Με βαρύτατες απώλειες, σε νέα χαμηλά έτους, έκλεισαν την Πέμπτη οι βασικοί δείκτες της Wall Street, με τον Dow Jones να υποχωρεί κάτω από τις 30.000 μονάδες για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο του 2021, καθώς ο προβληματισμός για τα αποτελέσματα των κινήσεων των κεντρικών τραπεζών πάνω στην παγκόσμια οικονομία επανήλθε στο προσκήνιο.

Ο Dow Jones, ειδικότερα, έκλεισε στις 29.927,07 μονάδες με πτώση 741,46 μονάδων ή  -2,42%. Στο -3,25% και τις  3,666.77 μονάδες έκλεισε ο  S&P 500, ενώ ο  Nasdaq ολοκλήρωσε την ημέρα επιστρέφοντας στις 10.646,10 μονάδες με βουτιά -4,08%

Πλέον ο S&P 500 και ο Nasdaq, οι οποίοι  βρίσκονται και οι δύο σε bear market, διευρύνουν την πτώση  τους από τα ιστορικά υψηλά τους περίπου στο 24% και 34% αντίστοιχα. Ο Dow, εν τω μεταξύ, είναι περίπου 19% κάτω από το ιστορικό υψηλό του στις 5 Ιανουαρίου.

Η αγορά της Νέας Υόρκης είχε αντιδράσει θετικά την Τετάρτη στο άκουσμα τόσο της είδησης της αύξησης των βασικών επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσεις από τη FED, όσο και στην πρόθεση της Ομοσπονδιακής τράπεζας να επαναλάβει μια παρόμοια κίνηση τον επόμενο μήνα. Και αυτό καθώς η αγορά εκτίμησε πως η FED δείχνει αποφασιστικότητα στην προσπάθειά της να καταπολεμήσει τον υψηλό πληθωρισμό με μια σημαντική εμπροσθοβαρής κίνηση.

Ωστόσο, οι κινήσεις τόσο από την Τράπεζα της Αγγλίας όσο και από αυτή της Ελβετίας να προχωρήσουν σε αυξήσεις επιτοκίων, κατά 25 και 50 μονάδες βάσης αντίστοιχα, επανέφερε έντονο προβληματισμό στην αγορά, καθώς το αντίτιμο για μια τέτοια μαζική «επίθεση» κατά του πληθωρισμού μπορεί να είναι μεγάλο στην ρευστότητα και την παγκόσμια ανάπτυξη. Μάλιστα, η JP Morgan θεωρεί πως το ποσοστό πιθανότητας ύφεσης στην Ευρώπη είναι 80%.

«Η αγορά πήρε αυτό που επιθυμούσε, αλλά ίσως η αύξηση 0,75% στα επιτόκια σε μία αποδυναμωμένη οικονομία δεν είναι η καλύτερη ιδέα», ανέφερε ο Peter Tchir, επικεφαλής μακροστρατηγικής της Academy Securities.

«Παρά τη διαβεβαίωση, δεν μου είναι σαφές εάν η Fed έχει τα εργαλεία που λένε για να μειώσει τις τιμές», ανέφερε ο Jason Brady, σύμβουλος της Thornburg Investment Management.

Οι επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων από τη Fed και την Τράπεζα της Αγγλίας έχουν κάνει το ενδεχόμενο της ύφεσης σίγουρο πλέον και για τις δύο χώρες», ανέφεραν οι αναλυτές της Liberum Capital.

«Τα καλά νέα είναι ότι ενώ η ύφεση μπορεί να έρθει σύντομα, στο τέλος του τρέχοντος έτους, είναι πιθανό να πρόκειται για μία τακτική κυκλική επιβράδυνση που θα διαρκέσει περίπου έξι μήνες. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτές πρέπει να επικεντρωθούν όλο και περισσότερο στις αμυντικές μετοχές προς το παρόν, όμως το τέλος της ύφεσης θα φέρει μία νέα ανοδική αγορά το 2023».

Το άσχημο κλίμα στη Wall Street ενισχύθηκε από μια σειρά στοιχείων που  έδειξαν περαιτέρω δραματική επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας στις ΗΠΑ. Οι ενάρξεις κατοικιών  μειώθηκαν κατά 14% τον Μάιο, πολύ μεγαλύτερη από την πτώση 2,6% που ανέμεναν οι οικονομολόγοι, ενώ ο Δείκτης Μεταποίησης της Philadelphia Fed τον Ιούνιο κινήθηκε στο -3,3,  την πρώτη του συρρίκνωση από τον Μάιο του 2020.

Πολλές μετοχές βρέθηκαν την Πέμπτη σε νέα χαμηλά έτους, εν μέσω των αυξανόμενων φόβων για ύφεση, ενώ ιδιαίτερα πτωτικά κινήθηκαν οι μετοχές της τεχνολογίας, του ταξιδιού, της κατανάλωσης και της ενέργειας. Ούτε ένας κλάδος δεν κατάφερε να κινηθεί σε θετικό έδαφος.

Από τις μετοχές του Dow Jones, μόλις 4 κατάφεραν να κλείσουν ανοδικά, με την σημαντικότερη άνοδο να σημειώνει η Walmart (1,04%). Η  Procter & Gamble έκλεισε στο +0,62%, η  Merck στο  +0,35% και η  Johnson & Johnson στο +0,05%.  Στον αντίποδα, τις μεγαλύτερες πιέσεις δέχθηκαν οι μετοχές των American Express, Nike, Caterpillar, Chevron και Salesforce, οι οποίες έκλεισαν με απώλειες άνω του 5%.

Από τις τεχνολογικές μετοχές άνω του 3% ήταν η πτώση για τις Amazon, Apple και Netflix, ενώ η  Tesla και η Nvidia σημείωσαν πτώση άνω του 8% και 6%, αντίστοιχα.

Η United Airlines  και η Delta Airlines σημείωσαν πτώση 7% έκαστη, ενώ οι μετοχές των εταιρειών κρουαζιέρας Carnival, Norwegian Cruise Line και Royal Caribbean υποχώρησαν κατά 10%.