Το εξ’ ορισμού επενδυτικό καταφύγιο της ελληνικής κτηματαγοράς φαίνεται ότι θα αποτελέσει από εδώ και στο εξής o κλάδος των γραφείων.

Την επόμενη μέρα της πανδημίας, οι χρήστες επιστρέφουν στα γραφεία, άρα η ζήτηση επανέρχεται δριμεία, φαινόμενο που αυξάνει τα μισθώματα και πιέζει τις αποδόσεις, όπως ανέφερε στο πλαίσιο του 15ου RED Business Forum ο Γιάννης Παρασκευόπουλος της Danos, παρουσιάζοντας στοιχεία της BNP Paribas για το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς.

Σύμφωνα με αυτά, στο επενδυτικό πρόγραμμα των εταιρειών περιλαμβάνεται η ανάπτυξη 240.000 τετραγωνικών μέτρων έως το 2025, εξαιρουμένου του Ελληνικού, όπου έχει ήδη συμφωνηθεί να μετακομίσουν Eurobank και Τράπεζα Πειραιώς σε χώρους περί των 40.000 τ.μ. έκαστη.

Πέρα από την Αθήνα, στο κάδρο μπαίνουν και οι αγορές της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά, όπου αναπτύσσονται κτίρια γραφείων από τη Dimand, την Prodea και άλλους παίκτες.

Ενδεικτικό είναι ότι το 2021 επενδύθηκαν κεφάλαια της τάξης των 200 εκατομμυρίων ευρώ μόνο σε αγορές γραφειακών χώρων. Το γεγονός ότι η ζήτηση για πράσινα projects μεγαλώνει, ανοίγει την ψαλίδα της πρωτογενούς και της δευτερογενούς αγοράς. «Το μεγάλο στοίχημα θα παιχτεί σίγουρα στην αναβάθμιση του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος», τόνισε ο κ. Παρασκευόπουλος.

10 διεθνείς λιανεμπόρους το χρόνο προσελκύει η ελληνική αγορά

Την αίγλη του μετά από μία δεκαετία ύφεσης επαναποκτά και ο κλάδος των εμπορικών ακινήτων, σημείο που δείχνει πως «η ελληνική αγορά πέρασε το τεστ», όπως είπε χαρακτηριστικά η Νίκη Σύμπουρα, επικεφαλής της Cushman & Wakefield Proprius.

Συνολικά, η Ελλάδα διαθέτει 1,7 εκατομμύρια τετραγωνικά εμπορικών καταστημάτων από τα οποία 800.000 τ.μ. αντιστοιχούν σε εμπορικά high streets, όπως η Βουκουρεστίου, 610.000 τ.μ. σε εμπορικά κέντρα, 235.000 τ.μ. σε εμπορικά πάρκα, μεγέθη που είναι μαγνήτης για 10 νέες διεθνείς αλυσίδες, οι οποίες εισέρχονται σε ετήσια βάση στην αγορά, την τελευταία εξαετία.

Μοχλός για την περαιτέρω ανάπτυξη σε αυτό το πεδίο αποτελεί και το Ελληνικό, με τον Οδυσσέα Αθανασίου να έχει δηλώσει επανειλημμένα πως ενδιαφέρον για τα εμπορικά καταστήματα της περιοχής έχει εκδηλώσει ήδη σημαντικός αριθμός διεθνών brands.

Σύμφωνα με την κ. Σύμπουρα, οι νέοι παίκτες σκανάρουν την ελληνική αγορά χάρη στη βελτίωση του οικονομικού περιβάλλοντος και στα νέα έργα που υλοποιούνται. Από την πλευρά τους, οι καταναλωτές επικεντρώνονται στην εμπειρία, η ζήτηση είναι ισχυρή για αυθημερόν παράδοση προϊόντων και οι καινοτομίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη γίνονται πλέον βασικές προϋποθέσεις, όπως σημείωσε.

Γεγονός, πάντως, είναι ότι οι μισθωτές ποντάρουν στην ευελιξία στους όρους μίσθωσης των συμβάσεων.

Έως 700 ευρώ το τετραγωνικό κοστίζει η κατασκευή αποθηκών

Επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης των αξιών βλέπει για την αγορά των logistics ο Γιάννης Ξυλάς, διευθύνων σύμβουλος της Geoaxis. «Πρόκληση για την επόμενη μέρα είναι η εύρεση διαθέσιμης γης που γίνεται όλο και πιο ακριβή, καθώς σήμερα οι αξίες γης αποθηκών στην Αττική έχουν ξεπεράσει τα 200 ευρώ ανά τ.μ.». Επίσης, τα κόστη κατασκευής έχουν ανέλθει, εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, σε 700 ευρώ από 200 ανά τετραγωνικό, ενώ και το ενοίκιο των 2 ευρώ ανά τ.μ. αποτελεί πια παρελθόν. Όπως τόνισε ο κ. Ξυλάς, η επιλογή της θέσης των logistics γίνεται πλέον από τους επενδυτές με κριτήριο πού θα βρεθεί το δυναμικό που θα στελεχώσει τις αποθήκες.

Ουκ εν τω πολλώ το εύ στα ξενοδοχεία

Εξισορρόπηση της ζήτησης στο πεδίο των βραχυχρόνιων μισθώσεων, ύστερα από τον κορεσμό του 2019 παρατηρεί ο Κωνσταντίνος Μαρκογιαννάκης της εκτιμητικής Arbitrage, ο οποίος παρέθεσε στοιχεία της αγοράς των ξενοδοχειακών ακινήτων. Βάσει αυτών, η νέα τάση είναι η ανάπτυξη πολυτελούς προϊόντος, κυρίως στις κατηγορίες τεσσάρων και πέντε αστέρων, ενώ η δυναμικότητα και το μέγεθος των ξενοδοχείων έχουν δώσει τη θέση τους στην τοποθεσία και τις υπηρεσίες που παρέχουν τα καταλύματα.