Παίρνω αφορμή από το εξαίρετο γράμμα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς την πρόεδρο της Επιτροπής της Ε.Ε. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για το θέμα της ενέργειας.
Η επιστολή είναι, βέβαια, γραμμένη με τρόπο και ορολογία που ταιριάζει στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών. Οι προτάσεις της εμφανίζονται να αποβλέπουν στην αντιμετώπιση μίας έκτακτης κατάστασης. Και, για να μην υπάρξει παρερμηνεία, υπογραμμίζεται η περιορισμένη χρονική διάρκεια ισχύος τους.
Όλα αυτά άριστα. Δεν αλλάζουν, όμως, το γεγονός ότι πρόκειται για καινοτόμες προτάσεις, που προέρχονται από Έλληνα πρωθυπουργό της κεντροδεξιάς (της ευρωπαϊκής και όχι μόνο της ελληνικής) και που είναι –με τα σημερινά δεδομένα– ριζοσπαστικές ως προς δύο σημεία:
- Θέτουν θέμα πάταξης της διεθνούς κερδοσκοπίας που έχει «ξεσαλώσει» με αναφορά στην ενέργεια, και
- Ζητούν την άμεση παρέμβαση στην λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Υπογραμμίζοντας ότι δεν υπάρχει πρόβλημα επάρκειας ή μεταφοράς, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναδεικνύει την τεράστια αρνητική επίπτωση που έχουν ορισμένες τουλάχιστον από τις ελεύθερες αγορές στην οικονομική επιβίωση και στον ψυχικό κόσμο των οικογενειών.
Ζούμε μία παράξενη κατάσταση που συνδυάζει τα χαρακτηριστικά άλλων εποχών. Παγκόσμια, το διεθνές σύστημα διακυβέρνησης τείνει να καταρρεύσει, όπως συνέβη στην περίοδο 1920-1940.
Στην οικονομία κυριαρχούν οι ελεύθερες αγορές, όπως στην περίοδο των περίπου 50 ετών πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καθώς και στην περίοδο του Μεσοπολέμου.
Στον επιχειρηματικό κόσμο επικρατούν στόχοι και πρακτικές που παραπέμπουν στον ελεύθερο καπιταλισμό των «βαρόνων του πετρελαίου και του καουτσούκ» –με την επιπλέον διαφορά ότι τουλάχιστον εκείνοι πρόσθεταν αξία στην οικονομία. Σήμερα, στην μεγάλη πλειοψηφία του, ο επιχειρηματικός κόσμος απεχθάνεται τον ανταγωνισμό, αλλά κόπτεται για την ανταγωνιστικότητα, δεν τον ενδιαφέρει η μακρόχρονη βιωσιμότητα αλλά το βραχυχρόνιο κέρδος, αδιαφορεί αν προσθέτει αξία αλλά αποβλέπει στην εκμετάλλευση αυτής που υπάρχει.
Τα αποτελέσματα είχαν ήδη φανεί με την αύξηση των ανισοτήτων. Με την εισβολή στην Ουκρανίας και την εκτεταμένη κερδοσκοπία στην ενέργεια, στα μέταλλα, στα τρόφιμα η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο.
Με άρθρο του στους ΝΥΤ ο Paul Krugman παρατηρεί ότι η Ρωσία ευθύνεται για το 11% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου, ο Περσικός Κόλπος για το 35%. Η εξάρτηση της παγκόσμιας οικονομίας από το πετρέλαιο είναι 50% μικρότερη απ’ ότι το 1970. Η ζήτηση για φυσικό αέριο είναι εποχιακή και επάρκεια υπάρχει.
Η κερδοσκοπία , ιδιαίτερα με τα μελλοντικά συμβόλαια ζει και βασιλεύει.
Θεωρώ ότι ήρθε η στιγμή να αναθεωρηθούν τάσεις και συμπεριφορές που θεωρούνται δεδομένες.
Διάσταση πρώτη—οφείλουμε να αναθεωρήσουμε τι σημαίνει ανταγωνισμός στην ψηφιακή οικονομία και ανάλογα να αναμορφώσουμε τη νομοθεσία μας. Οι μεγάλες εταιρείες γίνονται ολοένα και μεγαλύτερες. Μόλις μία μικρότερη πάει να κερδίσει μερίδιο αγοράς εξαγοράζεται. Μόλις μία νεοφυής δείξει υπόσχεση αποκτάται. Κάποτε η Επιτροπή Ανταγωνισμού των ΗΠΑ είχε δόντια. Νωρίς στην δεκαετία του 1980 ένας δικαστής ο Η. Greene έσπασε το τεράστιο μονοπώλιο της ΑΤΤ και στην θέση της αναπτύχθηκαν έξη (6) ανταγωνιστικές εταιρείες. Οφείλουμε να απαλλάξουμε την ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού από τα γραφειοκρατικά εμπόδια της, να ορίσουμε εκ νέου τι σημαίνει και πως προωθείται ο ανταγωνισμός και να καθιερώσουμε υποχρεωτικά κοινές προδιαγραφές αρμοδιότητας και λειτουργίας για όλα τα κράτη-μέλη. Ο ανταγωνισμός έχει προ πολλού ξεπεράσει τα εθνικά σύνορα, για να αφήνονται οι εθνικές Επιτροπές Ανταγωνισμού να πράττουν σχεδόν κατά το δοκούν.
Διάσταση δεύτερη, η ένταξη όλων των δημοσίων αγαθών στην ελεύθερη αγορά οδηγεί σε καταστροφές – όπως τον δεκαπλασιασμό της τιμής του φυσικού αερίου μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα. Στην προσπάθεια ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας και μείωσης των δημοσίων ελλειμμάτων πήγαμε το εκκρεμές πολύ μακριά. Όταν η ενέργεια γίνεται χρηματιστηριακό προϊόν, τι περιμένουμε; Ότι οι παίχτες θα είναι άγιοι και θα σκεφτούν το κοινωνικό καλό;
Είναι βραχεία η μνήμη. Κι όμως, δεν έχουν περάσει ούτε
Ενέργεια, νερό και σπάνιες γαίες οφείλουν να επανέλθουν στον έλεγχο του κράτους. Να λειτουργήσουν οι εταιρείες με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και αρχές διακυβέρνησης αλλά αν χρειαστεί να μπορεί το κράτος να τις επιδοτήσει με διάφανα κριτήρια και αποδεκτές μεθόδους—οπότε χρειάζεται να αλλάξει και η έννοια της κρατικής επιδότησης. Πάντως, δε, να μην είναι πλέον χρηματιστηριακά προϊόντα, και να απαγορεύονται τα swaps και η εμπορία μελλοντικών συμβολαίων.
Δημόσια αγαθά όπως η διανομή της ενέργειας, η συντήρηση των δικτύων, οι σιδηρόδρομοι, τα λιμάνια μπορούν να είναι σε χέρια ιδιωτών με δύο προϋποθέσεις, όμως: ο ιδιώτης να λειτουργεί με σύμβαση παραχώρησης—χωρίς να έχει την ιδιοκτησία και μάλιστα την πλειοψηφία– και ταυτόχρονα να υπάρχει ανεξάρτητη, ισχυρή, έμπειρη και με γνώσεις εποπτεύουσα αρχή, ανεξάρτητη από τον εκλογικό κύκλο.
Το μεγάλο πρόβλημα είναι, βέβαια, το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Θα χρειαστούν κι άλλες κρίσεις, πολύ δυστυχία και κοινωνική αναστάτωση για να συνειδητοποιήσουμε το τεράστιο λάθος που έγινε όταν έπεσαν τα «κινεζικά τείχη» ανάμεσα στην εμπορική και την επενδυτική τραπεζική δραστηριότητα. Προς το παρόν, λοιπόν, ας επικεντρωθούμε να διορθώσουμε τις πιο ακραίες εκτροπές της ελεύθερης αγοράς—όπου τα χρηματιστήρια αγαθών – και δη δημοσίων—καταστρέφουν σπίτια και κράτη.
Διαβάστε επίσης