όλα τα άλλα θέματα μιας συμφωνίας.
Τροποποίηση νόμου
Μόλις το φθινόπωρο εξάλλου, τροποποιήθηκε ο βρετανικός νόμος σχετικά με τις φιλανθρωπικές οργανώσεις (Charity Act 2011) στις οποίες περιλαμβάνονται και τα μουσεία. Σύμφωνα με τον νέο νόμο οι δωρεές, που μπορεί να κάνουν τα μουσεία, λόγω «ηθικής υποχρέωσης» δεν είναι μόνον χρηματικές αλλά και σε αντικείμενα. Η διαδικασία είναι αυστηρή βέβαια και την τελική απόφαση λαμβάνει η Επιτροπή Φιλανθρωπίας, πάντα κάνοντας μια ηθική αξιολόγηση. Για παράδειγμα αν είναι ανήθικη η απομάκρυνση ενός αρχαίου από τον τόπο προέλευσής του. Το Βρετανικό Συμβούλιο των Τεχνών μάλιστα έδωσε οδηγίες επί του προκειμένου, σύμφωνα με τις οποίες για την ικανοποίηση του αιτήματος επιστροφής αρχαιοτήτων πρέπει να εξετάζεται η σημασία του αντικειμένου για τον αιτούντα, πώς αυτό απομακρύνθηκε από το χώρο του, ποια ήταν η δραστηριοποίηση του μουσείου σχετικά με αυτό και η ποια θέση του αιτούντος. Και όπως είναι προφανές το ελληνικό αίτημα πληροί όλες τις προϋποθέσεις.
Να σημειωθεί, ότι με βάση αυτόν τον τροποποιημένο πλέον νόμο η Βρετανική Επιτροπή Φιλανθρωπίας ενέκρινε ήδη την επιστροφή στη Νιγηρία των «Μπρούτζινων του Μπενίν» από το Κολέγιο Jesus του Κέιμπριτζ και το Μουσείο Horniman της Βρετανίας. Πρόκειται για ανάγλυφα και γλυπτά του 13ου ως τον 16ο αιώνα, που είχαν δημιουργηθεί για να κοσμήσουν τα ανάκτορα του βασιλείου του Μπενίν στη Νιγηρία αλλά λεηλατήθηκαν το 1897 από τον βρετανικό στρατό, που είχε εισβάλλει στη χώρα. Τα περισσότερα από αυτά πάντως βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο, το οποίο δέχεται πιέσεις και από αυτήν την κατεύθυνση.
Η ανακαίνιση του Βρετανικού Μουσείου
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η παράμετρος της ανακαίνισης του Βρετανικού Μουσείου και ιδιαιτέρως των αιθουσών, όπου εκτίθενται οι ελληνικές αρχαιότητες, δηλαδή τα Γλυπτά του Παρθενώνα αλλά και οι ασσυριακές. Οι φωτογραφίες με τις οροφές που στάζουν από τα νερά της βροχής, τα πλαστικά που στρώνονται μέσα στις αίθουσες για να προστατέψουν τα αρχαία και τις υποδομές που καταρρέουν έχουν κάνει το γύρο του κόσμου τους τελευταίους μήνες, αν και το πρόβλημα είναι πολύ παλαιότερο. Ήδη ο Τζορτζ Όσμπορν μιλάει για έναν πλήρη εκσυγχρονισμό της υποδομής του Βρετανικού Μουσείου με το Rosetta Project, όπως αποκαλείται το σχέδιό του.
Ο ίδιος όμως, θα πρέπει να αναζητήσει και το θηριώδες ποσόν του 1,14 δισεκατομμυρίου ευρώ, που υπολογίζεται, ότι θα απαιτηθεί για το σύνολο των εργασιών, αλλά αυτό που αφορά την Ελλάδα είναι το μέλλον των Γλυπτών σ’ αυτήν την περίπτωση. Ως «απάντηση» λοιπόν στο ερώτημα έρχεται δημοσίευμα των «Τάιμς» του Λονδίνου, σύμφωνα με το οποίο είναι πιθανή η αποστολή των Γλυπτών στην Αθήνα, όταν αρχίσει αυτό το πρόγραμμα, μέσα στο 2023!
Στο ίδιο δημοσίευμα όμως, υπάρχει και ένα άλλο ερώτημα, που προφανώς απασχολεί κάποιους στη Βρετανία: Αν δανειστούν θα τα έδιναν πίσω οι ΄Ελληνες; «Η απάντηση ίσως κρύβεται σε εκείνο το 10% της συμφωνίας, που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη», αναφέρουν οι «Τάιμς».
Οι αντιδράσεις
Όσον αφορά το Βρετανικό Μουσείο μετά τη δημοσιότητα που πήρε το θέμα είναι αρκετά επιφυλακτικό: «Θέλουμε μια συνεργασία με την Ελλάδα για τον Παρθενώνα», όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή του «ωστόσο ενεργούμε στο πλαίσιο του νόμου και δεν θα διαλύσουμε τη μεγάλη συλλογή μας που αφηγείται μια μοναδική ιστορία για την ανθρωπότητα». Και η βρετανική κυβέρνηση από τη μεριά της απέκλεισε μια αλλαγή του νόμου του ΄63 αλλά ο εκπρόσωπος της Ντάουνινγκ Στριτ σημείωσε επίσης, ότι «δουλειά του μουσείου και των διαχειριστών του είναι οι αποφάσεις σχετικά με τη φροντίδα και τη διαχείριση των συλλογών».
Και από ελληνικής πλευράς ωστόσο έγινε μία προσπάθεια να πέσουν οι διθυραμβικοί τόνοι, κυρίως στα Μέσα Ενημέρωσης, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γιάννη Οικονόμου να δηλώνει πως «Η βασική μας επιδίωξη είναι η επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η κυβέρνησή μας από την αρχή της θητείας της έκανε και κάνει συζητήσεις με την βρετανική πλευρά. Οι συζητήσεις είναι σε προκαταρκτικό στάδιο και απέχουμε πολύ από το να έχουμε ανακοινώσεις ή συμφωνίες».
Οι συμφωνίες αυτές άλλωστε, θα πρέπει να απαντούν σε δύσκολα προβλήματα με πρώτο και κυριότερο το ιδιοκτησιακό καθεστώς των Γλυπτών εφ΄όσον επιστρέψουν στην Αθήνα. Ο χρόνος παραμονής τους είναι ένα ακόμη ζήτημα -για πάντα ή για κάποια χρόνια;- αλλά και η πιθανότητα να έρθει μόνον ένα μέρος τους… Τέλος, όσον αφορά τα ανταλλάγματα, η Ελλάδα κατέχει εκπληκτικές αρχαιότητες, άρα δεν γεννάται θέμα. Εκτός και αν απαιτηθούν έργα, που θεωρούνται ως «αμετακίνητα», δηλαδή είναι τόσο σπουδαία ή τόσο εύθραυστα ώστε να μην επιτρέπεται η μετακίνησή τους σε άλλο χώρο.
Σε κάθε περίπτωση μπορεί η ελληνική κυβέρνηση να επιθυμεί μία γρήγορη και επωφελή για την Ελλάδα λύση στο θέμα των Γλυπτών, δεν συμβαίνει όμως το ίδιο και από την απέναντι πλευρά, που μπορεί να κωλυσιεργεί, όπως κάνει άλλωστε τόσα χρόνια, όσο θέλει.
Διαβάστε επίσης:
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Fitch: Επιβεβαίωσε το BBB- της Ελλάδας, διατήρησε σταθερές τις προοπτικές – Βλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2025
- Γιατί ο Καραμανλής έκλεισε την συζήτηση για την προεδρία της Δημοκρατίας – Στήριξε τον Σαμαρά
- Πραγματική φοβέρα ή προετοιμασία για ανακωχή;
- Χρηματιστήριο: Repricing των τραπεζών, αγορές σε μετοχές με μερισματική απόδοση φέρνει η πτώση των επιτοκίων κατά 0,50% από την ΕΚΤ