ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Για τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών, ο αγώνας δρόμου γίνεται σε δύο επίπεδα: αφενός η υλοποίηση των επενδύσεων πρέπει να γίνει στον συντομότερο δυνατό χρόνο, αφετέρου η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων τους να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίσουν πόρους για τις επενδύσεις και τη μεγαλύτερη δυνατή αξία την επόμενη μέρα.
Στο νέο περιβάλλον, οι ισχυρές εταιρείες κάθε χώρας, αλλά και τα πρώην μονοπώλια, αν κερδίσουν το στοίχημα της καλής διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και των επενδύσεων, θα κυριαρχήσουν στην αγορά τόσο σε μερίδια όσο και σε αξία. Την ίδια στιγμή, η συγκέντρωση στον κλάδο εντείνεται, καθώς ανεβαίνει ο πήχης των επενδύσεων και το μέγεθος αποτελεί προϋπόθεση αυξάνοντας η πίεση για εξαγορές και συγχωνεύσεις.
Fitch Ratings: Διαφορετικές στρατηγικές στην αναζήτηση κεφαλαίων
Όπως αναφέρει η Fitch Ratings, σε πρόσφατη ανάλυσή της για τον κλάδο, οι ευρωπαίοι πάροχοι τηλεπικοινωνιών πραγματοποιούν αγώνα δρόμου επενδύσεων στην ανάπτυξη δικτύων για οπτική ίνα και 5G και έτσι, διατηρώντας τις κεφαλαιουχικές δαπάνες τους (capex) σε υψηλά επίπεδα, περιορίζουν τις ταμειακές τους ροές. Στοίχημα για τις εταιρείες αποτελεί η εξασφάλιση των απαιτούμενων κεφαλαίων, αλλά και η διαχείριση των περιουσιακών τους στοιχείων.
Οι εταιρείες του κλάδου, σημειώνει η Fitch, αναζητούν τρόπους δημιουργίας εσόδων, π.χ. κεφαλαιοποιώντας την αξία των υποδομών τους. Η στρατηγική διαφέρει ανάμεσα στους κατεστημένους (πρώην μονοπώλια) και τους εναλλακτικούς φορείς, αναφέρει ο οίκος: «Οι μη εισηγμένοι εναλλακτικοί φορείς εκμετάλλευσης ενδέχεται να είναι πιο πρόθυμοι να διαχωρίσουν πλήρως τα δίκτυά τους από την υπόλοιπη δραστηριότητά τους, ενώ οι κατεστημένοι φορείς εκμετάλλευσης μπορεί να επιλέξουν πωλήσεις μεριδίων ή να πραγματοποιήσουν κοινοπραξίες για την ανάπτυξη δικτύων σε λιγότερο πυκνοκατοικημένες αστικές και αγροτικές περιοχές».
Ωστόσο, καταλήγει η Fitch, την επόμενη μέρα, μεγαλύτερη δυνατότητα δανεισμού θα έχουν οι εταιρείες που θα έχουν σταθερότητα και έσοδα από τα περιουσιακά τους στοιχεία από ό,τι όσοι θα έχουν αποεπενδύσει από αυτά…
Διαφορετικές ταχύτητες επενδύσεων
Οι μεγάλες εταιρείες κάθε χώρας -τα πρώην μονοπώλια-, σημειώνει, πιέζονται περισσότερο, καθώς πρέπει να αναπτύξουν και τα δύο δίκτυα (5G και οπτική ίνα) ταυτόχρονα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, γρήγορα.
Ο ρυθμός ανάπτυξης ινών στο σπίτι (FTTH) στην Ευρώπη, αναφέρει η Fitch ποικίλλει ανά χώρα, κυρίως λόγω του διαφορετικού κόστους ανάπτυξης, της ανταγωνιστικής δυναμικής και των ρυθμιστικών ή πολιτικών παραγόντων που δίνουν κίνητρα για την ανάπτυξη. Οι κατεστημένοι φορείς, όπως η Deutsche Telekom στη Γερμανία και ο όμιλος BT στο Ηνωμένο Βασίλειο, βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο ανάπτυξης, το οποίο θα επιταχυνθεί τα επόμενα δύο έως τρία χρόνια και θα οδηγήσει σε ασθενέστερες ταμειακές ροές σε σύγκριση με την Telefonica στην Ισπανία, η οποία έχει ήδη υψηλή κάλυψη.
Τα επίπεδα διείσδυσης της οπτικής ίνας ξεπερνούν το 60% στην Ισπανία και τη Σουηδία και πλέον θα μπορούσαν να σημειώνουν υψηλότερα μέσα έσοδα ανά χρήστη, να μειώσουν την εκτροπή και να μειώσουν το λειτουργικό κόστος. Επίσης, όπως αναφέρει η Fitch, καθώς τα ποσοστά διείσδυσης αυξάνονται, οι κατεστημένοι φορείς εκμετάλλευσης αρχίζουν να εξετάζουν το ενδεχόμενο απενεργοποίησης των δικτύων τους που βασίζονται σε χαλκό.
Όσον αφορά στο 5G σημειώνει ότι εκτιμά μέτριο ρυθμό ανάπτυξης. Το χαμηλό επίπεδο διείσδυσης συσκευών 5G και η έλλειψη εφαρμογών στα τμήματα B2C που απαιτούν συγκεκριμένα δυνατότητα 5G είναι πιθανό να περιορίσουν την υιοθέτηση των υπηρεσιών 5G ενώ σημειώνει ότι η χρήση του 5G στο τμήμα B2B θα μπορούσε γίνει ελκυστική καθώς οι επιχειρήσεις αρχίζουν να ενσωματώνουν την τεχνολογία στις διαδικασίες ροής εργασιών τους.
Οι στρατηγικές των ελληνικών εταιρειών
ΟΤΕ: Καλή διαχείριση, μεγάλες επενδύσεις, ισχυρές ταμειακές ροές
Η ολοκλήρωση των επενδύσεων σε οπτική ίνα και 5G αποτελούν προτεραιότητα για τον ΟΤΕ που πρόσφατα αύξησε στα 3 δισ. ευρώ τις επενδύσεις για την επόμενη 6ετία για να επεκτείνει τα σχέδια ανάπτυξης της οπτικής ίνας. Την ίδια στιγμή είναι σημαντικό για την εταιρεία να διατηρεί σε υψηλό επίπεδο τις ταμειακές ροές της και να στηρίζει τόσο τη μερισματική της πολιτική όσο και την επαναγορά μετοχών.
Σύμφωνα με την εταιρεία, επιπλέον 100 εκατ. ευρώ το χρόνο από τις ταμειακές ροές θα κατευθύνονται σε επενδύσεις. Η εμπιστοσύνη των μετόχων στην καλή διαχείριση του κ. Τσαμάζ, δεν δημιουργούν ανησυχία ότι η αύξηση των επενδύσεων θα μειώσουν την αποδοτικότητα της μετοχής την περίοδο των μεγάλων επενδύσεων. Ο υγιής ισολογισμός της και η πολυεπίπεδη στρατηγική διαμόρφωσης ενός δυναμικού επιχειρηματικού μοντέλου εξάλλου μπορεί να εγγυηθεί την ανοδική πορεία των ταμειακών της ροών τα επόμενα χρόνια.
Τα τελευταία χρόνια, η αποχώρηση του ΟΤΕ από Αλβανία και Ρουμανία εν μέρει, ήδη χρηματοδότησαν τις επενδύσεις στα ελληνικά δίκτυα. Το σκεπτικό του κ. Τσαμάζ ήταν πως αποτελεί συμφέρον του ομίλου οι διαθέσιμοι πόροι να διατεθούν με προτεραιότητα την ελληνική αγορά.
Κι αυτό γιατί η ανάπτυξη των δικτύων οπτικής ίνας είναι μια σημαντική επένδυση που θα συμβάλει στο μέλλον της χώρας και θα εξασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη απόδοση και την ανταγωνιστικότητα του ΟΤΕ τις ερχόμενες δεκαετίες.
WIND: Επενδύσεις 1,3 δισ. από την United
Eπενδύσεις 1,3 δισ. ευρώ, προγραμματίζει η United για την ανάπτυξη υποδομών στην Ελλάδα με στόχο να χτίσει ένα ισχυρό δίκτυο υποδομών, όπως έκανε στη Γιουγκοσλαβία. Στρατηγική του United Group είναι να αναπτύσσει δικές του υποδομές οπτικής ίνας, διαθέτει το μεγαλύτερο δίκτυο οπτικών ινών στην περιοχή, ενώ στη Γιουγκοσλαβία αναπτύσσει επίσης ένα εκτεταμένο δικό της δίκτυο.
Από το 1,3 δισ. το μεγαλύτερο τμήμα θα διοχετευτεί στις οπτικές ίνες και θα ακολουθήσει το 5G προετοιμάζοντας τον δρόμο για το 6G, ενώ μέρος των επενδύσεων αφορούν και τη συνδρομητική τηλεόραση και τα έργα του Ταμείου Ανάκαμψης που θα απαιτήσουν ιδιωτική χρηματοδότηση.
Η Wind εξάλλου δημιούργησε πρόσφατα την 100% θυγατρική της, Hellenic Openfiber Μονοπρόσωπη AE, με στόχο να αποτελέσει ένα πιο ευέλικτου σχήμα για την ανάπτυξη δικτύων νέας γενιάς στις σταθερές επικοινωνίες, με έμφαση στις οπτικές ίνες. Η νέα εταιρεία θα δραστηριοποιείται αποκλειστικά στη χονδρική, πουλώντας τις υπηρεσίες της σε άλλους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, συμπεριλαμβανομένου της Wind Hellas.
Μέχρι το καλοκαίρι αναμένεται να ολοκληρωθεί η συγχώνευση των Wind και Nova και από το φθινόπωρο να λανσαριστεί η νέα εταιρεία, που θα αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο “παίκτη” στην αγορά σταθερής τηλεφωνίας της χώρας και τον τρίτο μεγαλύτερο στην αγορά κινητής, με μικρή διαφορά από τη Vodafone.
Τα καταστήματα της Nova και Wind θα πουλούν και προϊόντα κινητής τηλεφωνίας και τη συνδρομητική τηλεόραση ΕΟΝ της Nova, ενώ θα ακολουθήσει και η ενοποίηση του δικτύου και της συνδρομητικής βάσης των δύο εταιρειών, που εκτιμάται πως θα ολοκληρωθεί στις αρχές του 2023. Από τότε θα ανοίξει ο δρόμος για τη δημιουργία νέων πακέτων triple play και quad play που θα συνδυάζουν σταθερή-κινητή και συνδρομητική τηλεόραση.
Vodafone: Επενδύσεις 600 εκατ. ευρώ
Η εταιρεία υλοποιεί επενδύσεις ύψους 600 εκατ. ευρώ, οι οποίες αποσκοπούν στην αύξηση της κάλυψης του δικτύου πέμπτης γενιάς (5G Giga Network), στην περαιτέρω ανάπτυξη του δικτύου για οπτική ίνα και τη διασύνδεση των νησιωτικών προορισμών. Ειδικότερα, μέσα στην επόμενη τριετία η εταιρεία θα κατασκευάσει 150.000 νέες γραμμές μέχρι το σπίτι (Fiber to the Home – FTTH), των οποίων ο αριθμός θα ξεπερνάει τις 650 χιλ. μέχρι το τέλος της εν λόγω περιόδου. Επίσης, η εταιρεία προχωρά στην ανάπτυξη του δικτύου πέμπτης γενιάς (5G Vodafone Giga Network), εκτιμώντας ότι τον Μάρτιο 2022 θα διαθέτει πληθυσμιακή κάλυψη άνω του 40%.
Σήμερα το δίκτυο 5G της Vodafone λειτουργεί σε 23 ελληνικές πόλεις και αρκετούς τουριστικούς προορισμούς. Επίσης, η Vodafone υλοποιεί το έργο της υποθαλάσσιας διασύνδεσης 10 νησιών του Αιγαίου και του Ιονίου, που θα επιτρέψει την πρόσβαση σε δίκτυα νέας γενιάς σχεδόν σε 1 εκατ. Eλληνες και χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις.
Εν τω μεταξύ πριν λίγες μέρες γνωστοποιήθηκε ότι υπάρχουν συζητήσεις για το ενδεχόμενο συγχώνευσης των δραστηριοτήτων στην Ιταλία μεταξύ Vodafone Group Plc και Iliad SA, κάτι που θα οδηγούσε στη δημιουργία μιας εταιρείας με έσοδα σχεδόν 6 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η Iliad, η οποία επρόκειτο να λανσάρει ευρυζωνικές δραστηριότητες σταθερής γραμμής στην Ιταλία άμεσα, συνεργαζόταν μάλιστα για το θέμα με τη Lazard.