Η ένταση του οποίου, πιθανότατα δεν έχει τιμολογηθεί ακόμη με την έως τώρα υποχώρηση των τιμών.

Ουσιαστικά η ιδιότυπη λιακάδα στην ελληνική αγορά κράτησε 32 συνεδριάσεις. Από τις 6 Ιουλίου έως και τις 19 Αυγούστου. Διάστημα κατά το οποίο ο Γενικός Δείκτης άρχισε να απομακρύνεται από τα εφετινά χαμηλά των 779,20 μονάδων και να φτάνει μέχρι τις 899,16 μονάδες, αποκομίζοντας βραχυπρόθεσμα κέρδη 15,4%.

Την ίδια περίοδο ο κλαδικός δείκτης των τραπεζών, οι οποίες αποτελούν το βαρόμετρο της αγοράς, ενισχύθηκε κατά 33,1%. Κίνηση μέσω της οποίας αποσβέστηκαν οι μεγάλες ζημιές από την αρχή του έτους, που είχαν φτάσει έως και το 22,3%.

Το θερινό ριμπάουντ του χρηματιστηρίου ήταν χαμηλού κόστους, καθώς η μέση ημερήσια, συναλλακτική δραστηριότητα των 60 μετοχών του Γενικού Δείκτη διαμορφώθηκε στα 50,4 εκατ. ευρώ.

Όμως τα συγκριτικά καλά νέα είχαν ημερομηνία λήξεως, αφού στις 9 τελευταίες χρηματιστηριακές συνεδριάσεις, ο βασικός και πιο αναγνωρίσιμος δείκτης της αγοράς, έχει χάσει το 6,2% της αξίας του. Κλείνοντας χθες στις 843,17 μονάδες. Και με τη μέση αξία των συναλλαγών σε αυτόν τον πτωτικό κύκλο να είναι στα 58,2 εκατ. ευρώ για τις δεικτοβαρείς μετοχές.

Για τον κλαδικό δείκτη των τραπεζών, η οπισθοχώρηση μεταφράζεται σε απώλειες 8,4%.

Όπως όλα δείχνουν το χωρίς επενδυτική ικμάδα χρηματιστήριο, δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να προσελκύσει διεθνή κεφάλαια, ούτε και να συντηρήσει βιώσιμες προσδοκίες σοβαρής ανάταξης των τιμών. Ειδικά μάλιστα όταν διεθνώς η ψυχολογία είναι αρνητική, με τις αγορές και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού να υποφέρουν.

Διαχειριστές χαρτοφυλακίων επισημαίνουν ότι αν και διεθνώς υπάρχει υπερβάλλουσα ρευστότητα, εν τούτοις αυτή δεν έχει αποδέκτη τις χρηματιστηριακές αγορές. Διότι οι φόβοι μιας μεγάλης βουτιάς, υπερνικούν τις όποιες βλέψεις για υπεραξίες.

«Εκρηκτικό κοκτέιλ» για τις μετοχές

Το όλο σκηνικό δείχνει να είναι γκρίζο, τουλάχιστον από εκείνους που κάνουν λόγο για «ένα εκρηκτικό κοκτέιλ» αβεβαιοτήτων και εξόχως προβληματικών καταστάσεων. Ενεργειακή κρίση, με σαφώς εντονότερη επίπτωση στην Ευρώπη, αλλά και επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων για να τιθασευτεί η έξαρση του πληθωρισμού, φέρνουν όλο και πιο κοντά το ζοφερό ενδεχόμενο της ύφεσης.

Κάτω από αυτό το πρίσμα θεώρησης των εξελίξεων, η χωρίς βάθος και μη ανεπτυγμένη ελληνική αγορά δεν είναι σε θέση να προσδοκά επενδυτικά κεφάλαια από διεθνή χαρτοφυλάκια. Με συνέπεια να άγεται και να φέρεται από τις συγκυρίες, που αν επιδεινωθούν στο διεθνοποιημένο περιβάλλον των αγορών, μπορεί να οδηγήσουν τις ελληνικές μετοχές, σε νέα χαμηλά έτους.

Ορισμένοι από τους εμπειρότερους παράγοντες της αγοράς, λένε ότι μόνο από τη στιγμή που η χώρα θα ανακτήσει επενδυτική βαθμίδα, μπορεί να υπάρξει μια σημαντική ροή κεφαλαίων στον αθηναϊκό «ναό» του χρήματος.

Πλέον στις εκτιμήσεις των αναλυτών για την ελληνική πραγματικότητα έχει μπει και ο παράγοντας πολιτικό ρίσκο, με τη χώρα να έχει μπει σε μια πολύμηνη προεκλογική περίοδο και την κυβέρνηση εμφανώς να μην πατάει καλά στα πόδια της. Άνθρωποι της αγοράς θεωρούν ότι κατά μία έννοια όλα αυτά είναι «συμβατά» με τον κύκλο φθοράς που μαστίζει τις ελληνικές κυβερνήσεις και κορυφώνεται κατά κανόνα μετά από μια πενταετία διακυβέρνησης.

Στην προκειμένη περίπτωση τα φαινόμενα μοιάζουν πρόδρομα, αλλά παρά ταύτα ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την απαιτούμενη εμπειρία  να διαχειριστεί τα μελλούμενα και να είναι ξανά πρωθυπουργός. Άποψη που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο συμμερίζεται και η επιχειρηματική κοινότητα, ως κυρίαρχο σενάριο των επερχόμενων εκλογών. Σε τουλάχιστον δύο φάσεις, λόγω του εκλογικού νόμου που βάζει δύσκολα για την αυτοδυναμία.

Ούτως ή άλλως ένα εύληπτο δείγμα γραφής των μελλοντικών προθέσεων της κυβέρνησης θα δοθεί άμεσα από το βήμα της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης.

Οι άμυνες και τα ισχυρά μεγέθη επιλεγμένων εταιρειών

Οι περισσότερο αισιόδοξοι διαβλέπουν ότι ο ενεργειακός χειμώνας θα βρει την Ελλάδα με περισσότερες άμυνες από άλλες χώρες της Ευρώπης, ανεξάρτητα από την όποια στρατηγική χαράξει η Κομισιόν για την αντιμετώπιση της κρίσης. Επίσης η αισιόδοξη ανάγνωση των εξελίξεων, θέλει την ελληνική οικονομία να αναπτύσσεται εφέτος με μεγαλύτερους ρυθμούς από ότι πιστεύεται, απόρροια των ισχυρών εσόδων από τον τουρισμό.

Στο καθαρά επιχειρηματικό πεδίο των εισηγμένων εταιρειών, τα μεγέθη του πρώτου εφετινού εξαμήνου, ήταν εξαιρετικά για σειρά εταιρειών όπως είναι ο ΟΠΑΠ , η Motor Oil, τα ΕΛΠΕ αλλά και η Mytilineos. Που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν υψηλότερες αποτιμήσεις, αν δεν υπήρχε η «στενότητα» στη ροή επενδυτικών κεφαλαίων στο ελληνικό χρηματιστήριο.

Και τούτο γιατί σε περιβάλλον αδύναμων οικονομιών, μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών και αύξησης των επιτοκίων, το ρίσκο των μετοχών φαντάζει αυξημένο σε σχέση με άλλες αποδόσεις, όπως είναι αυτές των ομολόγων.

Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα σαφώς και δεν είναι ευνοϊκή για το ελληνικό χρηματιστήριο, ενώ στο «μέτωπο» των κυοφορούμενων deals η εικόνα είναι διττή. Όσα είναι σε προχωρημένες συζητήσεις, όπως αυτό της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής, θα προχωρήσουν. Ζήτημα φαίνεται να υπάρχει για νέες κινήσεις προς την ίδια κατεύθυνση, αν δεν ξεκαθαρίσει το διεθνές σκηνικό.

Στις τράπεζες, η αποσυμπίεση από το μεγάλο όγκο των «κόκκινων» δανείων έχει επέλθει, όπως επίσης και η βελτίωση του οικονομικού τους υπόβαθρου. Ωστόσο ελλοχεύει ο κίνδυνος εμφάνισης και νέων προβληματικών χορηγήσεων, μεσούσης της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης του πληθωρισμού, που είναι αδύνατον να καλυφθεί με ισοϋψείς μισθολογικές αυξήσεις.

Κινητικότητα με φόντο την τράπεζα Κύπρου

Παρά τη διάχυτη αβεβαιότητα η κινητικότητα στις τράπεζες δεν θα σταματήσει. Και ίσως μια πρώτη «γεύση» θα δοθεί με φόντο τις επικείμενες εξελίξεις στην τράπεζα Κύπρου. Όπου είναι πολύ πιθανό να υπάρξει ενδιαφέρον από ελληνικής πλευράς. Κι αν αυτό συμβεί με μία τράπεζα, μπορεί στη «μάχη» της διεκδίκησης να πυκνώσουν οι μνηστήρες.

Τα τρέχοντα επίπεδα αποτιμήσεων των ελληνικών τραπεζών, κάθε άλλο παρά απαγορευτικά θεωρούνται για μακροπρόθεσμου, στρατηγικού χαρακτήρα τοποθετήσεις. Όπως αυτή των Ολλανδών της Reggeborgh (με επικεφαλής τον Χένρι Χόλτερμαν) που αύξησε τη μετοχική παρουσία του στην Alpha Bank. Και ενδεχομένως να την αυξήσει περαιτέρω στο εγγύς μέλλον.

Κάτι ανάλογο μπορεί να γίνει από ενδιαφερόμενους επενδυτές τόσο στην Εθνική, όσο και στην Πειραιώς, όπου το ΤΧΣ διατηρεί τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής. Η Eurobank έχει τη στήριξη του βασικού μετόχου ( Πρεμ Γουάτσα) ενώ με ενδιαφέρον αναμένονται τα νέα δείγματα γραφής, μετά από την ΑΜΚ της Attica Bank, το διοικητικό πηδάλιο της οποίας αναλαμβάνει η εξαιρετικά έμπειρη Ελένη Βρεττού.

Κατά τα άλλα στον ευρύτερο ενεργειακό τομέα η κινητικότητα θεωρείται δεδομένη, με τη ΔΕΗ να εξακολουθεί να παραμένει ένα αναπάντητο ερωτηματικό στη χρηματιστηριακή αγορά.

Πέραν τούτων, στην παρούσα φάση η υψηλότερη ζήτηση από την πλευρά των ξένων επενδυτικών κεφαλαίων αφορά τα ξενοδοχεία. Για τα οποία οι εντολές αγορών στην κυριολεξία πέφτουν βροχή, μετά από την άκρως επιτυχημένη εφετινή σεζόν.

Για την πορεία πάντως του χρηματιστήριου, η βασική θεώρηση δεν αναιρείται: Στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα…

Διαβάστε επίσης:

Wall Street: Ποδαρικό στον Σεπτέμβριο με μικτά πρόσημα

Deutsche Bank: To ΧΑ συνέχισε θετικά και τον Αύγουστο – Στενωπός στην Ευρώπη από το φυσικό αέριο

JP Morgan: Μη φοβάστε τη ρητορική των κεντρικών τραπεζών μετά το Jackson Hole