Αν και ταπεινής καταγωγής, την οποία πρόβαλλε σε κάθε περίσταση –ίσως το μόνο κοινό της με τα λαϊκά στρώματα, τα οποία ισοπέδωσε _η Θάτσερ έχανε εκείνο το μακρινό 1990 την εξουσία. Ανεπιστρεπτί. Στο «Crown» όλα αυτά, αλλά και στη ζωή έτσι έγινε. Οι ιστορίες προδοσίας δεν έχουν ποτέ καλό τέλος.
Είναι άγνωστο, αν και ο Μπόρις Τζόνσον, που αποχωρεί με τον ίδιο τρόπο, ύστερα από συνολική σχεδόν, απαίτηση των υπουργών του, θα γίνει κάποτε σήριαλ. ΄Εχει όλα τα προσόντα όμως.
Μηδαμινή αξιοπιστία, ανεξέλεγκτη ψευδολογία και υποκρισία, πλήρη απουσία αυτοέλεγχου και αυτοκριτικής και άλλα ωραία τέτοια. Έναν συνδυασμό, που μπορεί να οδηγήσει στην κορυφή αλλά και στα τάρταρα.
Από την άλλη όμως, ποιοι είμαστε εμείς, που θα κρίνουμε το ποιόν του βρετανού πολιτικού, όταν έχουμε πλείστα όσα παραδείγματα μπροστά στα πόδια μας. Και πώς θα κοροϊδέψουμε τους Άγγλους, που τους έπεισε ο Μπόρις, ότι πρέπει να βγουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση για να σωθούν, πράγμα βεβαίως που δεν επιτεύχθηκε. Ή όταν, παίρνοντας γραμμή από τον πέραν του Ατλαντικού, συνάδελφό του Τραμπ διαβεβαίωνε τους πολίτες της χώρας του, ότι ο κορωνοϊός είναι μια απλή γρίπη. Ώσπου κινδύνεψε να πεθάνει κι ο ίδιος για ν΄αλλάξει γνώμη. Με ποιο θράσος δηλαδή, θα κριτικάρουμε και θα χλευάσουμε τον «γελοίο» Τζόνσον, όταν στην αυλή μας επικρατεί συνωστισμός;
Γιατί αν μια φορά μπορεί να είναι κινηματογραφικός και τηλεοπτικός «ήρωας» ο Μπόρις Τζόνσον, τι να πουν οι δικοί μας. Σκάνδαλα εκείνος, σκάνδαλα κι εμείς. Ψέματα εκείνος, το αυτό και εμείς. Υλικό άπειρο με ιστορίες χωρίς τελειωμό έχουμε στη διάθεσή μας από τη σύγχρονη Ελλάδα.
Δραματικούς ήρωες, που σαν άλλοι Άμλετ βρέθηκαν μπροστά στο δίλημμα «δραχμή ή ευρώ», για να αποφασίσουν το πρώτο αλλά να μείνουν στο δεύτερο. (Ευτυχώς). Αγέρωχους ηγέτες που έβγαιναν με το χέρι απλωμένο σε Ανατολή και Δύση. Επαναστάτες της δεκάρας, με την ουρά κάτω απ΄ τα σκέλια στα ζόρικα. Πολιτικούς που έκαναν επιστήμη την εξαπάτηση και την παραπλάνηση. Αριστερούς που δέχθηκαν ξεδιάντροπα να κυβερνήσουν με ακροδεξιούς, ενώνοντας τον κοινό λαϊκισμό τους, για να μη χάσουν την εξουσία. Και κυρίως, λόγω όλων αυτών εμπαίκτες της χώρας, των πολιτών και της ιστορίας.
Στην Αμερική, την συντηρητική και καπιταλιστική Αμερική κάτι τέτοια δεν τ΄ αφήνει ο κινηματογράφος να πάνε χαμένα. Και …περιέργως τους το επιτρέπουν. Γιατί το γερό στόρι είναι το παν. Κι όταν υπάρχουν και τα πρόσωπα δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Ίντριγκες, μίση, πάθη, ανατροπές, διασπάσεις, άγριο σασπένς και τρόμο, όλα τα ζήσαμε. Δεν είναι κρίμα να πάνε χαμένα;
Να μη μάθει όλος ο κόσμος για τα έργα και ημέρες του Τσίπρα, του Παππά, του Καμμένου, του Κοτζιά, του Πολάκη, του Λαφαζάνη (όσο έμεινε), που έσπρωχναν όλοι μαζί τη χώρα στο γκρεμό, λες κι είχαν βάλει στοίχημα. Να μην γνωρίσουν κι άλλοι, προσωπικότητες σαν τη Θεανώ με τα γεμιστά της και την Τασία με τους πρόσφυγες της Ομόνοιας… Μη εξαιρουμένων και των υπολοίπων βέβαια. Και να μην πληροφορηθούν εν τέλει, μια και καλή όλοι, ότι εκείνο το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς ήταν ένα αδειανό πουκάμισο που το πέταξαν στα σκουπίδια…