Η Διαρκής Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής των Ελλήνων συνεδρίασε για να εξετάσει το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/2235 – Κύρωση Πρόσθετης Πράξης στο Νέο Συνυποσχετικό μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Ναυτιλιακής Κοινότητας και φορολογικές ρυθμίσεις για τη ναυτιλία – Επείγουσες φορολογικές και τελωνειακές ρυθμίσεις – Θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων και του Δικτύου Κρατικών Ενισχύσεων – Μισθολογικές ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις».

Εισηγητές ήταν οι βουλευτές Κωνσταντίνος Κοντογεώργος και Σουλτάνα Ελευθεριάδου.

1

Ωστόσο, σε παρέμβαση της η Ελληνική Ένωση Πλοιοκτητών Ρυμουλκών, Ναυαγοσωστικών, Αντιρρυπαντικών Πλοίων Υπεράκτιων Εγκαταστάσεων προέβαλε ένσταση για την «πρόθεση της κυβέρνησης να δημιουργήσει δύο κατηγορίες πλοιοκτητών, τους ευνοούμενους και εκείνους της β΄ κατηγορίας».

Οι Ελληνική Ένωση Πλοιοκτητών επισημαίνει ότι η κυβέρνηση απαιτεί από τα μέλη της «να πληρώσουν τέλος ανάλογο με την ιπποδύναμη και φόρο επί των μερισμάτων με ποσοστό που μάλιστα δεν προσδιορίζει σαφώς, ενώ για τους πλοιοκτήτες της ποντοπόρου ναυτιλίας η φορολογία είναι σαφώς προσδιορισμένη στο 5% του όποιου ποσού αποφασίσουν να εισαγάγουν στην Ελλάδα οι πλοιοκτήτες. Αντίθετα στους μικρούς πλοιοκτήτες το αφήνει ανοιχτό να πάει κατά τις γενικές διατάξεις όπως αυτές θα ισχύουν στο μέλλον (σημείο 12β στη σελίδα 28 του σχεδίου νόμου)».

Επίσης, οι πλοιοκτήτες των Ρυμουλκών και Ναυαγοσωστικών, τονίζουν: «Η κυβέρνηση καταργεί την ισχύουσα νομοθεσία η οποία, ορθώς και δικαίως, έκρινε ότι οι διάφορες κατηγορίες πλοίων και οι ιδιοκτήτες των πλοίων έπρεπε να τυγχάνουν της ίδιας φορολογικής αντιμετώπισης και της ίδιας μεταχείρισης, λαμβάνοντας υπόψη ότι η συμβολή όλων των κατηγοριών πλοίων στην ανάπτυξη της ελληνικής ναυτιλίας και στη διατήρηση της δυναμικής της ελληνικής ναυτοσύνης είναι ίδια, η δε διαφοροποίηση του φόρου να προέρχεται από το μέγεθος των πλοίων που κάθε ιδιοκτήτης διαθέτει και αξιοποιεί».

Υπογραμμίζει επίσης ότι η κυβέρνηση «αγνοεί τη συνεισφορά των ρυμουλκών και ναυαγοσωστικών πλοίων στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών λιμένων και δεν αντιλαμβάνεται ότι τα ελληνικά λιμάνια θα γίνουν λιγότερο ανταγωνιστικά σε σχέση με άλλα γειτονικών χωρών και ειδικότερα της Τουρκίας, διακυβεύοντας ταυτόχρονα την ασφαλή ναυσιπλοΐα στις θάλασσες και τα λιμάνια μας και δεν κατανοεί πως η συγκεκριμένη άδικη φορολογική μεταχείριση θα οδηγήσει στη μετακύλιση του κόστους στα εξυπηρετούμενα πλοία και σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα που σχετίζεται με τις θαλάσσιες μεταφορές, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τον ‘Έλληνα πολίτη αλλά και την εθνική οικονομία, μεσούσης μιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης».

Διαβάστε επίσης:

Στα ύψη οι ναύλοι μεταφοράς ρωσικού πετρελαίου εν όψει των κυρώσεων της ΕΕ

Χρηματοδότηση 22,5 εκατ. δολαρίων εξασφάλισε η Castor Maritime του Πέτρου Παναγιωτίδη