Ο Dixit Joshi δεν θα ξεχάσει την πρώτη του μέρα ως οικονομικός διευθυντής της Credit Suisse. Ωστόσο, αυτή η εμπειρία δεν ήταν πρωτόγνωρη για το πρώην κορυφαίο στέλεχος της Deutsche Bank.

Η μετοχή του ελβετικού τραπεζικού κολοσσού σημείωσε βουτιά 12% και υποχώρησε σε ιστορικό χαμηλό τη Δευτέρα μετά από ένα Σαββατοκύριακο σεναρίων και εικασιών στο Twitter σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, προτού ανακτήσει σχεδόν όλες τις απώλειες αργότερα μέσα στην ημέρα.

1

Τα βίαια σκαμπανεβάσματα της μετοχής αποτυπώνουν τη δυσκολία της Credit Suisse να διαχειριστεί την εύθραυστη εμπιστοσύνη των επενδυτών, καθώς σπεύδει να καταστρώσει ένα σχέδιο ανάκαμψης για την επενδυτική της τράπεζα, η οποία βρίσκεται υπό πίεση από πέρυσι που υπέστη τεράστιες απώλειες από την υπόθεση της Archegos Capital Management. Το τίμημα που πρέπει να πληρώσουν οι επενδυτές για να διασφαλίσουν το χρέος της τράπεζας έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ, με αποτέλεσμα ορισμένοι να επιστρέψουν στις οδυνηρές  μέρες του 2008, αναφέρει το Bloomberg.

Στην πραγματικότητα, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι η καλύτερη σύγκριση είναι αυτή με την Deutsche Bank το 2016 και το 2017 – μια εποχή που ο Joshi έδωσε τη δική του απάντηση στην κρίση που ξέσπασε από την εκτόξευση των CDS της γερμανικής τράπεζας. Η Morgan Stanley βίωσε μία παρόμοια κατάσταση το 2011. Και οι δύο επιβίωσαν από τη δοκιμασία.

«Δεν πρόκειται για ένα νέο 2008», αναφέρει ο Andrew Coombs της Citigroup.

Περιορισμένες επιλογές

Παρόλα αυτή, η αρχικά πανικόβλητη αντίδραση των αγορών στα αυξημένα κόστη των CDS της Credit Suisse δείχνουν ότι οι επιλογές της ελβετικής τράπεζας έχουν επιδεινωθεί ενόψει της έκτακτης αναθεώρηση στρατηγικής στις 27 Οκτωβρίου, η οποία αναμένεται να περιλαμβάνει έναν μεγάλης κλίμακας περιορισμό της επενδυτικής τραπεζικής.

Οι επενδυτές ανησυχούν για το πώς θα μπορέσει η τράπεζα να καλύψει το κόστος ενός τέτοιου σχεδίου -που πολλοί αναλυτές τοποθετούν στα 4 δισ. δολάρια- και τι θα σημάνει αυτό για τον δείκτη βασικών κεφαλαίων της που βρίσκεται στο 13,5%, ιδίως σε μια περίοδο που η επενδυτική τράπεζα έχει υποστεί μεγάλες ζημίες. Με τις μετοχές της στο ναδίρ μετά την πτώση άνω του 95% από τα υψηλά τους, η τράπεζα ελπίζει να συγκεντρώσει μετρητά μέσω εκποιήσεων αντί για μια εξαιρετικά περιοριστική έκδοση δικαιωμάτων όπως αυτή στην οποία κατέληξε η Deutsche Bank.

“Εάν μία από τις επιλογές περιλαμβάνει αύξηση κεφαλαίου, είναι πάντα δύσκολο για μια μετοχή να παραμείνει σταθερή όταν το ποσό της πιθανής έκδοσης και απομείωσης είναι άγνωστο”, δήλωσε η Alison Williams, τραπεζική αναλύτρια στο Bloomberg Intelligence. “Οι δύσκολες συνθήκες στις αγορές αυξάνει την ανυπομονησία”.

Μια πώληση της ομάδας των δομημένων προϊόντων της Credit Suisse, έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον πιθανών αγοραστών, όπως η BNP Paribas και η Apollo Global Management, ωστόσο υπάρχει σκεπτικισμός σχετικά με το πόσο εύκολο θα είναι να πουληθούν τέτοια περιουσιακά στοιχεία — ή να εξασφαλιστούν καλές τιμές – όταν τα αυξανόμενα επιτόκια τα έχουν θέσει υπό πίεση. Το ευρύτερο πλαίσιο για την επενδυτική τραπεζική δεν είναι καθόλου πιο ρόδινο: το BI εκτιμά ότι οι προμήθειες στις ΗΠΑ πιθανόν να έχουν μειωθεί κατά 50% ή και περισσότερο το τρίτο τρίμηνο.

«Αν είχαν αρχίσει να αναδιαρθρώνονται πριν από ένα ή δύο χρόνια, τότε θα ήταν ευκολότερο να πουλήσουν, καθώς υπήρχε μεγαλύτερη ζήτηση για περιουσιακά στοιχεία υψηλού ρίσκου», δηλώνει ο Andreas Venditti, τραπεζικός αναλυτής στη Vontobel. Η εταιρεία στάθηκε διπλά άτυχη καθώς έχει στραφεί προς τις δραστηριότητες επενδυτικής τράπεζας που δυσκολεύονται αυτή τη στιγμή, συμπεριλαμβανομένης της μονάδας δανείων με μόχλευση.

Σύμφωνα με τον Venditti,  το πρόβλημα για τον Διευθύνοντα Σύμβουλο Ulrich Koerner και τον πρόεδρο Axel Lehmann – το ελβετικό δίδυμο που είναι επιφορτισμένο με το σχεδιασμό ενός εφαρμόσιμου σχεδίου αναδιάρθρωσης – είναι ότι οι διστακτικοί μέτοχοι θα αντιδράσουν άσχημα εάν οι δυο τους δεν λάβουν ριζικά μέτρα για να συρρικνωθεί η επενδυτική τράπεζα. Αυτό μπορεί να τους αφήσει ελάχιστες εναλλακτικές εκτός του να ξεκινήσουν μια δαπανηρή αναδιάρθρωση.

Η πώληση της μονάδας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων – η οποία υπέστη επίσης πλήγμα στη φήμη της από την κατάρρευση της Greensill Capital – είναι ένας άλλος πιθανός παράγοντας προσπορισμού χρήματος. Διαφορετικά, οι Koerner και Lehmann θα μπορούσαν να θυμηθούν την ιδέα του πρώην διευθύνοντος συμβούλου Tidjane Thiam και να επιδιώξουν μια αρχική δημόσια προσφορά της εγχώριας ελβετικής τράπεζας, η οποία έχει κρατηθεί σχετικά καλά, καθώς άλλα τμήματα της Credit Suisse έχουν πληγεί από σκάνδαλα και από το χάος στις αγορές. Αυτό, ωστόσο, θα ήταν δύσκολη επιλογή σε μια γενικά όχι καλή στιγμή για τις IPO.

Μια επιλογή θα ήταν να γίνει νωρίτερα η δημοσίευση της αναθεώρησης στρατηγικής, αντί η διοίκηση να αναμείνει άλλες τρεις εβδομάδες αναταραχής στο χρηματιστήριο. Ο αναλυτής της JPMorgan, Kian Abouhossein, εκτίμησε ότι η τράπεζα θα μπορούσε να προχωρήσει σε μια ανακοίνωση για την κεφαλαιακή της θέση στο τρίτο τρίμηνο προκειμένου να υποστηρίξει το μήνυμα του σαββατοκύριακου προς τους επενδυτές ότι ο ισολογισμός της παραμένει σταθερός.

Η εμπειρία της Deutsche Bank και της Morgan Stanley μπορεί να είναι διδακτική. Η κρίση που ξέσπασε στη γερμανική τράπεζα το 2016 πυροδοτήθηκε εν μέρει από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ που ζήτησε 14 δισεκατομμύρια δολάρια για να διευθετήσει μια έρευνα για τίτλους που καλύπτονταν από στεγαστικά δάνεια. Ακόμη και αφού η τράπεζα κατέληξε τελικά σε συμφωνία για περίπου το μισό από αυτό το ποσό, οι ανησυχίες δεν αμβλύνθηκαν παρά μόνο όταν συγκέντρωσε 8 δισεκατομμύρια ευρώ φρέσκων κεφαλαίων το επόμενο έτος.

Η Morgan Stanley αντιμετώπισε τη δική της κρίση από τις φήμες της αγοράς το 2011, όταν οι επίμονες φημολογίες ότι βρισκόταν σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένη στο ασταθές ευρωπαϊκό χρέος, επιβάρυνε τις μετοχές και τα ομόλογά της. Ο μεγαλύτερος μέτοχος της τράπεζας την στήριξε δημόσια, αλλά χρειάστηκαν μήνες για να πέσει η τιμή των CDS, καθώς οι απειλούμενες ζημίες δεν έγιναν ποτέ πραγματικότητα.

Διαβάστε ακόμη:

Credit Suisse: Τα CDS που εκτοξεύτηκαν, η βουτιά της μετοχής και οι viral πλατφόρμες στοιχημάτων

Credit Suisse: Εφοπλιστές και μεγάλες επιχειρήσεις σηκώνουν τα λεφτά τους από τη ελβετική τράπεζα- Πανικός από τα CDS