«Το κράτος αποδεικνύει καθημερινά πως “νοιάζεται” περισσότερο για τα δικαιώματα συγκεκριμένης μερίδας πολιτών, αγνοώντας επιδεικτικά την πραγματικότητα που αναγκάζει τις νεότερες γενιές να πληρώσουν το λογαριασμό» σημειώνει μεταξύ άλλων ο κ. Κυρανάκης, ενώ μεταξύ άλλων τονίζει την ανάγκη να δοθούν φορολογικά κίνητρα για τις εταιρίες που προσλαμβάνουν νέους ανέργους.
Αναλυτικά το άρθρο του κ. Κυρανάκη έχει ως εξής:
«Πολλές φορές σε αυτή τη χώρα ακόμα και το αυτονόητο αρνούμαστε να το δεχτούμε. Αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα χωρίς να βλέπουμε τι δημιουργεί το πρόβλημα. Λέμε όχι ή ναι σε μέτρα που έρχονται από έξω αδυνατώντας να βάλουμε στην ατζέντα δικές μας προτάσεις.
Ένα από τα “καυτά” ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει και να λύσει άμεσα το πολιτικό προσωπικό, είναι το ασφαλιστικό και το εργασιακό. Κανείς δυστυχώς δεν έχει μπει έως τώρα στον κόπο να εξηγήσει πως δεν πρόκειται για δύο διαφορετικά πράγματα και αυτή είναι μια ακόμη τεράστια ασθένεια του πολιτικού συστήματος. Έχουμε δυο ξεχωριστά νομοσχέδια για ένα πράγμα που θα έπρεπε να είναι το ίδιο.
Τα ασφαλιστικά ταμεία της χώρας δεν έφτασαν ξαφνικά, ούτε αναίτια στο σημερινό αδιέξοδο. Όλο αυτό που ζούμε σήμερα είναι αποτέλεσμα της αρρωστημένης λογικής του παρελθόντος (και σε ένα βαθμό και του παρόντος), που επέτρεψε ή και ώθησε τους 500.000 συμπολίτες μας στην επιλογή να αποσυρθούν από τον εργασιακό στίβο πριν την ώρα τους.
Μισό εκατομμύριο Έλληνες είναι αυτή τη στιγμή συνταξιούχοι ηλικίας κάτω των 65 ετών, με τους περισσότερους από αυτούς να έχουν κατοχυρώσει τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα από τα 55 ή ακόμη και τα 50. Ογδόντα χιλιάδες (80.000) Έλληνες κάτω 55 ετών λαμβάνουν σήμερα σύνταξη με μέσο όρο αποδοχών κοντά στα 1200 ευρώ το μήνα. Αντιλαμβάνεται κανείς, βεβαίως, πως όταν ένας εργαζόμενος αποσύρεται από αυτή την ηλικία, δεν έχει καλύψει μέσω των εισφορών ούτε ένα μέρος από το εφάπαξ και τη σύνταξη που θα λάβει μελλοντικά.
Για άλλη μια φορά προσπαθούμε να λύσουμε ένα πρόβλημα, δημιουργώντας ένα ακόμη μεγαλύτερο. Και χωρίς καν να λύνουμε το προηγούμενο.
Η μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων υπήρξε -και σωστά- στόχος των τελευταίων κυβερνήσεων, ωστόσο τα τελευταία χρόνια γινόμαστε μάρτυρες ενός νέου φαινομένου: οι υποχρεώσεις του κράτους προς τους δημοσίους υπαλλήλους μετατρέπονται εν μία νυκτί σε υποχρεώσεις προς συνταξιούχους. Πολλοί συμπολίτες μας προσπαθούν με κάθε τρόπο να προλάβουν τα τελευταία χρόνια το “τρένο” της απόσυρσης, φοβούμενοι πως εάν παραμείνουν στη δουλειά τους, το συνταξιοδοτικό τους μέλλον είναι αβέβαιο.
Την ίδια στιγμή, το κράτος αποδεικνύει καθημερινά πως “νοιάζεται” περισσότερο για τα δικαιώματα συγκεκριμένης μερίδας πολιτών, αγνοώντας επιδεικτικά την πραγματικότητα που αναγκάζει τις νεότερες γενιές να πληρώσουν το λογαριασμό. Σήμερα η Ελλάδα έχει 3,6 εκατομμύρια απασχολούμενους, 1,1 εκατομμύρια ανέργους και 3,2 εκατομμύρια ανενεργού πληθυσμού. Από αυτούς που έχουν δουλειά, περίπου μισό εκατομμύριο πληρώνονται με λιγότερα από 338 ευρώ, ποσό μικρότερο και από το επίδομα ανεργίας.
Η ανάγκη για λήψη πρωτοβουλιών από πλευράς της Πολιτείας είναι άμεση, καθώς είναι δεδομένο πως δεν υπάρχει άλλος χρόνος για χάσιμο. Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι μια έρευνα για το προφίλ των ανέργων. Για τις ικανότητες, τις γνώσεις, όλα τα προσόντα τους. Η αντιστοίχηση τους με τα προγράμματα μετεκπαίδευσης είναι απαραίτητη ώστε να διοχετευτούν αυτοί οι άνθρωποι στην αγορά, αφού οι δεξιότητες τους είναι όχι απλά χρήσιμες, αλλά απαραίτητες.
Πρέπει να δώσουμε φορολογικά κίνητρα για τις εταιρίες που προσλαμβάνουν νέους ανέργους, που είναι και τα μεγαλύτερα θύματα του εργασιακού χάους που επικρατεί στην Ελλάδα. Το συγκεκριμένο μέτρο μπορεί να εφαρμοστεί με φοροελαφρύνσεις που θα αντιστοιχούν στο ετήσιο ποσό του επιδόματος ανεργίας ή των κοινωνικών εισφορών ή άλλων φόρων που συνδέονται με την εργασία.
Ένα ακόμη βασικό εμπόδιο για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας είναι η τεράστια γραφειοκρατία που καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη τόσο τη σύσταση, όσο και τη λειτουργία μιας νέας επιχείρησης. Είναι αναγκαία η πλήρης εφαρμογή ηλεκτρονικών δομών για τη σύσταση και τις τακτικές πληρωμές, καθώς και τη δημιουργία ενός μοναδικού φορέα που θα συγκεντρώνει όλες τις διαδικασίες. Μια τέτοια πολιτική θα αυξήσει την παραγωγικότητα, θα μειώσει το κόστος και θα επιτρέψει σε κάθε μικρή επιχείρηση να δημιουργήσει έστω μια ακόμη θέση εργασίας.
Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες δε δουλεύουν τέλεια στο σύνολό τους, ωστόσο στους τομείς που λειτουργούν σωστά, καλό θα είναι να παίρνουμε παραδείγματα. Γερμανία και Αυστρία είναι τα μέλη της Ε.Ε. με το μικρότερο ποσοστό ανεργίας νέων και γι’ αυτό το επίτευγμα έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο η υποχρεωτική ένταξη των επαγγελματικών δεξιοτήτων μέσω εργασιακής εμπειρίας στο πτυχίο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η αναντιστοιχία πτυχιούχων και σημερινών αναγκών της αγοράς είναι προφανής, αφού σήμερα υπάρχουν στην Ελλάδα πάνω από 2 εκατομμύρια θέσεις εργασίας για τις οποίες δυστυχώς δεν έχουν βρεθεί οι κατάλληλοι υποψήφιοι».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Κωνσταντίνος Κυρανάκης : Έλληνας ο ισχυρότερος της λίστας του Forbes
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Fitch: Επιβεβαίωσε το BBB- της Ελλάδας, διατήρησε σταθερές τις προοπτικές – Βλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2025
- Γιατί ο Καραμανλής έκλεισε την συζήτηση για την προεδρία της Δημοκρατίας – Στήριξε τον Σαμαρά
- Πραγματική φοβέρα ή προετοιμασία για ανακωχή;
- Χρηματιστήριο: Repricing των τραπεζών, αγορές σε μετοχές με μερισματική απόδοση φέρνει η πτώση των επιτοκίων κατά 0,50% από την ΕΚΤ