Πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και νέα «κόκκινα» δάνεια φέρνει η νέα κρίση σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.

Στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που δόθηκε χθες στην δημοσιότητα σημειώνεται χαρακτηριστικά πως: καθίσταται σαφές ότι για το 2022, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών θα δεχθεί προκλήσεις λόγω της απόσυρσης των περισσότερων δημοσιονομικών μέτρων στήριξης, των πληθωριστικών πιέσεων και των γεωπολιτικών εξελίξεων που προκαλούν αβεβαιότητα στις καταναλωτικές και επενδυτικές αποφάσεις.

1

Και επισημαίνει ότι οι τράπεζες θα πρέπει να εστιάσουν στην επίτευξη του στόχου για περαιτέρω μείωση του δείκτη «κόκκινων» δανείων, ο οποίος συνεχίζει να είναι πολλαπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου που διαμορφώνεται στο 2%.

Ο λόγο των ΜΕΔ προς το σύνολο των δανείων στο τέλος του 2021 διαμορφώθηκε σε 12,8%, από 30,1% στο τέλος του 2020, αντανακλώντας την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην προσπάθεια εξυγίανσης του πιστωτικού συστήματος, σημειώνει η Εκθεση, επισημαίνοντας ότι ήδη δύο σημαντικές τράπεζες ( Eurobank Εθνική) έχουν πετύχει τον επιχειρησιακό στόχο μονοψήφιου ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων και αναμένεται να επιτευχθεί μονοψήφιο ποσοστό για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος μέχρι το τέλος του 2022. Όμως τονίζει η ΤτΕ «οι προσπάθειες αποκλιμάκωσης του υφιστάμενου αποθέματος χρειάζεται να εντατικοποιηθούν περαιτέρω, ιδίως υπό το πρίσμα των προκλήσεων που αναδεικνύονται.

»Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία με την ενεργειακή κρίση που έχει πυροδοτήσει, έχει επιδράσει καθοριστικά αυξάνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις και επηρεάζοντας αρνητικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων. Συνεπώς, με δεδομένη την αβεβαιότητα που περιβάλλει την εξέλιξη του πολέμου, αλλά και την απόσυρση των εναπομεινάντων μέτρων στήριξης των δανειοληπτών για την προστασία από την πανδημία εντός του 2022, η οποία μπορεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά των πιστούχων, καθίσταται σαφές ότι δεν αποκλείεται η δημιουργία νέων ΜΕΔ, ιδίως αν η γεωπολιτική κρίση παραταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα ή ακόμη κλιμακωθεί».

Τα στοιχεία της ΤτΕ δείχνουν ότι τα δάνεια σε καθυστέρηση 1 έως 90 ημέρες (πρώιμες ληξιπρόθεσμες οφειλές) μειώθηκαν στα 4 δισ. ευρώ το το 2021 από 7,4 δισ. ευρώ το 2020, και το ποσοστό τους προς το σύνολο των εξυπηρετούμενων δανείων βελτιώθηκε περαιτέρω και διαμορφώθηκε σε 3,2% το 2021, έναντι 6,7% στο τέλος του 2020.

Τα δάνεια τώρα που είναι σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών (χωρίς να συμπεριλαμβάνονται οι καταγγελμένες απαιτήσεις – denounced) ) υποχώρησαν περαιτέρω το 2021 και διαμορφώθηκαν σε 5,7 δισ. ευρώ (31% των ΜΕΔ), από 11 δις ευρώ το 2020.

Ωστόσο, το 70,4% αυτών των ΜΕΔ είναι σε καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους, ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το τέλος του 2020 (67,2%). Το αντίστοιχο ποσοστό καθυστέρησης για τα στεγαστικά δάνεια ανέρχεται σε 53,3%, για τα επιχειρηματικά σε 74,6%, και για τα καταναλωτικά δάνεια διαμορφώνεται σε 65,8%.

Να σημειωθεί επίσης ότι το 63,3% των ΜΕΔ άνω των 90 ημερών δεν έχει ρυθμιστεί, ενώ τα ποσοστά για τα στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 64,7%, 77,6% και 60,8%, αντίστοιχα.

Πέρυσι οι διαγραφές δανείων ανήλθαν σε 1,9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 1,2 δισ. ευρώ αφορούν καταγγελμένες απαιτήσεις, κυρίως επιχειρηματικών δανείων.

Και τα δάνεια που «έσκασαν» ήταν περισσότερα κατά 823 εκατ. ευρώ από τα δάνεια τα «πρασίνισαν» και πάλι.

Διαβάστε επίσης:

Στη δημοσιότητα η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ – Πώς επιδρά το Ουκρανικό στις ελληνικές τράπεζες