Ο οισοφάγος Barrett είναι μια παθολογική αλλαγή στο βλεννογόνο του οισοφάγου που προκαλείται από χρόνια γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ).

Είναι γνωστό πως η χρόνια ΓΟΠ προκαλεί αλλοιώσεις που οδηγούν σε φλεγμονή, νέκρωση και απόπτωση του βλεννογόνου του οισοφάγου, ο οποίος στη φάση της επούλωσης διαφοροποιείται σε εντερικό βλεννογόνο, που είναι πιο ανθεκτικός στα όξινα υγρά του στομάχου.

1

«Η αντικατάσταση του φυσιολογικού βλεννογόνου του οισοφάγου, από βλεννογόνο που μοιάζει με αυτό του λεπτού εντέρου ονομάζεται οισοφάγος Barrett ή “εντερική μετάπλαση” και αποτελεί προκαρκινικό στάδιο.

Σε περίπτωση που αυτό δεν αντιμετωπιστεί, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εξελιχθεί σε αδενοκαρκίνωμα», επισημαίνει η κ. Ελένη Καραφώκα – Μαύρου, Χειρουργός, Διευθύντρια Β’ Κλινικής Ρομποτικής Χειρουργικής και Χειρουργικής Ογκολογίας Metropolitan General.

Γιατί είναι σημαντική η διάγνωση και παρακολούθηση του οισοφάγου Barrett;

Ποσοστό 10 – 15% των ασθενών με ΓΟΠ εμφανίζουν οισοφάγο Barrett και από αυτούς, το 10% θα αναπτύξουν καρκίνο στον οισοφάγο. Με άλλα λόγια ασθενείς με οισοφάγο Barrett έχουν διπλάσια πιθανότητα από το γενικό πληθυσμό να αναπτύξουν οισοφαγικό καρκίνο.

Το γεγονός αυτό κάνει ιδιαίτερα επιτακτική την ανάγκη, να αντιμετωπισθεί η παλινδρομική νόσος χειρουργικά (θολοπλαστική κατά Nissen) πριν την εμφάνιση εντερικής μετάπλασης (Barrett), αλλά και την ανάγκη για πολύ στενή παρακολούθηση ασθενών με οισοφάγο Barrett, με στόχο την πρώιμη και έγκαιρη ανίχνευση της εμφάνισης καρκίνου.

Πώς γίνεται η διάγνωση;

«Η διάγνωση γίνεται με οισοφαγοσκόπηση και τεκμηριώνεται με τη λήψη βιοψιών και την παθολογοανατομική εξέτασή τους. Στο ενδοσκόπιο, η νόσος δίνει μία πολύ χαρακτηριστική εικόνα, την οποία αναγνωρίζει εύκολα ένας έμπειρος ενδοσκόπος. Με τη λήψη πολλαπλών βιοψιών αναγνωρίζεται η παρουσία “εντερικής μετάπλασης” που βάζει και τη διάγνωση, αλλά και “κυτταρικής ατυπίας” που θεωρείται προ-καρκινική κατάσταση.

Στην περίπτωση αυτή, ανάλογα με τη βαρύτητα της ατυπίας, ο ασθενής θα παραπεμφθεί για χειρουργική αντιμετώπιση (οισοφαγεκτομή) ή θα μπει σε πρωτόκολλο στενής παρακολούθησης ανά εξάμηνο ή ανά τρίμηνο.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι, η παρουσία οισοφάγου Barrett αποτελεί απόλυτη ένδειξη για χειρουργική αντιμετώπιση της παλινδρομικής νόσου, με σκοπό να απομακρυνθεί το ερέθισμα, ωστόσο η εντερική μετάπλαση σπάνια υποχωρεί από μόνη της», εξηγεί η ιατρός.

Θεραπεία

Προς το παρόν δεν υπάρχουν φάρμακα για την αναστροφή του οισοφάγου Barrett. Ωστόσο, αν αντιμετωπιστεί η υποκείμενη παλινδρόμηση, μπορεί να καθυστερήσει η εξέλιξη της νόσου.

Σε προχωρημένο στάδιο και ακολουθώντας συγκεκριμένα ενδοσκοπικά κριτήρια, ο οισοφάγος Barrett μπορεί να αντιμετωπισθεί ενδοσκοπικά, με ελεγχόμενη τοπική εφαρμογή ραδιοσυχνότητων (HALO ablation). Η διαδικασία αυτή στοχεύει μόνο την επιφανειακή στοιβάδα του οισοφάγου στην περιοχή που αναγνωρίζεται η εντερική μετάπλαση και την καταστρέφει. Η θεραπεία αποδίδει σε συνδυασμό με ταυτόχρονη θεραπεία για την παλινδρόμηση.

Η οριστική θεραπεία της ΓΟΠ είναι μόνο η χειρουργική αντιμετώπιση. Η επέμβαση που γίνεται ονομάζεται θολοπλαστική κατά Nissen. Σε αυτή την επέμβαση το πάνω μέρος του στομάχου, που ονομάζεται θόλος, τυλίγεται γύρω από το κάτω τμήμα του οισοφάγου σαν ένα σωσίβιο, δημιουργώντας μία ζώνη ψηλής πίεσης που πιέζει τον οισοφάγο από έξω. Στόχος είναι να δημιουργηθεί μία βαλβίδα εξωτερικής πίεσης, η οποία εμποδίζει την παλινδρόμηση. Η επέμβαση γίνεται πλέον μόνο ρομποτικά ή λαπαροσκοπικά και σε έμπειρα χέρια έχει εξαιρετικά αποτελέσματα.

Το χειρουργείο γίνεται με ολική νάρκωση. Το χειρουργικό ρομπότ προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα σε σύγκριση με την απλή λαπαροσκοπική μέθοδο. Η όραση είναι τρισδιάστατη και με πολύ μεγάλη μεγέθυνση. Δεν υπάρχει αιμορραγία εφόσον αναγνωρίζονται και αντιμετωπίζονται ανάλογα ακόμα και τα πολύ μικρά αγγεία.

«Ο ασθενής μετά από αυτό δεν χρειάζεται μετάγγιση, δεν πονάει, κινητοποιείται πάρα πολύ γρήγορα, αποφεύγοντας με αυτό τον τρόπο θρομβώσεις και λοιμώξεις του αναπνευστικού και όχι μόνο. Επίσης, μπαίνει στο νοσοκομείο την ημέρα που γίνεται το χειρουργείο.

Την επομένη του χειρουργείου γίνεται ένας ακτινολογικός έλεγχος, για να βεβαιωθούμε ότι όλα είναι όπως πρέπει. Την ίδια μέρα (και για μία περίπου εβδομάδα) σιτίζεται με πολτώδεις – υδαρείς τροφές και το απόγευμα μπορεί να πάει σπίτι του.

Με την εφαρμογή των ελάχιστα επεμβατικών τεχνικών (ρομποτική και λαπαροσκοπική), η βαρύτητα του χειρουργείου, σε σύγκριση με παλαιότερες εποχές που γίνονταν με μία μεγάλη τομή, έχει μειωθεί και οι επιπτώσεις στον ασθενή έχουν σχεδόν μηδενιστεί. Η αποτελεσματικότητα της μεθόδου είναι δοκιμασμένη. Ο ασθενής μετά το χειρουργείο επιστρέφει στην κανονική του ζωή χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», καταλήγει η κ. Καραφώκα – Μαύρου.

Ελένη Καραφώκα – Μαύρου, Χειρουργός, Διευθύντρια Β’ Κλινικής Ρομποτικής Χειρουργικής και Χειρουργικής Ογκολογίας Metropolitan General