ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
«Η Αράχνη είναι μια ωδή στη μητέρα μου, που ήταν η καλύτερή μου φίλη. Σαν την αράχνη, η μητέρα μου ήταν υφάντρια. Όπως οι αράχνες ήταν πολύ έξυπνη, πρακτική υπομονετική, λογική, κομψή και χρήσιμη. Οι αράχνες είναι φιλικές παρουσίες που τρώνε τα κουνούπια. Γνωρίζουμε ότι τα κουνούπια μεταδίδουν ασθένειες και ως εκ τούτου είναι ανεπιθύμητα. Έτσι, οι αράχνες είναι βοηθητικές και προστατευτικές, όπως και η μητέρα μου»…
Όταν η Λουίζ Μπουρζουά δημιούργησε το 1999 αυτήν την γιγαντιαία, μεταλλική αράχνη, που έφθασε στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος ήταν 88 χρονών! Η ιδέα ερχόταν από παλιά, ένα μικρό σχέδιο με μελάνι και κάρβουνο, που η μεγάλη γλύπτρια – επίσης ζωγράφος και χαράκτρια – είχε φτιάξει το 1947. Όμως τότε ήταν η ώρα, που η παραγωγική ως το τέλος της ζωής της το 2010 Μπουρζουά, θα δημιουργούσε το έργο, που θα την έκανε διάσημη σ΄όλο τον κόσμο.
Το εμβληματικό «Maman» (από τη γαλλική λέξη για την μητέρα), με ύψος πάνω από δέκα μέτρα ήταν παραγγελία για τα εγκαίνια της Tate Modern του Λονδίνου, τον Μάιο του 2000 και τοποθετήθηκε στο Turbine Hall τον μεγάλο κεντρικό χώρο του μουσείου μαζί με τρεις, ψηλούς ατσάλινους πύργους. Ο τίτλος τους, «I Do, I Undo, I Redo» με αναφορά σε συναισθήματα που έχουν σχέση με την μητρότητα, βασικό θέμα στο έργο της γλύπτριας.
Η δημιουργία του ήταν το αποκορύφωμα μιας σειράς από ατσάλινα γλυπτά αράχνης, σαφώς μικρότερου μεγέθους ενώ ατσάλινη ήταν και η πρώτη «Maman». Στη συνέχεια αναπαρήχθηκε σε έξι ακόμη έργα, που χυτεύθηκαν σε μπρούτζο και χάλυβα, για να ταξιδέψουν και να εκτεθούν σε μεγάλες πόλεις του κόσμου. Η «επίσκεψη» της «Maman» στην Αθήνα γίνεται σε συνεργασία του ΝΕΟΝ με το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, όπου το γλυπτό θα περιμένει το κοινό από τις 31 Μαρτίου και για επτά μήνες. Να σημειωθεί όμως ότι η εικαστική εγκατάσταση πραγματοποιείται χάρη στη νέα δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος προς το ΚΠΙΣΝ και η πρόσβαση για το κοινό είναι ελεύθερη.
Η μητέρα
Με βάρος πάνω από 11 τόνους το μνημειώδες έργο απεικονίζει το σώμα και το στρογγυλό κεφάλι της αράχνης, που στηρίζονται πάνω σε οκτώ άκαμπτα πόδια, τα οποία έχουν αρθρώσεις και καταλήγουν σε αιχμηρές άκρες. Η σαφής αναφορά στη μητέρα γίνεται μέσω ενός δικτυωτού σάκου με είκοσι λευκά και γκρίζα μαρμάρινα αυγά, που ξεχωρίζουν από τη λάμψη τους, καθώς βρίσκονται πάνω από τα κεφάλια των θεατών. Είναι η κοιλιά –κλωβός της αράχνης, που υποδηλώνει την μητρική προστασία. Αυτήν που η Λουίζ Μπουρζουά έχασε νωρίς στα 21 της χρόνια, καθώς η μητέρα της πέθανε από άγνωστη ασθένεια.
Γεννημένη στο Παρίσι το 1911 ήταν το μεσαίο παιδί μιας οικογένειας, της οποίας οι γονείς είχαν γκαλερί και ασχολούνταν κυρίως με ταπετσαρίες αντίκες. Και είναι ακριβώς αυτή μνήμη, που αποδίδεται στο «Maman», καθώς όπως έχει πει η Μπουρζουά το έργο συμβολίζει τη μητέρα της, η οποία ύφαινε και αποκαθιστούσε ταπισερί. Βοηθούσε και η ίδια όμως στο εργαστήριο ζωγραφίζοντας τα κομμάτια που έλειπαν από τις ταπισερί. Την ίδια περίοδο ωστόσο ο πατέρας της διατηρούσε σχέση με την Αγγλίδα δασκάλα της, που ζούσε μαζί με την οικογένεια, γεγονός που την συνόδευσε σε όλη της τη ζωή. Το 1932 εξάλλου, όταν πέθανε η μητέρα της ήταν τέτοιος ο πόνος της, που πήδηξε στον ποταμό Μπιέβρ, για να την σώσει ωστόσο ο πατέρας της, που ήταν παρών.
Από τα Μαθηματικά στη Ζωγραφική
Η νεαρή Λουίζ σπούδαζε τότε μαθηματικά στη Σορβόνη, αφού την έλκυε η σταθερότητα των κανόνων, όπως είχε πει, μετά τον θάνατο όμως της μητέρας της στράφηκε στην τέχνη. Πρώτα στην École des Beaux-Arts και στην École du Louvre και στη συνέχεια στις ανεξάρτητες ακαδημίες του Μονπαρνάς και της Μονμάρτης. Ήδη πάντως ο μεγάλος ζωγράφος Φερνάν Λεζέ, που είχε δει τη δουλειά της, της είχε πει, ότι ήταν γλύπτρια και όχι ζωγράφος.
Το 1938 άνοιξε τη δική της γκαλερί, στη γκαλερί- ταπισερί του πατέρα της, όπου έδειξε μάλιστα έργα του Ντελακρουά, του Ματίς και της Σουζάν Βαλαντόν. Ένας αμερικανός ιστορικός τέχνης που επισκέφθηκε αυτή τη γκαλερί ως πελάτης, ο Ρόμπερτ Γκόλντγουοτερ θα γινόταν σύντομα σύζυγός της. Παντρεύτηκαν αμέσως και μετακόμισαν στη Νέα Υόρκη, όπου η Μπουρζουά επικεντρώθηκε στη ζωγραφική και τη χαρακτική.
Στη δεκαετία του ΄50 όμως ως και τις αρχές του ΄60 καθώς βυθίστηκε στην ψυχανάλυση τα κενά στη δημιουργία της ήταν μεγάλα. Όταν επέστρεψε, το 1964 με μια έκθεση, τα έργα της, γύψινα οργανικά γλυπτά ήταν εντελώς διαφορετικά απ΄ότι είχε παρουσιάσει ως τότε. Οι αποδέκτες δεν ήταν πολλοί αλλά εκείνη επέμεινε. Ώσπου το 1980 σε ηλικία 70 ετών βρέθηκε πάλι στο επίκεντρο, χάρις στην αναδρομική έκθεση, που διοργανώθηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης.
Τέχνη και λογική
Ήταν η ώθηση που χρειαζόταν, η αυτοπεποίθηση που της έλειπε για να προχωρήσει παρακάτω, δημιουργώντας μνημειώδεις αράχνες, απόκοσμα «Κελιά» σε μέγεθος δωματίου, υποβλητικές φιγούρες που συχνά κρέμονται από σύρματα και μια σειρά από υφασμάτινα έργα, που διαμορφώθηκαν από τα παλιά της ρούχα. Όλο αυτό το διάστημα έκανε συνεχώς σχέδια σε χαρτί, ενώ επέστρεφε επίσης στη χαρακτική. Η τέχνη ήταν το εργαλείο της για να αντεπεξέλθει στη ζωή. Όπως είχε πει η ίδια «η τέχνη είναι εγγύηση της λογικής».
Μέσα από το έργο της η Λουίζ Μπουρζουά εξέφρασε τις βαθύτερες σκέψεις και τους φόβους της, διαχειρίστηκε τα προβλήματά της και έδωσε μορφή στα συναισθήματά της, διερευνώντας τις έννοιες της ενοχής, του φόβου, του θυμού, της μνήμης, της μητρότητας. Όπως επίσης το σώμα και τη σεξουαλικότητα, τον θάνατο και το ασυνείδητο, καθώς όλα αυτά τα θεωρούσε θεραπευτική διεργασία. Πέθανε σε ηλικία 98 ετών με τα τελευταία έργα της να έχουν ολοκληρωθεί μόλις μία εβδομάδα πριν. Όπως είχαν γράψει οι New York Times το έργο της είχε επίκεντρο το ανθρώπινο σώμα και την ανάγκη του για τροφή και προστασία σε έναν τρομακτικό κόσμο.
Διαβάστε επίσης: