Τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης της FOMC τον περασμένο Ιούλιο, κατά την οποία τα μέλη της επιτροπής διαμόρφωσης της νομισματικής πολιτικής της FED αποφάσισαν μια νέα αύξηση βασικών επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης, δημοσιοποίησε την Τετάρτη η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τα πρακτικά, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Federal Reserve συζήτησαν τους καθοδικούς κινδύνους για την ανάπτυξη του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας η αυστηροποίηση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών «να έχει μεγαλύτερη αρνητική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα από ό,τι αναμενόταν», εκφράζοντας έτσι τον προβληματισμό τους για το αν οι αυξήσεις οδηγήσουν την αμερικανική οικονομία σε ύφεση.

Πολλοί συμμετέχοντες παρατήρησαν, επίσης, ότι, δεδομένης της συνεχώς μεταβαλλόμενης φύσης του οικονομικού περιβάλλοντος και της ύπαρξης μακρών και μεταβλητών καθυστερήσεων στις επιπτώσεις της νομισματικής πολιτικής στην οικονομία, υπήρχε επίσης ο κίνδυνος η FOMC να αυστηροποιήσει τη στάση της πολιτικής περισσότερο από όσο χρειάζεται για την αποκατάσταση της σταθερότητας των τιμών. Αυτοί οι συμμετέχοντες τόνισαν αυτόν τον κίνδυνο υπογραμμίζοντας τη σημασία της εξαρτώμενης από δεδομένα προσέγγισης της Επιτροπής για την εκτίμηση του ρυθμού και του μεγέθους της σύσφιξης πολιτικής τα επόμενα τρίμηνα.

Ωστόσο, η FED βλέπει πως είναι απαραίτητη η συνέχιση της επιθετικής πολιτικής έως την εκπλήρωση του στόχου της μείωσης του πληθωρισμού κοντά στο 2%.

Άλλοι αρνητικοί κίνδυνοι για την αμερικανική οικονομία περιελάμβαναν περισσότερες διαταραχές που σχετίζονται με την πανδημία ή ότι «οι γεωπολιτικές και παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις θα οδηγούσαν σε πρόσθετες δυσμενείς οικονομικές ή χρηματοπιστωτικές διαταραχές».

Η αύξηση των επιτοκίων του Ιουλίου 75 μονάδων βάσης έφερε το ονομαστικό επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων εντός του εύρους των εκτιμήσεων των για το μακροπρόθεσμο ουδέτερο επιτόκιο, «με τον πληθωρισμό αυξημένο και αναμένεται να παραμείνει έτσι βραχυπρόθεσμα». Ωστόσο, ορισμένοι συμμετέχοντες τόνισαν ότι το πραγματικό επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων «πιθανότατα θα εξακολουθεί να είναι κάτω από τα βραχυπρόθεσμα ουδέτερα επίπεδα μετά την αύξηση των επιτοκίων αυτής της συνεδρίασης».

Η συζήτηση της επιτροπής δεν έδειξε σημάδι ότι θα μπορούσε να αρχίσει να μειώνει μεσοπρόθεσμα το εύρος στόχου επιτοκίων των ομοσπονδιακών κεφαλαίων. Πάντως, «ορισμένοι συμμετέχοντες ανέφεραν ότι, όταν το επιτόκιο πολιτικής είχε φτάσει σε ένα αρκετά περιοριστικό επίπεδο, πιθανότατα θα ήταν σκόπιμο να διατηρηθεί αυτό το επίπεδο για κάποιο χρονικό διάστημα για να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός βρισκόταν σταθερά σε τροχιά επιστροφής στο 2%,» αναφέρουν τα πρακτικά.

Η FED ωστόσο άφησε ωστόσο ανοιχτό το ενδεχόμενο μείωσης του ρυθμού αύξησης των επιτοκίων, αν χρειαστεί. Όπως αναφέρει, οι συμμετέχοντες συμφώνησαν ότι ο ρυθμός αύξησης των επιτοκίων πολιτικής και η έκταση της μελλοντικής αυστηροποίησης της πολιτικής θα εξαρτηθεί από τις επιπτώσεις των εισερχόμενων πληροφοριών για τις οικονομικές προοπτικές και τους κινδύνους για τις προοπτικές. Οι συμμετέχοντες έκριναν ότι, καθώς ο προσανατολισμός της νομισματικής πολιτικής ενισχύθηκε περαιτέρω, πιθανότατα θα ήταν σκόπιμο κάποια στιγμή να επιβραδυνθεί ο ρυθμός των αυξήσεων των επιτοκίων πολιτικής, ενώ θα αξιολογηθούν οι επιπτώσεις των σωρευτικών προσαρμογών της πολιτικής στην οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό.

Κατά τη συζήτηση των οικονομικών συνθηκών, τα μέλη του FOMC παρατήρησαν ότι ορισμένες καταναλωτικές δαπάνες, η παραγωγική και η στεγαστική δραστηριότητα είχαν αμβλυνθεί από την προηγούμενη συνάντησή τους. Ωστόσο, οι θέσεις εργασίας παρέμειναν ισχυρές και το ποσοστό ανεργίας παρέμεινε χαμηλό.

Οι αξιωματούχοι της Fed αναμένουν ότι το πραγματικό ΑΕΠ των ΗΠΑ θα αυξηθεί το δεύτερο εξάμηνο του έτους, «αλλά πολλοί περίμεναν ότι η ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας θα ήταν με ρυθμό χαμηλότερο από την τάση» λόγω των αυστηρότερων χρηματοπιστωτικών συνθηκών.

Η επόμενη συνεδρίαση της FOMC είναι προγραμματισμένη για τις 20-21 Σεπτεμβρίου.