Είναι η τουλάχιστον η τέταρτη φορά που γράφω για την καθημερινότητα του πολίτη ως το ζητούμενο πολιτικό αγαθό. Διαβάζω τούτες τις ημέρες για την πολιτική που πρέπει να ακολουθήσουν τα δύο μεγάλα κόμματα απέναντι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάποια πραγματικότητα που δεν αναγνωρίζω. Δεν το αποκλείω, αλλά προς το παρόν τουλάχιστον θα συνεχίσω να στέκομαι στην δική μου αλήθεια.
Το μέγα ερώτημα είναι «επιτίθεσαι στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ για να το αποδομήσεις – οπότε κινδυνεύεις έτσι να το αναδείξεις με την σημασία που του δίνεις σε κύριο παίκτη, ή το αφήνεις να αποδομηθεί μόνο του – οπότε κινδυνεύεις να εξελιχθεί χωρίς αντίπαλο;»
Αυτή η θέση του ετεροπροσδιορισμού είναι που με προβληματίζει. Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ χαίρει τώρα υψηλής (συγκριτικά με το παρελθόν) δημοτικότητας. Κινδυνεύει, λοιπόν, για τη Ν.Δ. η αυτοδυναμία μετά τις δεύτερες εκλογές—όπως αναλύεται. Για τον ΣΥΡΙΖΑ ευνοϊκή προβάλει η πιθανότητα συνεργασίας με το «νέο» κόμμα αλλά, ταυτόχρονα, προκύπτει ο κίνδυνος να πέσει στην ελάχιστη βάση υποστήριξης του (λέγεται ότι είναι το 23%) καθώς και η εμφάνιση έντονων εσωκομματικών αντιδράσεων με την (θεωρητική) κίνηση του αρχηγού του προς το κέντρο.
Θεωρώ ότι οι εξελίξεις τόσο στον ΣΥΡΙΖΑ όσο και στο ΚΙΝΑΛ είναι δύσκολο να προσδιοριστούν – το μέλλον έχει πολλές και διαφορετικές όψεις και για τα δύο αυτά κόμματα.
Απεναντίας, η Νέα Δημοκρατία δεν έχει να ανησυχήσει με το μέλλον της ως κόμμα. Και ακριβώς επειδή δεν μπορεί να σχεδιάσει σίγουρη στρατηγική απέναντι στο άδηλο μέλλον της αντιπολίτευσης, είναι λογικό και απαραίτητο να αυτοπροσδιοριστεί. Όχι ιδεολογικά αλλά με αναφορά στην κοινωνία και τα θέλω της.
Εδώ υπεισέρχεται το θέμα της καθημερινότητας στο οποίο αναφέρομαι στον τίτλο και για το οποίο έχει επανέλθει ξανά και ξανά στο παρελθόν.
Μετά τις ακρότητες του ΣΥΡΙΖΑ και τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, οι πολίτες αναζητούν στίγμα σταθερότητας και αναφοράς. Η πανδημία, η κρίση με την Τουρκία, οι γεωπολιτικές εξελίξεις ενισχύουν το αίσθημα της ανασφάλειας και τονώνουν την αναζήτηση της πολιτικής θαλπωρής.
Πολύ απλά ο πολίτης θέλει να αισθάνεται ότι όποιος είναι στην εξουσία καταλαβαίνει τα προβλήματά του, έχει διάθεση και ικανότητα να τα λύσει και, επιπλέον, του προσφέρει την αίσθηση ότι μπορεί και ξέρει πώς να διαχειριστεί τις κρίσεις.
Στους τελευταίους μήνες τα λάθη της κυβέρνησης έχουν κλονίσει τις προσδοκίες που είχαν οι πολίτες με τις εκλογές του 2019 και την εμπιστοσύνη που της έδωσαν με την αρχική διαχείριση της πανδημίας, την αντιμετώπιση της Τουρκίας και τον έλεγχο της μετανάστευσης.
Περίπου 18 μήνες μας χωρίζουν από τις εκλογές. Ο χρόνος είναι επαρκής για να διορθωθούν πολλά.
Καταρχάς, θεωρώ ότι, στην παρούσα φάση, η καθημερινότητα έχει τέσσερις διαστάσεις: την υγεία, την δικαιοσύνη, την διαχείριση κρίσεων που αφορούν άμεσα τον πολίτη και το εισόδημα.
Ως προς την υγεία, η κυβέρνηση πληρώνει σήμερα την τραγική αδυναμία να χρησιμοποιήσει την πανδημία για να επέμβει ριζικά στα διαρθρωτικά προβλήματα του τομέα. Προβλήματα, πασίγνωστα, χιλιοειπωμένα, ταξινομημένα και με σωρεία τεκμηριωμένων προτάσεων για λύσεις. Σήμερα μπορεί να διορθώσει κάπως την κατάσταση δείχνοντας ότι έστω και αργά ξεκινά την αναδιάρθρωση και τον εκσυγχρονισμό με τις κατάλληλες προσλήψεις ειδικοτήτων και την άμεση κάλυψη των πιο οφθαλμοφανών ελλείψεων σε σύγχρονο εξοπλισμό.
Ως προς την δικαιοσύνη, η καθυστέρηση δεν διορθώνεται. Η αποτυχία Τσιάρα είναι στα ίδια επίπεδα με την αποτυχία Κικίλια. Μία κίνηση για να αντιμετωπιστεί ένα βασικό σημείο προβληματισμού μπορεί, όμως, να γίνει: η ίδρυση ενός νέου τμήματος στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ώστε να μειωθούν οι τεράστιες καθυστερήσεις που σημειώνονται τουλάχιστον σ’ αυτό το επίπεδο. Για τον πολίτη που περιμένει 7 χρόνια για να καταλήξει μία αστική διαμάχη του δεν υπάρχει άμεση σωτηρία.
Μολονότι θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως μικροκομματική σκοπιμότητα, αποσπασματικές κινήσεις όπως η ταχεία διεκπεραίωση σημαντικών δικών που έχουν συγκεντρώσει την προσοχή (και την αγανάκτηση) των πολιτών θα αποτελούσε ένα δείγμα καλής πρόθεσης και στον τομέα αυτόν και θα χρησίμευσε ως απόδειξη της έστω καθυστερημένης προσοχής που δίνει η κυβέρνηση στην δικαιοσύνη.
Στην διαχείριση κρίσεων, είναι αργά για να ξεκινήσει ένα νέο σχέδιο για τους δήμους—που είναι η μεγάλη πληγή. Δεν είναι αργά, όμως, για να γίνουν δύο πράγματα: το ξεκαθάρισμα των αρμοδιοτήτων μεταξύ όλων των εμπλεκομένων φορέων (δεν υπάρχει καμία δυσκολία σ’ αυτό) και η θεσμοθέτηση συγκεκριμένης τριμερούς συνεργασίας μεταξύ της αποκεντρωμένης διοίκησης, των δήμων και της περιφέρειας. Η σημερινή κατάσταση όπου ουσιαστικά η περιφέρεια είναι αποκομμένη από τους δήμους μπορεί να εξυπηρετεί παλαιότερους κομματικούς στόχους, σήμερα όμως, έχει μετατραπεί σε βρόχο της αποτελεσματικότητας.
Ως προς την διαχείριση της πανδημίας, η ενημέρωση των πολιτών με μία φωνή θα αποτελούσε σημαντικό επίτευγμα.
Το θέμα της ακρίβειας είναι το πιο δύσκολο. Η κυβέρνηση ακολουθεί περπατημένα μονοπάτια και ανάγει τις οικονομικές επιτυχίες της με πρωτεύον θέμα απήχησης προς τους ψηφοφόρους. Χρειάζεται κάτι περισσότερο, κι αυτό είναι αφενός η πλήρης, συνεχής και εκλαϊκευμένη ενημέρωση για την οικονομία και τις δυνατότητες της και, αφετέρου, πολύ στοχευμένες παρεμβάσεις υπέρ των πραγματικά φτωχών νοικοκυριών.
Δυστυχώς, στην εποχή μας το «Διάβασε τα χείλη μου: είναι η οικονομία ηλίθιε» δεν ισχύει. Μπορεί να είναι μία απαραίτητη αλλά όχι πλέον και ικανή συνθήκη για την εκλογική νίκη. Ο πολίτης μετρά τι του συμβαίνει καθημερινά, πόσο εύκολη ή όχι είναι η ζωή του. Η κυβέρνηση μέσω του υπουργείου ψηφιακής διακυβέρνησης έχει κάνει πολλά στον τομέα αυτόν. Η διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του υπουργείου θα μπορούσε να βοηθήσει με την πέρα των σχεδιαζόμενων προγραμμάτων επέκταση –αλλά και με την κυβέρνηση να αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στην εκπαίδευση των πολιτών στα ψηφιακά εργαλεία, δείχνοντας έτσι ότι πολεμά τον ψηφιακό διχασμό.
Κλείνοντας, θα υποστήριζα ότι η μη υλοποίηση εξαγγελιών είναι πάντα ένα μελανό και ανεξίτηλο στίγμα για την εξουσία. Η κυβέρνηση έχει πολλές εξαγγελίες που δεν έχουν υλοποιηθεί – άλλοτε επειδή υπάρχουν υπόγειες αντιδράσεις, άλλοτε επειδή επικρατεί ο φόβος του κομματικού κόστους, άλλοτε από ανικανότητα. Η κάλυψη αυτού του ελλείμματος (π.χ. αστυνομία στα πανεπιστήμια, σώματα ασφάλειας που δεν έχουν μάθει να αντιμετωπίζουν την σύγχρονη βία) θα αποτελούσε ένα σημαντικό λόγο για να προτιμήσει ο πολίτης τη Ν.Δ. κόντρα στις κούφιες εξαγγελίες των άλλων κομμάτων.
Διαβάστε επίσης
Η εποχή της πολιτικής του πάθους
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Σπ. Παπαπετρόπουλος (Thera Phragma): Είναι μια εξαιρετική στιγμή για να «επιχειρήσει» κάποιος στην Ελλάδα
- Εθνική Τράπεζα: Ολοκλήρωσε τη διασύνδεση με καλώδιο μεταφοράς δεδομένων Ελλάδας-Σαουδικής Αραβίας
- Πού ξοδεύουν τα δισεκατομμύρια τους τα Χριστούγεννα οι πλουσιότεροι του κόσμου
- H Intralot, οι λαμπρές υπεραξίες (76%) του στρατηγικού επενδυτή Σου Κιμ και ο ρόλος του την επόμενη μέρα